του Samuel Fuller
fuller.jpg

Δεν μ' αρέσει να απομυθοποιώ. Μ' αρέσουν οι μύθοι και οι θρύλοι που ξεκίνησαν από την Παλιά Διαθήκη, πέρασαν στην Ελληνική και Ρωμαϊκή Μυθολογία και ακόμα μας μαγεύουν με τα παραμύθια. Μετά ήρθαν οι ταινίες και άνοιξαν τις πόρτες στα κινούμενα σχέδια -δίνοντας ζωή ακόμα και σ' ένα παραμύθι όπως η Χιονάτη.
Αυτή είναι η μαγεία των ταινιών. Ταινίες φυσικά που είναι φανταστικές. Ή δεν είναι; Πόση πράγματι αλήθεια υπάρχει σ' αυτές; Πόσο ψεύδος υπάρχει στη μυθοπλασία; Μια εφημερίδα ζει από τα γεγονότα. Μια ταινία ζει από την μυθοπλασία. Υπάρχει μια μεγάλη διαφορά. Ένα γεγονός είναι ορατό στους πάντες -ωστόσο ένα γεγονός μπορεί να' ναι αληθές για ένα πρόσωπο και ψευδές για ένα άλλο.
Η μυθοπλασία δεν έχει όρια, δεν έχει νόμους, δεν έχει κανόνες. Η μυθοπλασία είναι ψυχαγωγία. Και η κινηματογραφική μυθοπλασία είναι η βασίλίσσα της ψυχαγωγίας, γιατί μπορεί να προσφέρει ιστορίες καλλιτεχνών, συγγραφέων, ποιητών, εφευρετών, εξερευνητών που μπορούν να σας ξεσηκώσουν από τις θέσεις σας, με δράση που δεν μπορείτε να δείτε σε κανένα άλλο μέσο επικοινωνίας.
Οι ταινίες έχουν τόση δύναμη που μπορούν να αλλάξουν τον νόμο.
Και θα σας πω για μια ταινία που το κατάφερε.
Για πολλά χρόνια η Αμερική γνώριζε για τους ξυλοδαρμούς και τις κακοποιήσεις που συνέβαιναν στους έγκλειστους των φυλακών. Η γνώση αυτή δεν ήταν τόσο ισχυρή ώστε να διαταράξει τον ύπνο των Αμερικανών. Οι εφημερίδες δημοσιοποιούσαν τους ξυλοδαρμούς -οι αναγνώστες αντιδρούσαν, όμως γυρνούσαν την σελίδα σε μία άλλη είδηση και απάνθρωπη μεταχείριση των φυλακισμένων είχε ξεχαστεί.
Το 1932 η ταινία I Am a Fugitive from a Chain Gang προβλήθηκε στους κινηματογράφους της Αμερικής. Πρωταγωνιστούσε ο Paul Muni ως φυλακισμένος, σκηνοθετούσε ο Melvin Le Roy και ήταν μια μυθοπλασία που βασιζόταν ελεύθερα στην πραγματική ιστορία ενός φυλακισμένου που είχε αποδράσει από ένα κάτεργο, ωστόσο πιάστηκε, δάρθηκε, ξυλοκοπήθηκε και μαστιγώθηκε, έως ότου να δραπετεύσει πάλι. Αυτή την φορά εξαφανίσθηκε.
Η γνωστή ιστορία των διεστραμμένων φρουρών να ξυλοκοπούν αγρίως όποιο κρατούμενο δεν τους άρεσε.
Η ταινία, παρόλα αυτά, υπερείχε σε κάτι έναντι των φρουρών, δεσμοφυλάκων και ακόμα και οι εφημερίδες οργίστηκαν μ' αυτά τα μεσαιωνικά βασανιστήρια στα σύγχρονα επανορθωτικά τους ιδρύματα. Αυτό το πλεονέκτημα ήταν η κάμερα.
Αυτό το πλεονέκτημα ήταν η μυθοπλασία. Πάνω στην οθόνη έβλεπες πολύ καθαρά κάθε λεπτό αυτής της μυθοπλασίας. Επειδή όλα ήταν εικόνες, κατέληγες να ταυτίζεσαι με τον Muni: δεν έβλεπες μόνο, αισθανόσουν τη δύναμη, την αδυναμία, το σθένος, τον θυμό, την απουσία βοήθειας. Και αυτό που έβλεπες ήταν τόσο έντονα συναισθηματικό που σε σοκάρει.
Όμως μία στιγμή. Αυτό είναι μόνο η αρχή της αφήγησης της ταινίας.
Μαστιγωθήκαμε με τον Muni, πονούσαμε με κάθε κτύπημα στο κεφάλι και στην πλάτη. Ήμασταν ο Muni, επειδή τα κοντινά πλάνα της κάμερας μπορούσαν να το κάνουν αυτό. Ζαρώναμε από τον φόβο με τον Muni στο άκουσμα ενός ήχου. Βογκούσαμε μαζί του, καθώς κανένας δεν υπήρχε για να περιποιηθεί τις πληγές, τους μώλωπες στην πλάτη.
Αποδράσαμε, τρέξαμε. Που; Κάθε στιγμή θα μπορούσαν να μας πιάσουν. Και όσο περισσότερο ήμασταν ο Muni τόσο η μυθοπλασία της βαρβαρότητας στην ταινία γινόταν αληθινή. Γιατί; Επειδή μας σφυροκοπούσε το συναίσθημα.
Περάσαμε τέτοια απάνθρωπη δοκιμασία ώστε αυτό που μπορούσαμε να κάνουμε ήταν να γράψουμε στον διευθυντή των φυλακών, στον κυβερνήτη και στις εφημερίδες.
Και το κάναμε. Χιλιάδες γράμματα. Χιλιάδες γράμματα οργής και αποτροπιασμού έφθασαν στον Λευκό Οίκο.
Οι άνθρωποι που είδαν την ταινία ανάγκασαν την πολιτεία της Georgia να θέσει εκτός νόμου τα καταναγκαστικά έργα στις φυλακές. Ο διοικητής των φυλακών παύτηκε. Και ένας θεός ξέρει τι έγινε ο κυβερνήτης.
Όπως έγραψε ο Hippolito, Cardinal D' Este στις αρχές του 16ου αιώνα: “Αν δεν είναι αλήθεια, είναι όμως πολύ καλά επινοημένο”.

(Δημοσιεύθηκε στην έκδοση PROJECTIONS 1. Απόδοση Δημήτρης Μπάμπας).