Γυναικείες μεταμορφώσεις, διπλές ζωές ή διπλές ταυτότητες: τα όπλα της γυναικείας επιθετικότητας απέναντι στον άνδρα προκαλούν σχεδόν πάντα αμηχανία. Μια αμηχανία η οποία συνήθως υποκρύπτει την παραδοσιακή ανδρική επιφυλακτικότητα απέναντι στη γυναικεία σεξουαλικότητα και τα μυστήρια της. Όπλα που χρησιμοποιούνται στην πάλη αρσενικού- θηλυκού με στόχο, είτε την επιβίωση σ’ ένα σκληρό και αφιλόξενο κόσμο, είτε συχνότερα την απόλυτη κυριαρχία πάνω στο ανεξάρτητο αρσενικό. Παράλληλα η χρήση των στερεότυπων και των συμβάσεων περί «γυναικείας κακότητας», δεν είναι παρά ένας τρόπος για να εκφρασθεί μέσα από το απόλυτο των κανόνων, ένας πλάγιος ανδρικός λόγος απορίας απέναντι στην γυναικεία φύση. Μακριά λοιπόν από τα γεμάτα συγκατάβαση και κατανόηση γυναικεία πρόσωπα, τις μητρικές φιγούρες, ο λόγος για γυναίκες ελάχιστα αθώες , γυναίκες επικίνδυνες, γυναίκες απειλητικές, γυναίκες διπλοπρόσωπες, για τις femme fatales...
Στην ταινία Scarlet Street (ε.τ. Η Σκύλα, 1945, Fritz Lang) -αρχέτυπο μελόδραμα, όπου το θύμα είναι άνδρας- η αφήγηση στήνεται γύρω από μια επιχείρηση εξαπάτησης του άνδρα. Η γυναίκα (Joan Bennett) ζει τη διπλή της ζωή, αποπλανώντας αλλά και εξαπατώντας τον άνδρα. Η σκηνοθεσία αντιστοιχίζει στη δική της διπλή ζωή, το ψεύδος του άνδρα και τη δική του διπλή ζωή. Η διαφορά ανάμεσα στο ανδρικό και γυναικείο ψεύδος δεν είναι μόνο ηθικής τάξης: για τον άνδρα είναι η προσπάθεια να κερδίσει τη γυναικεία εύνοια, να τη γοητεύσει, ενώ για την γυναίκα το διπλοπρόσωπό της στοχεύει στο να απομυζήσει τη ζωτικότητα του άνδρα. Για τον άνδρα το ψεύδος οδηγεί στην καλλιτεχνική δημιουργία, αντίθετα για την γυναίκα στον θάνατο.
Εξαπάτηση του άνδρα έχουμε και στο Body Heat (1981, Lawrence Kasdan), εδώ όμως το γυναικείο ψεύδος (και η αντίστοιχη διπλή ζωή) κρύβεται από τα βλέμματα του θεατή και του ήρωα. Οργανώνοντας μια επιχείρηση κυριαρχίας και αποπλάνησης, η γυναικεία παρουσία (Kathleen Turner), αποκαλύπτεται μόνο στο τέλος στα μάτια του άναυδου ήρωα, αλλα και θεατή. Η ερωτική της σαγήνη έχει οδηγήσει -ήρωα και μαζί του τους θεατές- στην εθελοτυφλία, καθώς αρνούνται να διαβάσουν τα σημάδια της εξαπάτησης. Στον ίδιο θεματικό πλαίσιο βρίσκεται και η ταινία Black Widow (1986, Bob Rafelson) -εδώ οι άνδρες, απόντες ως δρώντα πρόσωπα, παραμένουν πάντα τα θύματα της ερωτικής τους επιθυμίας. Η αφήγηση της ταινίας οργανώνεται γύρω από την αντίθεση των δύο κεντρικών γυναικείων προσώπων, καθώς η πρώτη προσπαθεί να ανακαλύψει την αληθινή ταυτότητα, να αποκαλύψει το ψεύδος της δεύτερης. Οι σχέσεις κυνηγού/ θηράματος -κυρίαρχες στο αφηγηματικό πλαίσιο- υποκρύπτουν σχέσεις μιας λανθάνουσας γυναικείας ομοφυλοφιλίας (που υπονοείται αλλά ποτέ δεν δείχνεται). Η έλξη/ απώθηση που αισθάνεται η ντετέκτιβ (Debra Winger) για την ηρωίδα (Theresa Russell) την οδηγεί σε συναισθήματα φθόνου και ζήλιας, καθώς αναγνωρίζει στη διάχυτη θηλυκότητα της (στοιχείο της οποίας αποτελεί και η εξαπάτηση) αρχέτυπα χαρακτηριστικά του φύλου.
Αν προηγούμενες ταινίες διακρίνονται για τους ήπιους τόνους της γυναικείας επιθετικότητας (αλλά και την ανδρική παθητικότητα), η συνέχεια δείχνει άκρως επικίνδυνη και βίαιη. Είναι η ψυχοπαθολογία που ανιχνεύεται στο γυναικείο πρόσωπο, στην ταινία Play Misty For Me (1971, Clint Eastwood). Εδώ ο άνδρας θα βρεθεί αντιμέτωπος με τη μεταμόρφωση της περιστασιακής του ερωτικής συντρόφου (Jessica Walter) σε έξαλλη μαινάδα. Μια αλλαγή που αφορμή έχει την απρόσμενη ερωτική απόρριψη, αλλά η αφετηρία της βρίσκεται στην αντιστροφή της απόλυτης αφοσίωσης. Καθώς η ζήλια θρέφει την επιθετικότητα, η βία μοιάζει ως μέσο σωφρονισμού για τον αδιάφορο και ανεξάρτητο άνδρα. Αναλογίες και ομοιότητες με τα προηγούμενα συναντάμε στην επόμενη ταινία, Fatal Attraction (1987, Andrian Lyne). Και εδώ η απόρριψη θα οδηγήσει στη βίαιη μεταμόρφωση της γυναίκας, μόνο που η αλλαγή αντιστοιχίζεται με την εξαπάτηση του άνδρα, μια τιμωρία του για την παραβίαση της οικογενειακής τάξης. Η γυναίκα (Glenn Close) παρουσιάζεται ως τραγικό πρόσωπο, μια ύπαρξη απόλυτα μοναχική -και η απότομη μεταμόρφωσή της ως μια διέξοδος επιβίωσης. Μεταμορφώσεις και διπλές ζωές έχουμε και στην ταινία Batman Returns (1992, Tim Barton), που δεν αφορούν μόνο τον κεντρικό χαρακτήρα, αλλά και την αντίπαλο του (Michelle Pfeifer). Εδώ η γυναίκα εμφανίζεται διχασμένη ανάμεσα σε μια θηλυκή παθητικότητα και σε μια επιθετικότητα απέναντι στον άνδρα. Η σύνδεση της γυναικείας σεξουαλικότητας με την ανισορροπία του προσώπου, συμπυκνώνει, ίσως με τον καθαρότερο τρόπο, τον εσωτερικό διχασμό της γυναίκας. Η ισορροπία δείχνει επικίνδυνη και ορισμένες φορές βίαιη...
Δημήτρης Μπάμπας (28/11/1994)