b_505X0_505X0_16777215_00_images_1920_first-cow.jpeg

First Cow, Kelly Reichardt
Τα νερά ενός ποταμού ρέουν ήρεμα. Στις όχθες του ο χρόνος γυρίζει πίσω, φέρνοντας στο φως παλιές θαμμένες ιστορίες. Στις αρχές του 19ου αιώνα, κυνηγοί που στήνουν παγίδες σε ζώα για τις γούνες τους δεν είναι οι μόνοι που επιχειρούν να εισβάλουν στην άγρια φύση του Όρεγκον. Υπάρχει κι ένας μοναχικός, λιγομίλητος μάγειρας, που βρίσκει στο πρόσωπο ενός κινέζου μετανάστη έναν καλό φίλο και συνεργάτη. Οι δυο τους ξεκινούν ένα μικρό εμπόριο ντόνατς που   αποδεικνύεται πολύ επιτυχημένο στην άγρια Δύση. Το μόνο πρόβλημα: η πρώτη ύλη που χρησιμοποιούν είναι παράνομη. Η σκηνοθέτιδα Kelly Reichardt έγραψε το σενάριο μαζί με τον Jonathan Raymond, συγγραφέα του μυθιστορήματος The Half Life, πάνω στο οποίο βασίζεται η ταινία. Το First Cow επιβεβαιώνει το ταλέντο της στην αφήγηση ιστοριών μιας  Αμερικής γεμάτης υποσχέσεις, μακριά από τις μεγάλες πόλεις. Όπως ακριβώς ένα Western, η ταινία αποτίει φόρο τιμής σε χαρακτήρες που βρίσκονται στο περιθώριο της κοινωνίας και που πρέπει να πάρουν τη μοίρα στα χέρια τους. Μόνο που εδώ, αντί για όπλα, υπάρχει μια κουταλιά μέλι και ένα κουβάς γάλα. Έτσι, αυτοί οι μικροαπατεώνες παρουσιάζουν το φόντο πάνω στο οποίο η Αμερική προβάλλει τα εθνικά της όνειρα, όχι τόσο ως τόπος οικονομικής ή υλικής κατάκτησης, αλλά ως τόπος συνάντησης. Ένα θαυμάσιο εναλλακτικό σενάριο, το οποίο σήμερα αποκτά ιδιαίτερη πολιτική σημασία.
b_505X0_505X0_16777215_00_images_1920_le-sel-des-larmes.jpg
Le sel des larmes/The Salt of Tears, Philippe Garrel
Με την επιθυμία να γίνει επιπλοποιός ο Luc φτάνει στο Παρίσι. Έχοντας χαθεί στα προάστια, ζητά πληροφορίες από την Djemila. Στην ντροπαλοσύνη του κοριτσιού ο Luc διακρίνει μια ευκαιρία για περιπέτεια. Οι δυο τους συναντιούνται ξανά, αλλά ο Luc πρέπει να επιστρέψει στο σπίτι του, στον πατέρα του που είναι επίσης ξυλουργός. Εκεί συναντά τη Geneviève, την οποία γνωρίζει από παλιά, και ξεκινάει μαζί της σχέση. Όταν όμως του προσφέρεται μια θέση στη φημισμένη σχολή κατασκευής επίπλων École Boulle, ακολουθεί το όνειρό του και μετακομίζει στο Παρίσι, αφήνοντας πίσω του τη Geneviève. Σύντομα μια τρίτη νεαρή γυναίκα θα μπει στη ζωή του φέρνοντας μαζί της την ελευθερία της μεγάλης πόλης. Μέσα από την ασπρόμαυρη φωτογραφία του Renato Berta ο Philippe Garrel απεικονίζει μια συναισθηματική κατάσταση στην οποία τα βασικά συμβαίνουν συχνά εκτός οθόνης. Επανειλημμένα ο Luc υποκύπτει σε λαμπερές εμφανίσεις, αλλά με κάθε κατάκτηση χάνει κάτι, την αξία του οποίου συνειδητοποιεί αργότερα. Το Le sel des larmes είναι μια υπέροχη ιστορία για τη σκληρότητα του έρωτα.

(πηγή κατάλογος Φεστιβάλ Βερολίνου, σημειώσεις για την παραγωγή, επιμέλεια Π.)