(3ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ -"Εικόνες του 21ου Αιώνα")
docfesti.jpg

"Ομιλούσες κεφαλές" (talking heads) είναι μια έκφραση που χρησιμοποιείται στην αγγλική γλώσσα για να περιγράψει ένα από τα χαρακτηριστικά που διαφοροποιούν την τηλεοπτική εικόνα από την κινηματογραφική: Ένα πρόσωπο απευθύνεται στους θεατές, κοιτώντας τον (τηλεοπτικό) φακό. Αυτή εικόνα, που συνιστά έναν απαγορευμένο καρπό για την κινηματογραφική αισθητική, βρίσκεται στην τηλεόραση παντού: στις ειδήσεις, στις εκπομπές λόγου, στα σόου, τέλος στα ντοκιμαντέρ -μόνη εξαίρεση, λόγω της κινηματογραφικής καταγωγής τους, οι τηλεοπτικές σειρές. Σήμα που ορίζει την τηλεοπτική επικράτεια οι "ομιλούσες κεφαλές" επικράτησαν στο 3ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ -"Εικόνες του 21ου Αιώνα".
Μετέωρο ανάμεσα σ' ένα τηλεοπτικό παρόν και σ' ένα παρελθόν κινηματογραφικό, το ντοκιμαντέρ σήμερα βρίσκεται σ' ένα κρίσιμο σημείο. Μια αόρατη διαχωριστική γραμμή διασχίζει τον χώρο: από την μια πλευρά υπάρχουν ντοκιμαντέρ που η εμβέλεια τους δεν υπερβαίνει τα στενά όρια του τηλεοπτικού κάδρου και από την άλλη ταινίες που αναζητούν μια έκφραση καθαρά κινηματογραφική. Φιλοξενούμενο κυρίως στην τηλεόραση το ντοκιμαντέρ βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπο με τους κινδύνους μιας συγκατοίκησης: ενσωματώνοντας στοιχεία ενός τηλεοπτικού λόγου, κινδυνεύει να απεμπολήσει τα κινηματογραφικά του χαρακτηριστικά (και ότι συνεπάγεται αυτό), καταλήγοντας να γίνει ένα ακόμα τηλεοπτικό είδος, το αναγκαίο και επιθυμητό αντίβαρο στην τηλεοπτική έκπτωση.
Αυτά τα τηλεοπτικά ντοκιμαντέρ έχουν έναν μόνο στόχο να καταγράψουν και να απεικονίσουν την πραγματικότητα (όπως την αντιλαμβάνεται η τηλεόραση), να γίνουν δηλαδή μια άλλη μορφή τηλεοπτικής δημοσιογραφίας. Συγκροτούν έναν χώρο όπου ο δημοσιογραφικός λόγος καλλιεργείται, όπου τα αποτελέσματα της δημοσιογραφικής έρευνας εκτίθενται. Στην καλύτερη των περιπτώσεων το τελικό αποτέλεσμα διαθέτει κυρίως μια πληροφοριακή αξία, καθώς όλα τα εκφραστικά μέσα της σκηνοθεσίας τάσσονται στο πλευρό της πληροφόρησης. Το θέμα ή σκηνοθετική προσέγγιση ελάχιστη σημασία έχουν ·είτε διαπραγματεύονται μουσικά θέματα, είτε θέματα που έχουν ένα ιστορικό, κοινωνιολογικό ή λογοτεχνικό ενδιαφέρον, η σκηνοθεσία τους παραμένει τυποποιημένη: συνεντεύξεις με πρόσωπα (οι "ομιλούσες κεφαλές") που διανθίζονται από εικόνες συνοδευτικές του λόγου ή της μουσικής.
Στον αντίποδα των προηγουμένων μπορούμε να συναντήσουμε ντοκιμαντέρ που χωρίς να απομακρύνονται από τα στερεότυπα του είδους, αρνούνται την υποταγή της σκηνοθεσίας στην πληροφόρηση ·γίνονται ταινίες. οι οποίες καταγράφοντας την πραγματικότητα, αποζητούν μια κινηματογραφική έκφραση Χδιαθέτουν δηλαδή χαρακτήρες, δραματική πλοκή, αφήγηση, σκηνοθεσία.
Στην ταινία Νιουγιορικάνα Όνειρα (Nuyorican Dream) της Laurie Collyer ένα πορτραίτο μιας οικογένειας μεταναστών από το Πουέρτο Pίκο γίνεται η αφορμή για να καταγραφούν οι  οικογενειακές σχέσεις αλλά και οι συνθήκες της ζωής στο περιθώριο. Αφηγούμενη τα πολλά επεισόδια ενός οικογενειακού βίου, στη διάρκεια 5 χρόνων, η σκηνοθεσία παρακολουθεί τα κεντρικά πρόσωπα τόσο στον θερμό χώρο της οικογενειακής ασφάλειας όσο και στους ψυχρούς δρόμους της αστικής μεγαλούπολης. Έγκλειστοί στις ανοικτές φυλακές του αμερικάνικου ονείρου, αντιμέτωποι με τις σκληρές όψεις της πόλης, τα μέλη αυτή της οικογένειας έχουν ένα και μόνο όνειρο: την απόδραση. Ο αγώνας και η αγωνία αυτών των πρόσωπων για επιβίωση (σωματική, συναισθηματική και ηθική) διατρέχει τη δραματική πλοκή, καθώς αποζητούν να κατακτήσουν την αξιοπρέπεια και τον αυτοσεβασμό.
Μ' έναν ανάλογο τρόπο και οι Ημέρες στο σκοτάδι (Dark Days) του Marc Singer, φωτίζουν την κρυφή και αθέατη όψη των δυτικών μεγαλουπόλεων. Τα πρόσωπα της ταινίας ζώντας στις υπόγειες σήραγγες του μετρό, δεν έχουν στην κυριολεξία "στον ήλιο μοίρα". Άποροι, αλλά όχι ανέστιοι (αφού τα υπόγεια είναι η κατοικία τους), ζώντας κάτω από την επιφάνεια της γης, οργανώνουν τη δική τους κοινότητα, το δικό τους καταυλισμό. Η σκηνοθεσία αφηγείται λοιπόν έναν αγώνα: την πάλη των απόκληρων του δυτικού πολιτισμού ενάντια στην πλήρη και ολοκληρωτική ισοπέδωση. Ωστόσο η λεπτομερής καταγραφή της καθημερινότητα τους –η αναζήτηση τροφής, η συνεχής διαμόρφωση της κατοικίας τους, οι δεσμοί αλληλεγγύης, οι μεταξύ τους σχέσεις, η χρήση των ναρκωτικών- κάνει εμφανή ένα κίνδυνο: η υποβάθμιση της ανθρώπινης υπόστασης τους, συνέπεια των άθλιων συνθηκών διαβίωσης, διαρκώς θέτει εν αμφιβόλω τις όποιες προσπάθειες τους.
Η αναζήτηση της χαμένης ταυτότητας βρίσκεται στο κέντρο της ταινίας Το παιδί που χάθηκε (Missing Boy) του Tove Torbiornsson. Υιοθετημένος από μια οικογένεια Σουηδών, ο Ινδός στην καταγωγή κεντρικός χαρακτήρας αναζητά την πραγματική του οικογένεια του στην αχανή Ινδική χερσόνησο. Την περιπλάνησή του στην μητρική γη σκιάζει μια αντίθεση: ανάμεσα στο δυτικό πολιτισμό (τον οποίο ο ήρωας έχει εγκολπωθεί) και το χάος και την αταξία του γενέθλιου τόπου. Ωστόσο η αγωνία αναζήτησης της οικογένειας (και η συγκίνηση της τελικής συνάντησης με την μητέρα και τα αδέλφια) υπερβαίνει το φράγμα της γλώσσας και της πολιτισμικής διαφοράς: η θέρμη των συναισθημάτων κατακλύζει τις εικόνες σ’ αυτό κατ’ επίφασιν ταξιδιωτικό ντοκιμαντέρ.
Καταγραφή ενός πανάρχαιου επαγγέλματος που τείνει να εκλείψει Οι καρβουνιάρηδες (The Charcoal People) του Nigel Noble, απεικονίζουν παράλληλα και τις σκληρές συνθήκες ζωής στις αποψιλωμένες εκτάσεις της Kεντρικής Bραζιλίας. Η αναλυτική περιγραφή της κοπιώδους εργασίας των εργατών, η οικονομική δυσανεξία τους, η αγωνία τους για το αύριο εναλλάσσεται με εικόνες από την καταστροφή του τροπικού δάσους. Η σκηνοθεσία συσχετίζει την εκμετάλλευση των ανθρώπων με την εκμετάλλευση, την υποβάθμιση και τη σταδιακή καταστροφή της φύσης. Ένας λυρισμός του τέλους και της καταστροφής, μια αίσθηση θλίψης και ματαιότητας διατρέχει τις εικόνες αυτού ντοκιμαντέρ: καταγράφει τον χώρο και τα πρόσωπα λίγο πριν την επερχόμενη καταστροφή.
Στο Ντόλτσε (Dolce) του Aleksandr Sokurov ένας μονόλογος της Mίχο Σιμάο (χήρας του γνωστού Ιάπωνα συγγραφέα Tοσίο Σιμάο) που περιγράφει μια ιδιαίτερη οικογενειακή ζωή, δημιουργεί στον θεατή μια παράδοξη αίσθηση. Τα γεγονότα της ζωής και το έργο του συγγραφέα είναι μόνον η αφετηρία, καθώς ο μονόλογος γρήγορα γίνεται μια εκ βαθέων προσωπική εξομολόγηση. Απομακρυνόμενη από το πρόσωπο του συγγραφέα και εστιάζοντας στο πρόσωπο της συζύγού του, η σκηνοθεσία χαρτογραφεί τις κρυφές επικράτειες της λογοτεχνικής δημιουργίας, την οικογενειακή της ενδοχώρα. Σιγά -σιγά βυθίζεται στο σκοτεινό σύμπαν της οικογενειακής ζωής, στα επεισόδια ενός ταραχώδους βίου και στις επιπτώσεις τους. Η απομόνωση της οικογένειας, οι διαδρομές της μνήμης, οι σχέσεις μητέρας κόρης, τα συναισθηματικά τοπία της οικογενειακής ζωής, συνιστούν την πρώτη ύλη σ' αυτό το ιδιόμορφο οικογενειακό πορτραίτο.
Τις απαρχές ενός λογοτεχνικού μύθου εξερευνά το ντοκιμαντέρ Αναζητώντας τις αδελφές Παπέν (The Search For The Papin Sisters) του Claude Ventoura. Πρόσωπα που ενέπνευσαν τον Zαν Zενέ για τις Δούλες του, οι αδελφές Παπέν –η Kριστίν και η Λέα- δολοφόνησαν την κυρία Λανσελέν και την κόρη της Zενεβιέβ. Χρησιμοποιώντας την φόρμα της αστυνομικής ταινίας, όπου η δημοσιογράφος μετατρέπεται σε ντετέκτιβ, ο σκηνοθέτης εξερευνά τόσο τις συνθήκες της δολοφονίας όσο και τον απόηχό της στην κοινωνία. Ακολουθώντας τα αχνά από τον χρόνο ίχνη των προσώπων, αναζητά στην μοναδική επιζούσα αυτού του δράματος, που παίχθηκε στο εσωτερικό του αστικού σπιτιού, τις απαντήσεις. Η λεπτομερής καταγραφή των γεγονότων και των συνθηκών αποκαθάρει το γεγονός της δολοφονίας αλλά και τα πρόσωπα του δράματος από τις λογοτεχνικές παραδηλώσεις του, παραδίδοντας τα καθαρά από οποιαδήποτε μυθοποίηση στην Ιστορία.
Τα κορίτσια από την Γκαέα (Gaea Girls) των Kim Longinotto, Jano Williams αφηγούνται τις προσωπικές ιστορίες των κοριτσιών που ζουν στη σχολή πάλης Gaea. Η σκηνοθεσία χρησιμοποιεί ως πρόφαση τη δημοσιογραφική έρευνα (η προετοιμασία των γυναικών παλαιστών) για να δημιουργήσει μια ταινία με ισχυρούς χαρακτήρες (η αλαζονική και καταπιεστική δασκάλα, η έμπειρη μαθήτρια, η νεοσύλλεκτη), περίπλοκες σχέσεις και δραματικές συγκρούσεις. Εδώ ο περίκλειστος και ασφυκτικά γεμάτος από αντικείμενα χώρος του γυμναστηρίου γίνεται ο τόπος όπου μια εσωτερική πάλη διεξάγεται: είναι ο δύσκολος αγώνας για την κατάκτηση της αξιοπρέπειας και του αυτοσεβασμού, είναι η πάλη ενάντια στις προσωπικές αδυναμίες, είναι τέλος η μέχρις εσχάτων αναζήτηση των προσωπικών ορίων. Στην κατάληξη αυτού του αγώνα η μόνη αληθινή ανταμοιβή είναι η προσωπική ικανοποίηση μετά την κοπιώδη προσπάθεια.
Αυτές οι ταινίες συνιστούν μια πρόταση για το ντοκιμαντέρ: προτείνουν τρόπους για να γίνει ένας τόπος συνάντησης της πραγματικότητας με μία προσωπική οπτική. Εξερευνούν όχι την επιφάνεια των πραγμάτων αλλά την βαθύτερη ουσία τους ·απεικονίζουν τις σκοτεινές και απόμακρες όψεις της ανθρώπινης ψυχής ·χαρτογραφούν την ιστορική και προσωπική μνήμη ·μεταμορφώνουν τέλος τις "ομιλούσες κεφαλές" σε αληθινά πρόσωπα.

Δημήτρης Μπάμπας