«Νομίζω ότι τα κινηματογραφικά φεστιβάλ είναι υπέρ-εκτιμημένα. Δεν σημαίνουν τίποτα. Και αυτό ισχύει για όλα, είτε είναι οι Κάννες, η Βενετία, το Βερολίνο ή η Ουαγκαντούγκου, στην Μπουργκίνα Φάσο».
Werner Herzog, πρόεδρος της κριτικής επιτροπής της Berlinale 2010
Shopping mall, Carrefour, Μπουτίκ, Lidl. Κάθε μεγάλο ή μικρό διεθνές φεστιβάλ είναι μια τεράστια αγορά. Ιδιαίτερα στα μεγάλα φεστιβάλ -Κάννες, Βενετία, Βερολίνο- ακόμα και αν θέλεις να αγνοήσεις το γεγονός σού το υπενθυμίζουν διαρκώς τα έντυπα της βιομηχανίας –Variety, Screen International, The Hollywood Reporter –και τα διαφημιστικά των ταινιών που κατακλύζουν τους χώρους. Το πλήθος των ειδικών προβολών για διανομείς, παραγωγούς –απρόσιτες σε κριτικούς και απλούς θεατές –είναι μια αθέατη πλευρά των διεθνών φεστιβάλ.
Τέσσερις τρόποι –μοντέλα υπάρχουν όταν οργανώνεις ένα φεστιβάλ/ αγορά. Οι τρόποι αυτοί δεν είναι επιλογή των υπεύθυνων, αλλά πολλές φορές ο μοναδικός δρόμος που επιβάλλει ο ανταγωνισμός.
Το πρώτο μοντέλο είναι ενός φεστιβάλ Shopping Mall: ονόματα- φίρμες (σκηνοθέτες, ταινίες) κατάλληλα τοποθετημένες για να προσελκύσουν το καταναλωτικό κοινό. Ένα φεστιβάλ χωρίς ιδαίτερη προσωπικότητα. Η ποιότητα είναι σχετική. Είναι η περίπτωση του Φεστιβάλ του Τορόντο.
Στο δεύτερο μοντέλο ο όγκος του φεστιβάλ είναι τεράστιος, το πλήθος των προϊόντων -ταινιών επίσης το ίδιο, η ποιότητα κυμαίνεται, υπάρχουν προϊόντα –μάρκες αλλά και άλλα λιγότερο γνωστά. Το φεστιβάλ –αγορά έχει τα πάντα. Είναι το μοντέλο Carrefour και φυσικά το μοντέλο των Καννών.
Υπάρχει το φεστιβάλ – μπουτίκ. Εδώ αυτό που ‘χει σημασία είναι η αισθητική του χώρου, το επίπεδο των προϊόντων, η συνολική εικόνα. Αυτή είναι η περίπτωση των μικρών φεστιβάλ, τύπου Βιέννης, Θεσσαλονίκης, Κωνσταντινούπολης.
Και τέλος υπάρχει το μοντέλο φεστιβάλ- Lidl. Άλλοτε λύση ανάγκης και άλλοτε επιλογής, το μοντέλο αυτό στηρίζεται στην ύπαρξη δύο τριών ονομάτων –μάρκες (Martin Scorsese Shutter Island, Roman Polanski, Ghost Writer, Zhang Yimou, A Woman, a Gun and a Noodle Shop) και ένα πλήθος λιγότερο γνωστών ή ανώνυμων προϊόντων -κάποια από τα οποία μιμούνται πρότυπα ήδη γνωστά από άλλες αγορές-φεστιβάλ. Σ’ αυτήν την περίπτωση η εμπειρία των αγορών (δηλαδή της παρακολούθησης) μπορεί να’ ναι στα αλήθεια συναρπαστική: ο αγοραστής ανακαλύπτει ταινίες–προϊόντα με εξαιρετική αναλογία τιμής-ποιότητας. Ή μπορεί να’ ναι, και άκρως απογοητευτική. Πλην ελάχιστων εξαιρέσεων, αυτή ήταν η περίπτωση της Berlinale 2010.
«Το 2009 είδα μόνο δύο κινηματογραφικές ταινίες και ήταν τόσο άθλιες που καλύτερα να μην αναφέρω το όνομα τους».
Werner Herzog, πρόεδρος της κριτικής επιτροπής της Berlinale 2010
Η Ασία στο Βερολίνο. Η πόλη είναι γεμάτη με ασιατικά εστιατόρια -κινέζικα, βιετναμέζικα, ταϋλανδέζικα, ινδικά. Ίσως η πιο ασιατική ευρωπαϊκή μεγαλούπολη. Το φεστιβάλ του Βερολίνου υπήρξε ο τόπος όπου ασιάτες σκηνοθέτες όπως οι Ang Lee, Johnnie To, Park Chan- Wook, Kim Ki-duk, Zhang Yimou βρήκαν ένα φιλόξενο βήμα για να προσεγγίσουν το δυτικό κοινό. Αυτή η παράδοση ρίχνει βαριά τη σκιά στο φεστιβάλ, επιβάλλοντας μια ισχυρή ασιατική παρουσία. Αυτή η παρουσία πολλές φορές είτε δεν δικαιολογείται από τις περιστάσεις, είτε καταλήγει να’ ναι άτεχνη και αδιάφορη (A Crowd of Three, Monga) και άκρως συμβατική (Sawako Decides, Au revoir Taipei). Σ’ αυτήν την περίπτωση μένει ο θεατής μένει μια άσχημη γεύση στο στόμα.
A Woman, a Gun and a Noodle Shop. Έχοντας ως αφετηρία την πρώτη ταινία των αδελφών Coen, Blood Simple, ο Zhang Yimou απομακρύνεται από τα μπαλέτα-χορογραφίες πολεμικών τεχνών και προσεγγίζει το χώρο της μαύρης κωμωδίας. Εκτός των προσώπων κεντρικό ρόλο σ’ αυτή την ταινία έχουν οι χώροι : ένα κλειστό υπόγειο δωμάτιο, η αχανής έρημοι της επαρχίας Shaanxi. Με αναφορές ακατανόητες στο δυτικό κοινό- στην όπερα του Πεκίνου-, η ταινία χαρακτηρίζεται από ένα χιούμορ τυπικό κινέζικο. Η ταινία θα μπορούσε να θεωρηθεί και ένα αυτοναφορικό ειρωνικό σχόλιο στις ιστορίες συζυγικής απιστίας που απασχόλησαν τον Zhang Yimou στις αρχές της καριέρας του.
Wang Quan’ an. Βραβείο Σεναρίου. Μια ταινία επανένωσης. «Βασικά κάνω ταινίες για αυτά που μου είναι οικεία. Είναι δύσκολο για μένα να κάνω μια ταινία για κάτι που δεν ξέρω πραγματικά. Η ιστορία της ταινίας Apart Together αντανακλά τους απλούς ανθρώπους: κάνω ταινίες για απλούς ανθρώπους. Αφορά το πώς ομάδες ανθρώπων στη Σαγκάη κατά τη διάρκεια του κινέζικου εμφυλίου πολέμου αντιμετώπισαν το γεγονός του χωρισμού. Πολλές εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες χωρίσθηκαν κατά αυτόν τον τρόπο. Αυτού του είδους η ιστορία στην Κίνα είναι κάτι που έχουμε συζητήσει αρκετά. Επιπλέον είναι κάτι που ‘χει επίσης συζητηθεί και σ’ άλλες χώρες όπου συνέβη κάτι ανάλογο- στην Γερμανία ή αλλού. Νομίζω ότι μπορούμε να υπερβούμε τον γεωγραφικό διαχωρισμό, αλλά πως θα μπορέσουμε να ξεπεράσουμε 60 χρόνια ιστορίας; Οι οικογένειες θα πρέπει να ξανά ενώνονται όμως αυτό δεν είναι πάντα εύκολο. Νομίζω ότι το να ‘σαι χώρια είναι δύσκολο, αλλά ορισμένες φορές το να ‘σαι μαζί είναι ακόμα δυσκολότερο.
(…) Είμαι βόρειος στην καταγωγή αλλά πήγα στη Σαγκάη για να γυρίσω ταινία. Αυτό ήταν ριψοκίνδυνο. Στην Κίνα όλοι οι διάσημοι σκηνοθέτες όπως ο Zhang Yimou, ο Chen Kaige έχουν κάνει ταινίες στη Σαγκάη. Δεν είναι από κει, όμως εκεί «πεθαίνουν». Οι ταινίες [που έκανα εκεί] δεν ήταν τόσο πετυχημένες. Αποφάσισα λοιπόν να δοκιμάσω, να γυρίσω μια μεγαλύτερη ιστορία εκεί, κάτι ιστορικό. Πάντα ήθελα να γυρίσω μια ιστορία που να περιέχει χαρακτήρες όπως (ο διάσημος γκάνγκστερ) Du Yuesheng, να δω αν μπορώ να γυρίσω εκεί και να κάνω κάτι άλλο. (συνέντευξη στο περιοδικό The Daily (Berlin)/ The Hollywood Reporter).
«Ειλικρινά θεωρώ την απονομή βραβείων ένα ευαίσθητο ζήτημα. Ταιριάζει μάλλον περισσότερο με τα καλλιστεία σκύλων».
Werner Herzog, πρόεδρος της κριτικής επιτροπής της Berlinale 2010
Caterpillar-Koji Wakamatsu. Κεντρικό πρόσωπο μια νεαρή γυναίκα της οποίας ο σύζυγος επιστρέφει βαρύτατα ακρωτηριασμένος από το σινο-ιαπωνικό πόλεμο. Πορτραίτο ενός γυναικείου χαρακτήρα, περιγραφή μιας πολύπλοκης σαδο-μαζοχιστική συζυγικής σχέσης, αντιπολεμική παραβολή για την εσωτερική κατάσταση στην Ιαπωνία την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο βετεράνος Ιάπωνας σκηνοθέτης βρίσκει ξανά τους κλειστούς χώρους και την εμμονή στο σεξ της πειραματικής «pinku» περιόδου του. Και όπως σ’ όλες τις ταινίες του έτσι και εδώ το σεξ τοποθετείται πάντα σ’ ένα ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο.
«Είμαι ψυχικά υγιής. Νομίζω ότι έχω περισσότερη πνευματική υγεία απ’ όλη την κινηματογραφική βιομηχανία των ΗΠΑ, παραδείγματος χάριν».
Werner Herzog, πρόεδρος της κριτικής επιτροπής της Berlinale 2010
Sharunas Bartas- Eastern Drift. «Αυτό που μπορώ να κάνω με τον κινηματογράφο είναι να δείξω για μια στιγμή την ανθρώπινη ύπαρξη», δηλώνει ο Λιθουανός σκηνοθέτη. Η ταινία σηματοδοτεί μια στροφή για το σκηνοθέτη. Εγκαταλείποντας την ελλειπτική αφήγηση και τις ασάφειες, ο Sharunas Bartas κάνει ένα φιλμ νουάρ για τον 21ου αιώνα. Ένας νεαρός άνδρας προσπαθεί να τακτοποιήσει τις εκκρεμείς υποθέσεις του με τη ρωσική μαφία και ξαφνικά βρίσκεται κυνηγημένος. Η σκοτεινή ατμόσφαιρα, οι διαδρομές μέσα στον χώρο, τα σύνορα ως όρια που συνεχώς παραβιάζονται, η απόγνωση της ανθρώπινης ύπαρξης: η θεματολογία του σκηνοθέτη είναι τοποθετημένη σ’ ένα νέο πλαίσιο, μιας αφήγησης σφιχτά και αυστηρά δομημένης. «Ο ήρωας είναι γεμάτος αντιφατικές επιθυμίες αναζητά την ευτυχία ενώ φτύνει αίμα. Κατά τη γνώμη η ιστορία του λέει κάτι για τον κόσμο μας», δηλώνει.
Shimazu Yasujiro. Σκηνοθέτης του ιαπωνικού σινεμά της δεκαετίας του 30.Οι ταινίες του απεικονίζουν τις ζωές των απλών ανθρώπων και οι περισσότερες είναι δράματα κλειστών χώρων, ρομαντικές κομεντί ή γυναικεία πορτραίτα. Ο ιάπωνας κριτικός Sato Tadao, σημειώνει «Δεν ήταν το είδος του σκηνοθέτη που εκ των προτέρων προετοιμάζει σχεδιαγράμματα για τα γυρίσματα. Έλεγε ότι δεν μπορούσε να αποφασίσει ποιος ήταν ο καλύτερος τρόπος για να κινήσει τους ηθοποιούς ή αν θα φιλμάρει σε γκρο πλάνο ή μακρινό παρά μόνο αν παρατηρούσε την κατάσταση και τον περίγυρο». Γύρισε ένα είδος μικροαστικών ταινιών που έγιναν γνωστές ως ταινίες στο «στυλ Kamata»
Our Fantastic 21st Century- Ryu Hyung-ki. H Soo-young είναι σε κρίση. Προσπαθεί να γίνει σχεδιάστρια μόδα. Θέλει να κάνει λιποαναρρόφηση. Χρειάζεται χρήματα. Και ο φίλος της την έχει εγκαταλείψει. Ακριβές και ευαίσθητο στην απεικόνιση της συναισθηματικής κατάστασης της κεντρικής ηρωίδας, το γυναικείο αυτό πορτραίτο μοιάζει να αντανακλά όλο το άγχος και την εσωτερική πίεση μιας γενιάς. Η απόγνωση και η αδυναμία, η παθητικότητα και η απραξία λειτουργούν ως τοίχοι μιας φυλακής από την οποία η ηρωίδα πρέπει να αποδράσει.
Metropolis - Fritz Lang. Επανέρχεται διαρκώς στην επικαιρότητα. Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, οι εικόνες της στοιχειώνουν το πολιτιστικό τοπίο και ιδιαίτερα την ποπ κουλτούρα, μ’ ένα φάσμα των επιρροών ευρύ και πολυποίκιλο: λογοτεχνία, σινεμά, μουσική, κόμικς, design, αρχιτεκτονική. Αντικείμενο μιας σπάνιας για κινηματογραφική ταινία, εντυπωσιακής στην οργάνωση έκθεσης στην Deutsche Kinemathek, θέμα μιας ογκωδέστατης έκδοσης αλλά και ενός συμποσίου, εναρκτήρια ταινία της πρόσφατης Berlinale –προβλήθηκε σ’ ανοικτή προβολή στην εμβληματική Πύλη του Βραδεμβούργου- η ταινία Μητρόπολη γνωρίζει τη δημοσιότητα για έναν πολύ σημαντικό λόγο: μετά από 80 χρόνια οι θεατές μπορούν πάλι να την παρακολουθήσουν ολοκληρωμένη.
Στην ταινία ο Fritz Lang παρουσιάζει μια άκρως απαισιόδοξη εκδοχή του μελλοντικού κόσμου όπου η εξουσία ασκείται μ’ ένα τρόπο απολυταρχικό, οι κοινωνικές αντιθέσεις ανάμεσα στον κόσμο του κεφαλαίου και σ’ αυτό της εργασίας είναι ακραίες και η εξέγερση δείχνει ως η αναπόφευκτη εξέλιξη. Δεν λείπουν από τη δραματική πλοκή και οι ανησυχίες για την ανεξέλεγκτη και «ανήθικη» ανάπτυξη της επιστήμης. Η ταινία σήμερα δείχνει σ’ ορισμένα σημεία της τραγικά επίκαιρη.
Δημήτρης Μπάμπας