Οι φιλοξενούμενοι δεν ήταν οι συνήθεις πολιτικοί.
Οι δύο παρουσιαστές φιλοξενούσαν δύο γνωστούς από τις κωμικές τηλεοπτικές σειρές ηθοποιούς. Το κλίμα εφηβικού χαβαλέ και πλάκας, που με αγωνία προσπαθούσε να επιβάλλει ο κεντρικός παρουσιαστής, έδειχνε λίγο παράταιρο με την εικόνα σοβαρότητας που με επιμέλεια είχε κτίσει όλα τα χρόνια της τηλεοπτικής του καριέρας.
Ο μη ομολογούμενος λόγος της τηλεοπτικής εκπομπής;
Η προώθηση των δύο ταινιών που οι δύο ηθοποιοί πρόσφατα είχαν σκηνοθετήσει.
Αλλη μια εκπομπή όπου η διασκέδαση αναμειγνύεται με την πληροφόρηση;
Ναι. Ωστόσο αυτή η "διασκεδαστική" εκπομπή καλυμμένης σοβαροφάνειας, περιείχε κάποιες στιγμές άκρως αποκαλυπτικές για τα ήθη στον σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο. Σε μια έξαρση δημοσιογραφικής συνείδησης και κάνοντας προφανώς τον δικηγόρο του διαβόλου, ο κεντρικός παρουσιαστής απηύθυνε "την ερώτηση που καιει" στους δύο φιλοξενούμενους του.
"Πολλοί κριτικοί σάς κατηγορούν ότι οι ταινίες σας έχουν τηλεοπτική αισθητική;"
Έκπληκτοι οι δύο ηθοποιοί, με την δημοσιογραφική αναίδεια του παρουσιαστή, αισθάνθηκαν ότι το κλίμα χαλαρότητας να διαλύεται. Ελαφρώς εκνευρισμένος ο πρώτος αναρωτήθηκε τι εννοούν με τον όριο "τηλεοπτική αισθητική".
(Να ένας καλός λόγος μην δει κάποιος την ταινία: Να παρακολουθήσεις την ταινία σκηνοθέτη που δεν γνωρίζει τι είναι τηλεοπτική αισθητική είναι σαν να πηγαίνεις σ' ένα γιατρό που δεν γνωρίζει τι σημαίνει καρδιακή αρρυθμία. Κινδυνεύει η υγεία σου).
Αντίθετα ο δεύτερος, γνώστης προφανώς του όρου, επικαλέστηκε τον πρότερο έντιμο βίο: είναι αθώος της κατηγορίας γιατί πριν ασχοληθεί με την τηλεόραση έχει γυρίσει κάποιες ταινίες στον κινηματογράφο.
(Το επιχείρημα του θυμίζει το υπερασπιστικό επιχείρημα ενός κατηγορούμενου για φόνο: Πρέπει να αθωωθεί γιατί, πριν διαπράξει τον φόνο, υπήρξε αθώος.)
Ίσως όμως αδικούμε αυτούς τους σκηνοθέτες -ηθοποιούς. Ασφαλώς και θα πρέπει να γνωρίζουν ότι η τηλεοπτική αισθητική -που χαρακτηρίζει αρκετές πρόσφατες ελληνικές ταινίες με προεξάρχουσα το Safe Sex-, έχει από κάποια πολύ συγκεκριμένα και σαφή χαρακτηριστικά: αποτελεί ένα σύνολο κανόνων που έχουν διαμορφωθεί με τα χρόνια και που κάνουν τις τηλεοπτικές εικόνες πιο λειτουργικές και αποτελεσματικές.
Καταρχήν αυτός όρος δηλώνει ένα υποκριτικό ύφος για τους ηθοποιούς: χαρακτηρίζεται από υπερβολή στην υποκριτική και υψηλούς τόνους στην φωνή. Τα σενάρια με τηλεοπτική αισθητική -με (ή χωρίς) πρόφαση την σάτιρα και την "κοινωνική κριτική"-, αντλούν την θεματική τους από την τηλεόραση και την πραγματικότητα που αυτή διαμορφώνει: τις ειδήσεις, τα reality show, τα σήριαλ. Οι χαρακτήρες αυτών των ταινιών, ακραίοι και εξωπραγματικοί, συχνά αποτελούν αντιγραφές χαρακτήρων τηλεοπτικών σειρών ή τηλεοπτικά πρόσωπα -καρικατούρες που έγιναν διάσημα μέσα από την μικρή οθόνη. Οι διάλογοι είναι γεμάτοι με ευφυολογήματα και καλαμπούρια, που θέση θα είχαν μόνο στις τηλεοπτικές κωμωδίες καταστάσεων. Τα πλάνα που χρησιμοποιεί η σκηνοθεσία είναι συνήθως μεσαία ή γκρο - τα μεγάλα πλάνα δεν λειτουργούν στην τηλεόραση και πρέπει να αποφεύγονται. Κάποιες παρεκβάσεις προς μια βιντεοκλίπ αισθητική είναι αναγκαίες και πολλές φορές επιθυμητές. Τέλος οι αφηγηματικοί ρυθμοί δεν πρέπει να είναι ούτε πολύ αργοί, ούτε πολύ γρήγοροι: πρέπει να ακολουθούν την λογική του μέσου όρου.
Όμως αντιγραφή αυτή των τρόπων της τηλεόρασης δεν είναι κάτι καινοφανές για τον ελληνικό κινηματογράφο: Στην δεκαετία του 60 η πλειοψηφία των ελληνικών κωμωδιών ήταν αντιγραφές- προσαρμογές θεατρικών έργων -χωρίς μάλιστα να κρύβουν την καταγωγή τους. Και γι' αυτό ο ρόλος των ηθοποιών σ' αυτές τις ταινίες είναι τόσο σημαντικός: κατέχουν την θέση που κατέχει και ο ηθοποιός στο θέατρο, δηλαδή κεντρική. Τώρα λοιπόν το θέατρο έχει αντικατασταθεί από την τηλεόραση. Και φυσικά δεν είναι καθόλου παράξενο που αυτοί οι σκηνοθέτες λατρεύουν "τον παλιό καλό ελληνικό κινηματογράφο": αναγνωρίζουν σ' αυτόν κάποιες εκλεκτικές συγγένειες στον τρόπο δουλειάς.
Δεν είναι κακό κάποιος να θέλει να βγάλει λεφτά κάνοντας κινηματογράφο. Και αν αυτή είναι η πρόθεση του, τότε το να αντιγράφεις την τηλεόραση είναι σχεδόν αναπόφευκτο.
Αυτό που είναι κακό είναι να υποδύεσαι, σε τηλεοπτικές οθόνες και αλλού, τον σκηνοθέτη του κινηματογράφου. Να ισχυρίζεσαι ότι η ταινία σου αποτελεί κινηματογράφο, όταν ο κινηματογράφος σημαίνει κάτι τελείως διαφορετικό.
Προορισμένες να καταναλωθούν το βράδυ του Σαββάτου στα multiplex, οι εικόνες των πρόσφατων ελληνικών κωμωδιών δεν διαφέρουν και πολύ από τις τηλεοπτικές.
Σβήνονται από την μνήμη του θεατή το επόμενο πρωί.
Αυτό που αυτές οι ταινίες δεν μπορούν να πετύχουν, αν και προφανώς το φιλοδοξούν, είναι να στεγάσουν την μοναξιά του θεατή.
Κάτι που κάνει ο πραγματικός κινηματογράφος. Στον αληθινό κινηματογράφο, οι εικόνες της ταινίας δεν χάνονται το επόμενο πρωί: στοιχειώνουν για πάντα την φαντασία του θεατή
Δημήτρης Μπάμπας