Ο Ιρανός σκηνοθέτης μιλάει για τις ταινίες του και τη δουλειά μακριά από την πατρίδα του
του Xan Brooks/ The Guardian
Μια φορά, πριν από όχι και τόσο πολύ καιρό, ο Αμπάς Κιαροστάμι/Abbas Kiarostami ήταν ο ντε φάκτο ηγέτης του ιρανικού Νέου Κύματος, δημιουργός βαθιά ευαίσθητων, αινιγματικών ανθρώπινων ιστοριών ριζωμένων στο έδαφος της πατρίδας του. Τώρα το κίνημα εκείνο έχει κλείσει τον κύκλο του και ο 71χρονος σκηνοθέτης είναι εξόριστος, διωγμένος από το καθεστώς Αχμεντινετζάντ και υποχρεωμένος να κινηματογραφεί σε ξένους τόπους. Τα γυρίσματα της ταινίας «Γνήσιο αντίγραφο» του 2010 -με θέμα έναν Αγγλο συγγραφέα και μια Γαλλίδα αντικέρ που η σχέση τους μεταμορφώνεται στη διάρκεια μιας μέρας- έγιναν στους λόφους της Τοσκάνης. Η τελευταία του ταινία, «Like Someone in Love», κάνει μια μεγάλη βόλτα με ταξί στο Τόκιο. Ο Κιαροστάμι διάλεξε την Ιαπωνία γιατί του έδινε την αίσθηση του μακρινού - ούτε μουσουλμανική ούτε δυτική· μια φρέσκια περιπέτεια χωρίς βαριές αποσκευές.
Συναντηθήκαμε με τον Κιαροστάμι στις Κάννες, όπου ήρθε για το Φεστιβάλ τον περασμένο μήνα ως αναγνωρισμένος δημιουργός, τιμημένος με τον Χρυσό Φοίνικα το 1997 για το έργο του «Η γεύση του κερασιού». Οταν όμως το «Like Someone in Love» έκανε την πρεμιέρα του, φάνηκε να μη βρίσκει τον στόχο του.
Θέμα της ταινίας είναι τα παιχνίδια που παίζουμε και οι ρόλοι που υιοθετούμε. Η Ακίκο (Ριν Τακανάσι) είναι φοιτήτρια που χρηματοδοτεί τις σπουδές της εργαζόμενη ως «συνοδός». Ο Ταντάσι Οκούνο ερμηνεύει τον ηλικιωμένο καθηγητή που νοικιάζει τις υπηρεσίες της νεαρής κοπέλας για μία νύχτα, ενώ ο Ρίο Κάζε υποδύεται τον νεαρό φίλο της που νομίζει ότι ο πελάτης της Ακίκο είναι ο παππούς της. Ο Κιαροστάμι «πειράζει» τους θεατές με γρίφους κρυφών συνομιλιών και αθέατων πρωταγωνιστών προτού καταλήξει σε ένα απότομο τέλος, που μας αφήνει μπερδεμένους. Οι πρώτες κριτικές ταλαντεύονταν ανάμεσα στον εκνευρισμό και στη δυσαρέσκεια. Μόνο όταν πέρασαν μερικές μέρες και η σκόνη καταστάλαξε, άρχισε να εκτιμάται η ταινία.
Ο Κιαροστάμι σηκώνει τους ώμους. «Ευτυχώς, μπορώ να διαλέγω τους θεατές μου», λέει. «Και μάλλον δεν θα ήθελα τους νευρικούς και τους ανυπόμονους. Τα κινηματογραφικά καθίσματα κάνουν τους ανθρώπους τεμπέληδες. Περιμένουν να τους δώσεις όλες τις πληροφορίες. Για μένα, όμως, τα ερωτηματικά είναι τα σημεία στίξεως της ζωής. Οταν πρόκειται να δείξεις ανθρώπινα πλάσματα, η περιπλοκότητα και η απόκρυψη αποτελούν κρίσιμο μέρος του χαρακτήρα. Αν δείξω περισσότερα απ' όσα δείχνει ο ήρωάς μου, δεν έχει νόημα. Και αν ο θεατής δεν το δέχεται αυτό, εγώ δεν μπορώ να κάνω πολλά πράγματα».
Προς τι η έκπληξη όμως; Τα πρώτα φιλμ του Κιαροστάμι καθόλου δεν απέφευγαν τα φευγαλέα νοήματα και τις αμφίβολες καταλήξεις. Το «Ο άνεμος θα μας πάρει», του 1999, περιείχε σκηνή αρμέγματος για την οποία οι Ιρανοί λογοκριτές έσπαγαν επί εβδομάδες το κεφάλι τους μήπως ήταν σεξουαλική μεταφορά. Στο «Μέσα στους ελαιώνες», πέντε χρόνια πριν, σε μπέρδευε μια πρόταση γάμου που την ακολουθούσε μια συζήτηση εκτός ακουστικού πεδίου των θεατών. Και η «Γεύση του κερασιού» τελείωνε σπάζοντας τον «τέταρτο τοίχο», δείχνοντας τον Κιαροστάμι να γυρίζει την ταινία που βλέπαμε.
Αν κάτι έχει αλλάξει, είναι το σκηνικό και η έμφαση. Οι μη ιρανικές ταινίες του Κιαροστάμι φαίνεται να εστιάζονται υπερβολικά στην παραποίηση, στο ψέμα που γίνεται αλήθεια. Κάνω την υπόθεση ότι αυτό πρέπει να αντανακλά την εμπειρία του ίδιου του σκηνοθέτη ως ξένου σε ξένους τόπους. «Ισως», λέει. «Σε ασυνείδητο επίπεδο. Στο μυαλό μου όμως οι ιστορίες εξακολουθούν να είναι στα φαρσί (τα περσικά). Και οι χαρακτήρες είναι απλώς το alter ego μου». Γελάει σιγανά. «Ομως, το υποσυνείδητο δεν λέγεται έτσι τυχαία. Επομένως, μπορεί να έχετε δίκιο».
Οταν οι περισσότεροι συνάδελφοί του έφυγαν από το Ιράν την επαύριο της επανάστασης του 1979, ο Κιαροστάμι έμεινε εκεί, γυρίζοντας τους ιδιοφυείς νεορεαλιστικούς μύθους του και συλλέγοντας βραβεία από όλο τον κόσμο. Τώρα οι συνθήκες έχουν χειροτερέψει γι' αυτόν, κι έτσι κρατάει ένα σπίτι στην Τεχεράνη και γυρίζει ταινίες στο εξωτερικό. «Ο κόσμος είναι το εργαστήρι μου», λέει. «Δεν είναι η πατρίδα μου».
Θέλει να γυρίσει στο Ιράν
Οταν ρωτάω τον Αμπάς Κιαροστάμι αν φοβήθηκε μήπως θα ήταν δύσκολο να προσαρμοστεί σε ξένη χώρα, ως κινηματογραφιστής, απαντάει με μια αναλογία.
«Εχω ένα φίλο που είναι γιατρός, ακτινολόγος.
Δούλευε στην Τεχεράνη και τώρα βρίσκεται στο Παρίσι. Κάποτε του είπα «κάνουμε το ίδιο πράγμα. Βγάζεις ακτινογραφίες κι εγώ κάνω εσωτερικές φωτογραφήσεις».
Στις ακτινογραφίες δεν υπάρχει εθνικότητα».
Παραδέχεται, ωστόσο, ότι θα ήθελε να γυρίσει πίσω και να κάνει ταινίες στο Ιράν. «Πραγματικά ελπίζω ότι θα μπορέσω να επιστρέψω, γιατί έχω στο μυαλό μου πολλές ιστορίες τοποθετημένες στην Τεχεράνη που δεν μπορώ να τις γυρίσω πουθενά αλλού.
Είναι, βέβαια, απολύτως φυσικό για μένα να κάνω ταινίες στα φαρσί, με ιρανικό συνεργείο. Είναι φυσικό να θέλω να αφηγούμαι ιστορίες στη χώρα μου».
Σηκώνει τους ώμους του. «Προς το παρόν, δεν είναι δυνατόν.
Ομως, η μόνη στιγμή που η καρδιά μου χτυπάει πιο γρήγορα είναι όταν το αεροπλάνο προσγειώνεται στο αεροδρόμιο της Τεχεράνης».
(η ελληνική μετάφραση δημοσιεύτηκε στην εφ. H KAΘHMEPINH 24-06-12)