Η φίλη κ. Α.Β. μου γράφει από το εξωτερικό για την εμπειρία των συμπεριφορών της κινηματογραφικής αίθουσας. Είχαμε ανοίξει προ καιρού αυτή τη συζήτηση. Δεν ξέρω αν έχει την ηλικία για να συγκρίνει το παλιό κοινό με το νέο, αλλά φαίνεται ότι δεν μένει αδιάφορη και ψύχραιμη στις διαλογικές και γαστριμαργικές συνήθειες των άλλων, με τους οποίους συνθεάται. «...Είναι τραγικό αν καθήσεις πριν ανοίξει η αίθουσα και παρατηρήσεις τα βοιδάκια που ρουφούν, θες να φύγεις εκείνη την ώρα. Στην «Αγάπη» του Χάνεκε που σε κάνει κομμάτια έτρωγαν ποπ κορν!».
Ποια επιχειρήματα, από εκείνα που κατά κόρον άκουγα παλιά από τους «κοινωνικούς» σινεφίλ για την εικόνα της αίθουσας, αντέχουν στις σακούλες του ποπ κορν, στα ακοίμητα κινητά, τα μεξικάνικα κριτσανιστά τριγωνάκια και στις Άμστελ; Έχω σημειώσει στα σκοτεινά, και θα τον αναρτήσω σε άλλη ευκαιρία, έναν αυθεντικό διάλογο που γινόταν δίπλα μου προ μηνός. Μια καθηγήτρια έκανε συνενοήσεις για το ιδιαίτερό της στη διάρκεια της προβολής. Έμαθα όλους τους δρόμους του Ψυχικού με τις απορίες της για το δρομολόγιο. Μέχρι και το τίμημα διαπαραγματευόταν. Αν πω ότι βλέπαμε τη «Ρώμη» του Γούντι Άλεν δεν θα θεωρηθεί ίσως τόσο ιερόσυλο.
*Ποιητής, εκδότης του περιοδικού «Το Δέντρο» και υπεύθυνος για το μπλογκ http://costas-mavroudis.blogspot.gr/
(από ανάρτηση στο Facebook)