thegir2.jpg
Τα αγγλόφωνα ριμέικ δεν φέρνουν πάντοτε περισσότερα κέρδη από τις πρωτότυπες ταινίες

του Charles Gant/ The Guardian

Oταν ο παραγωγός Σκοτ Ρούντιν εξασφάλισε τα κινηματογραφικά δικαιώματα, για την αγγλική γλώσσα, της σειράς μυθιστορημάτων του Στιγκ Λάρσον «Το κορίτσι με το τατουάζ» στις αρχές του 2010, μπορούσε δικαιολογημένα να πιστεύει ότι είχε στα χέρια του μια σίγουρη επιτυχία. Είχε ένα παγκόσμιο μπεστ-σέλερ και δύο πρωταγωνιστές που μπορούσαν να προσελκύσουν ηθοποιούς πρώτης γραμμής. Το μόνο πιθανό εμπόδιο ήταν ότι βιβλία του Σουηδού συγγραφέα είχαν ήδη μεταφερθεί στον κινηματογράφο στη σουηδική γλώσσα. Δεν είχαν όμως προβληθεί στις μεγάλες αγγλόφωνες αγορές, όπου το κοινό σίγουρα θα προσελκυόταν περισσότερο από ένα φιλμ σκηνοθετημένο από τον Ντέιβιντ Φίντσερ και με πρωταγωνιστή τον Ντάνιελ Κρεγκ. Σωστά;
Δύο χρόνια μετά, ο κύριος χρηματοδότης της ταινίας, η MGM, αποκαλύπτει στους επενδυτές της ότι το ταμειακό αποτέλεσμα για την ταινία του Φίντσερ ήταν «κάτω από τις προσδοκίες μας και καταγράψαμε μια μικρή ζημία». Το αποτέλεσμα αυτό ακολούθησε τη χαμηλή απόδοση που είχε η ταινία «Let Me In» – αμερικανική εκδοχή της σουηδικής ταινίας του Τόμας Αλφρεντσον που προβλήθηκε με τον αγγλικό τίτλο «Let the Right One In» (στην Ελλάδα και οι δύο ταινίες προβλήθηκαν με τον τίτλο «Ασε το κακό να μπει»). Τα έσοδα από την παγκόσμια προβολή της ταινίας, που κόστισε 20 εκατ. δολάρια, ήταν μόλις 22 εκατ. Αντίθετα, η απόδοση του σουηδικού φιλμ, με προϋπολογισμό 4 εκατ. δολάρια και έσοδα 11, ήταν πολύ ικανοποιητική.
bielins4.jpgΤο ερώτημα παραμένει: γιατί θεωρούνται απαραίτητα αυτά τα αγγλόφωνα ριμέικ; Η μεγάλη επιτυχία που γνωρίζει παγκοσμίως τα τελευταία χρόνια η σκανδιναβική αστυνομική λογοτεχνία έχει προετοιμάσει το κοινό για να «αγκαλιάσει» τις κινηματογραφικές εκδοχές των μυθιστορημάτων – και οι θεατές σε ΗΠΑ και Βρετανία απέδειξαν ότι ξέρουν να διαβάζουν, οπότε οι υπότιτλοι δεν θα έπρεπε να θεωρούνται τόσο μεγάλο πρόβλημα. Πριν από λίγες μέρες, το νορβηγικό θρίλερ (με μεγάλη δόση μαύρου χιούμορ) «Κυνηγοί κεφαλών», βασισμένο στο βιβλίο του δημοφιλούς συγγραφέα Τζο Νέσμπο, άρχισε να προβάλλεται σε 80 βρετανικούς κινηματογράφους. Με υποστήριξη από τα μούλτιπλεξ, από σημαντικά ανεξάρτητα σινεμά αλλά και τις πολύ καλές κριτικές, οι πλανήτες φαίνεται να ευθυγραμμίζονται για μια νέα σκανδιναβική επιτυχία. Αναπόφευκτα, μια αγγλόφωνη εκδοχή είναι ήδη στα σκαριά, από την παραγωγό του «Λυκόφωτος» Summit Entertainment, και λέγεται ότι τον πρωταγωνιστικό ρόλο έχει βάλει στο μάτι ο Μαρκ Γουόλμπεργκ.
Ο Κρις Θίκιερ, παραγωγός της ταινίας «The Debt» (2011), βασισμένης σε μια ισραηλινή ταινία που προβλήθηκε μόνο μέσα στη χώρα, συμφωνεί ότι η επιτυχία του φιλμ οφείλεται και στο χαμηλό προφίλ του αρχικού. «Ηταν μια έξυπνη μικρή ταινία με κόστος γύρω στις 800.000 δολάρια, η οποία –όχι μόνο λόγω της φτηνής παραγωγής αλλά και λόγω της γλώσσας– δεν είχε προοπτική για διεθνή διανομή», λέει. «Εξαιτίας των οικονομικών περιορισμών, δεν μπόρεσαν να αξιοποιήσουν πλήρως το σενάριο».
Οι παραγωγοί κοιτάζουν παντού για ευκαιρίες νέων ταινιών, και η Μέση Ανατολή δεν είναι εκτός πεδίου. Ούτε και η Ισλανδία. Η ταινία «Contraband», ριμέικ του ισλανδικού θρίλερ «Ρέικιαβικ - Ρότερνταμ» με θέμα το λαθρεμπόριο, έγινε η μεγαλύτερη έως τώρα επιτυχία της εταιρείας παραγωγής Working Title στις ΗΠΑ, με κέρδη 68 εκατ. δολάρια.
«Οσον αφορά το “Κορίτσι με το τατουάζ”», λέει ο Θίκιερ, «πιστεύω ότι ο Φίντσερ έκανε μια καλή ταινία, αλλά υπέστη τις συνέπειες του γεγονότος ότι το κοινό είχε δει την πρώτη πολύ πρόσφατα». Η χρονική συγκυρία ήταν ατυχής, αλλά και το κόστος της αμερικανικής παραγωγής ήταν υπερβολικό. Ο προϋπολογισμός του αγγλόφωνου «Ασε το κακό να μπει» ήταν πιο προσεκτικός, αλλά η ταινία αντιμετώπισε μια διαφορετική πρόκληση: οι δύο πρωταγωνιστές είναι παιδιά, κι έτσι ήταν πρακτικά αδύνατον να χρησιμοποιηθούν μεγάλοι σταρ. Κάποιοι δεν διδάχθηκαν τίποτα από την περιπέτεια της αργεντίνικης ταινίας «Εννέα βασίλισσες» (με σημαντική επιτυχία σε Ευρώπη και ΗΠΑ), που γυρίστηκε σε αγγλόφωνη εκδοχή με τον τίτλο «Criminal» και πρωταγωνιστές τον Τζον Σι Ράιλι και τον Ντιέγκο Λούνα. Ηταν μια ανεξάρτητη παραγωγή που απευθυνόταν σε όσους ήδη είχαν δει την αρχική ταινία, χωρίς να διαθέτει τους σταρ που θα προσείλκυαν ευρύτερο κοινό.
cidade1.jpg
«Γόμορρα» και «Πόλη του Θεού»
Η παραγωγός του σουηδικού φιλμ «Κυνηγοί κεφαλών», Μαριάνε Γκρέι, της σουηδικής εταιρείας Yellow Bird Films (που παράγει τα φιλμ της σειράς «Το κορίτσι με το τατουάζ») έχει δίκιο όταν λέει: «Τα πάντα έχουν γίνει πιο παγκόσμια, και οι θεατές, ακόμα και στις αγγλόφωνες χώρες, δέχονται όλο και πιο άνετα τους υποτίτλους».
Ωστόσο, η ολοένα αυξανόμενη διείσδυση μη αγγλόφωνων ταινιών στην παραδοσιακά αφιλόξενη για τις ξένες ταινίες αγγλόφωνη αγορά έχει να κάνει και με κάτι άλλο. Οι ταινίες σημειώνουν επιτυχία επειδή είναι ξένες και όχι παρά το γεγονός ότι είναι ξένες. Ταινίες σαν την ιταλική «Γόμορρα» (στη φωτ. σκηνή από την ταινία) και τη βραζιλιάνικη «Η πόλη του Θεού» πρόσφεραν στους θεατές γεύσεις μοναδικές και αυθεντικές. Ακόμα και ο Φίντσερ τοποθέτησε το «Κορίτσι με το τατουάζ» στη Σουηδία, απορρίπτοντας τη συνήθη τακτική των ριμέικ να μεταφέρουν τη δράση στις ΗΠΑ. Η ταινία έδινε μεγαλύτερη αίσθηση αυθεντικότητας, αν παρέβλεπες το γεγονός ότι οι ηθοποιοί μιλούσαν

H KAΘHMEPINH 06-05-12