του Σταύρου Ψυλλάκη
(κριτική: Ζωή- Μυρτώ Ρηγοπούλου)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2425_smilemenes-psyxes.jpg

Για εικοσιέξι ολόκληρα χρόνια, απ’ το 1972 έως και το 1998, ο Ελβετός οδοντίατρος, Ζιλιέν Γκριβέλ ερχόταν κάθε χρόνο δύο φορές στις διακοπές του στο Νοσοκομείο Λοιμωδών Νόσων «Η Αγία Βαρβάρα» στο Αιγάλεω και φρόντιζε δωρεάν τα δόντια των λεπρών τροφίμων. Μετά το κλείσιμο της Σπιναλόγκα το 1957 όλοι οι χανσενικοί της Ελλάδας είχαν συγκεντρωθεί εκεί, ανάμεσά τους κι ο Μανώλης Φουντουλάκης, απ’ τον οποίο εμπνεύστηκε η Βικτώρια Χίσλοπ το βιβλίο της Νησί κι ο Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης, θρυλική μορφή του αγώνα για τα δικαιώματα των λεπρών στη Σπιναλόγκα. Μέσα απ’ τη φιλία τους, ο Γκριβέλ συνδέθηκε βαθιά και με την Κρήτη, αν και γι αυτόν όλη η Ελλάδα είναι η Ιθάκη του, όπως λέει, εκεί που επιστρέφει ξανά και ξανά, όπως και τώρα, για να θυμηθεί όσους έφυγαν, να επισκεφθεί όσους έμειναν, και να φωνάξει τις χίμαιρές του. Μαζί του η γυναίκα του Κριστιάν, συνοδοιπόρος της ζωής του ολάκερης και βοηθός του τότε συχνά στο δύσκολο έργο του.
Πώς δένεται κανείς με μια χώρα άλλη απ’ αυτή που ζει; Ή μ’ έναν πληθυσμό που όλοι φοβούνται και δεν πλησιάζουνε; Και πώς μέσα απ’ την προσφορά σ’ αυτόν, βρίσκει η ζωή του χαρά και νόημα κι η ψυχή του τον δικό της τόπο; Στις Σμιλεμένες Ψυχές του Σταύρου Ψυλλάκη οι απαντήσεις δίνονται αβίαστα, ποιητικά και παιχνιδιάρικα, σ’ άπταιστα πάντα ελληνικά, απ’ τον ίδιο τον Γκριβέλ, σ’ ένα εκ βαθέων οδοιπορικό ψυχής γεμάτο νοήματα που μας γνωρίζει έναν σπουδαίο άνθρωπο μ’ έναν εξίσου σπουδαίο τρόπο. Η ιστορία του ξεδιπλώνεται απ’ τον Ψυλλάκη, που έχει κάνει και το εξαιρετικό μοντάζ *, σαν χορογραφημένο ταξίδι εναλλαγών στο χώρο και το χρόνο, με πλάνα συμπυκνωμένης ουσίας και με τις σκηνές να διαδέχονται η μια την άλλη τόσο φυσικά που λες κι αποφάσισαν μόνες τους για τη σειρά τους. Η ταινία μοιάζει μ’ ιδιότυπο road movie που γίνεται με τα πόδια κι όπου στη συνεχή κίνηση αυτού του αθόρυβου ήρωα- φιλόσοφου- στοχαστή της προσφοράς, όπως αποδεικνύεται πως είναι ο Γκριβέλ, παρεμβάλλονται συνεχώς στατικά πλάνα απ’ την από καρδιάς συνέντευξη του εκλιπόντος πια Φουντουλάκη. Το αρχειακό αυτό υλικό όπως και άλλα αποτελούν σημαντική συνεισφορά του Θοδωρή Παπαδουλάκη, αλλά και του Σίλα Μιχάλακα στην ταινία. Μοιάζει έτσι σαν ένας διάλογος των δυό που συνεχίζεται στο επέκεινα για τις δυσκολίες, την αρρώστια και το θάνατο, αλλά και για το θάρρος, τη ζωή, τον ηρωισμό των ανθρώπων και την αγάπη. Ο Ρεμουντάκης, είναι κι αυτός παρόν με τα λόγια του, το ίδιο και φωτογραφίες και βίντεο απ’ το παρελθόν, μικρά στιγμιότυπα ανθρώπων που αξίζει να τους θυμόμαστε για τον τρόπο που ανέδειξαν το θέμα του κοινωνικού αποκλεισμού των λεπρών, όπως ο Μορίς Μπορν αλλά κι ο Ζαν-Ντανιέλ Πολέ με τη συγκλονιστική Τάξη του, ταινία με την οποία μοιάζει σ’ ένα βαθμό να συνομιλεί το ντοκιμαντέρ του Ψυλλάκη.
Η βαθιά αγάπη του ζεύγους Γκριβέλ -ζεσταίνουν την καρδιά οι σκηνές με τα πειράγματα των δύο τους - χαρίζει ένα επιπλέον επίπεδο ανάγνωσης στην ταινία, ιδιαίτερα έτσι όπως μοιάζει ν’ αντιστοιχεί στη σχέση που είχαν ο Φουντουλάκης κι ο Ρεμουντάκης με τις δικές τους γυναίκες. Η ελληνικότητα του Γκριβέλ αναδεικνύεται πηγαία συνεχώς σαν αναπόσπαστο πια κομμάτι του εαυτού του με τις σκηνές δίπλα στα κύματα να είναι απ’ τις καλύτερες της ταινίας.
Η ανθρώπινη ψυχή μοιάζει τελικά να γίνεται κι αυτή πρωταγωνίστρια των Σμιλεμένων Ψυχών, έτσι όπως δεν αποθαρρύνεται και δεν παραιτείται, παρά αφήνει την αρρώστια ή τις δυσκολίες να την σμιλέψουνε σ’ ένα άλλο είδος ομορφιάς που υπερβαίνει όλες τις εξωτερικές παραμορφώσεις. Αν σ’ αυτόν τον κόσμο που ολοένα στενεύει όπως λέει ο Σεφέρης και μας θυμίζει ο Γκριβέλ πρέπει να αναζητάμε τον άνθρωπο όπου κι αν βρίσκεται, στις Σμιλεμένες ψυχές δεν έχουμε παρά να κάτσουμε αναπαυτικά στη θέση μας ως θεατές και γοητευμένοι και συγκινημένοι θα τον βρούμε. Και για καλό φευγιό θ’ ακούσουμε κι ένα αισθαντικό τραγούδισμα απ’ το Γιάννη Χαρούλη -που έχει γράψει και την πρωτότυπη μουσική της ταινίας- ως έξτρα δώρο.

*Στο τελικό μοντάζ αναφέρονται οι Σταύρος Ψυλλάκης, Σπύρος Κόκκας.

(27ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης)