Ο όρος "cult film" συνοδεύεται συχνά από μια ασάφεια: υπονοεί ταινίες που ανήκουν στην προσωπική μυθολογία ενός θεατή (με τίτλους όπως Blade Runner ή Casablanca), αλλά και ταινίες που γνώρισαν επιτυχία στο κύκλωμα των μεταμεσονύκτιων προβολών. Ο ίδιος ο όρος επιτρέπει αυτήν την απροσδιοριστία, καθώς ορίζει μυθοπλασίες οι οποίες έχουν αποκτήσει λατρευτική αξία, μια ιερότητα που πηγάζει από την ιδιαίτερη σχέση που διαμορφώνει ο θεατής με τις εικόνες. Αρνούμενοι την πρώτη περίπτωση -καθώς θα οδηγούσε στον υποκειμενισμό-, θα περιορίσουμε τον προς διαπραγμάτευση χώρο, σε αυτές που συγκρότησαν ή διαμόρφωσαν την μυθολογία των cult films: είναι ταινίες οι οποίες έχουν γίνει αντικείμενα ιδιαίτερης λατρείας από μειοψηφίες θεατών, η θέαση των οποίων έχει το βάρος ή την σημασία μια “ιερής” τελετουργίας, οι εικόνες των οποίων είναι σημεία ή/ και σύμβολα ταυτότητας και συνοχής της ομάδας.
Ο περιορισμός αυτός μας επιτρέπει να εισάγουμε μια αναγκαία κοινωνική διάσταση στον όρο, αφού οι ταινίες αυτές έχουν μια ιδιαίτερη θέση στο πολιτιστικό σύμπαν κάποιων μειοψηφιών -ενώ ταυτόχρονα συνοδεύονται συχνά τόσο από την κριτική απαρέσκεια, όσο και από την αδιαφορία ή την αποστροφή από την πλειοψηφία των κινηματογραφόφιλων. Ταινίες όπως Eraserhead, Rocky Horror Picture Show, Mad Max, Godzilla, Freaks ή σκηνοθέτες όπως Russ Meyer, John Waters, George Romero, Ed Wood αποτελούν τον χώρο των cult-film. Ένας χώρος περιχαρακωμένος απέναντι στο κυρίαρχο σινεμά, καθώς οι ταινίες του ορίζονται από μειοψηφικές αξίες: αποτελούν δηλαδή έναν εναλλακτικό κόσμο για τους θεατές τους απέναντι στην κρατούσα ομοιομορφία.
Ο τόπος όπου μια τέτοια ταινία αποκτά αυτόν τον χαρακτηρισμό είναι η κινηματογραφική αίθουσα: Καθώς οι εικόνες των προαναφερόμενων ταινιών έχουν την σημασία ενός λατρευτικού αντικείμενου, ως τόπος της λατρείας, ο ναός όπου υμνούνται οι “ιεροί” μύθοι, ορίζεται η αίθουσα. Μέσα σ’ αυτόν τον χώρο η προβολή της cult-ταινίας αποτελεί μια τελετή συγκέντρωσης για τους πιστούς της, η δε θέαση της διαθέτει ένα “ιερό” τελετουργικό ανάλογο του μύθου της ταινίας -που προκύπτει από τη διαλεκτική σχέση του θεατή με τις εικόνες. Όμως η επαναλαμβανόμενη συχνά, θέαση της αποτελεί και μια δήλωση πίστης στις εικόνες της και στα πολιτιστικά υπονοούμενα/ συμφραζόμενα με τα οποία έχει συνδεθεί. Αυτά τα πολιτιστικά υπονοούμενα/ συμφραζόμενα -δηλαδή η ιδιαίτερη κουλτούρα που προκύπτει από τη μυθοπλασία- επιτρέπουν στην cult ταινία να επιβιώνει της φθοράς του χρόνου.
Υπάρχει κάποιο κοινό χαρακτηριστικό στις cult ταινίες που αιτιολογεί αυτήν την εμμονή και προσήλωση του μειοψηφικού κοινού: Καθώς οι cult ταινίες έχουν ως κοινό τόπο το ιδιόμορφο και το παράξενο, το ταπεινό και το ευτελές, οι εικόνες τους μοιάζουν ως αίρεση απέναντι στην κρατούσα θρησκεία των εικόνων. Αυτό λοιπόν που οι θεατές αποζητούν σ’ αυτές τις ταινίες είναι καταρχήν η διαφορετικότητα, το αποκλίνον από την κυρίαρχη κανονικότητα και συμβατικότητα. Όμως τα προηγούμενα έχουν επίσης και μια ενδιαφέρουσα πλευρά -που αφορά την διαδικασία πρόσληψης (ή ανάγνωσης) των εικόνων από τον θεατή: Αυτή η λατρεία του ταπεινού και του ευτελούς, προσφέρει χώρο για την ανάπτυξη υποκειμενικών αναγνώσεων που υπερβαίνουν το φιλμικό κείμενο και αρκετές φορές διαστρέφουν τα νοήματα του. Ο θεατής δεν έχει να αναμετρηθεί με την Αισθητική του έργου, αλλά μάλλον με την απουσία της (ή την αμηχανία της) και αυτό του επιτρέπει συχνά αυθαίρετες ερμηνείες.
Αξίζει τέλος να επισημάνουμε και μια πολύ ουσιαστική διάσταση του θέματος: αυτή η επαναλαμβανόμενη κοινωνία των εικόνων, η λατρευτική εμμονή στις μυθοπλασίες, δεν προκύπτει μόνο από την εναλλακτικές αξίες του μύθου, αλλά και από ένα ιδιόμορφο φετιχισμό που χαρακτηρίζει τον θεατή: η ταινία χάνει την σημασία της ως αισθητικό φαινόμενο και μετατρέπεται σ ’ένα σκοτεινό και διαστροφικό αντικείμενο του πόθου, ταγμένο να προσφέρει στο πιστό της ένοχες απολαύσεις. Όντας οι εικόνες ένα αντικείμενο λατρείας για τον θεατή, οι cult ταινίες θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως το ανώτερο στάδιο της κινηματογραφοφιλίας.
Δημήτρης Μπάμπας