Η τελευταία ταινία του Ρουμάνου Κριστιάν Μουντζίου/ Cristian Mungiu «Πίσω από τους λόφους»/ Beyond the Hills/ După dealuri (2012) βασίζεται σε ένα πραγματικό γεγονός, που συγκλόνισε την πατρίδα του για πολύ καιρό: μια δυστυχισμένη, ψυχικά άρρωστη, νεαρή κοπέλα πέθανε το 2005, σε ένα γυναικείο μοναστήρι, αλυσοδεμένη και νηστική, κατά τους εξορκισμούς που της διάβαζε, για μέρες, ο παπάς του μοναστηριού, προκειμένου να τη λυτρώσει από το δαιμόνιο που τη βασάνιζε. Η κοπέλα αυτή, η Αλίνα, μεγάλωσε σε ορφανοτροφείο, ζούσε και δούλευε στη Γερμανία, και γύρισε πίσω στη Ρουμανία για να συναντήσει τον μόνο άνθρωπο με τον οποίο τη συνδέουν δεσμοί αγάπης, μια παιδική της φίλη από το ορφανοτροφείο, που τώρα είναι δόκιμη μοναχή σε αυτό το μοναστήρι, με σκοπό να την πάρει να φύγουν και να ζήσουν μαζί στη Γερμανία. Η ταινία είναι βαθιά απαισιόδοξη, μαύρη, κατάμαυρη, από την πρώτη μέχρι την τελευταία έξοχη σκηνή, με τα λασπόνερα να πέφτουν με δύναμη πάνω στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου. Δεν αφήνει χαραμάδα να μπει λίγο φως, εκτός ίσως από τη διαφαινόμενη στο τέλος αντίδραση της δόκιμης. Κατάμαυρη μα αληθινή.
Το άρρωστο και δυστυχισμένο αυτό πλάσμα έχει περάσει τη ζωή του μέσα σε θεσμούς που υποτίθεται πως έχουν φιλάνθρωπο χαρακτήρα και σκοπό: ορφανοτροφείο, θετή οικογένεια, ψυχιατρείο. Παντού όμως παγερή αδιαφορία. Εχει δίκιο ο σκηνοθέτης να λέει διαρκώς στις συνεντεύξεις του ότι η αδιαφορία είναι η μεγαλύτερη αμαρτία. Και αν δεν είναι η μεγαλύτερη, είναι οπωσδήποτε η πιο διαδεδομένη, είναι η κοινή αμαρτία όλων μας. Ζούμε οι άνθρωποι σαν χελώνες.
Το μόνο μέρος όπου δεν μένουν αδιάφοροι για αυτήν, αλλά θέλουν πραγματικά να την βοηθήσουν, είναι το μοναστήρι, ένας άλλος φιλόθεος και φιλάνθρωπος θεσμός. Τόσο ο πνευματικός του μοναστηριού όσο και η ηγουμένη θέλουν να τη βοηθήσουν, να τη σώσουν από αυτά που την παιδεύουν. Δηλαδή: η Αλίνα πρέπει να εξομολογηθεί, να μετανοήσει, να μπει σιγά σιγά στον δρόμο του Θεού. Δεν θα καταφέρουν τίποτε, η Αλίνα θα συνεχίσει τη βίαιη, αλλόκοτη και βλάσφημη συμπεριφορά της. Τότε πια δεν μένει καμιά αμφιβολία: είναι δαιμονισμένη. Πρέπει να βγουν από μέσα της οι δαίμονες, για να έρθει να κατοικήσει ο Χριστός, εξού και οι εξορκισμοί που τελικά θα τη σκοτώσουν. Η Αλίνα δεν θα συναντήσει εδώ την αδιαφορία, μα τη βία και τον θάνατο.
Ο Μουντζίου, σε όλες τις συνεντεύξεις του, φροντίζει να επαναλαμβάνει ότι η ταινία του δεν είναι μια ταινία για τη θρησκεία, πολλώ μάλλον εναντίον της. Το λέει, πιστεύω, γιατί θέλει να την προφυλάξει από μονομερείς αναγνώσεις και πολεμικές. Και όμως η ταινία του αφορά, χωρίς αμφιβολία και κατά κύριο λόγο, την Ορθόδοξη Εκκλησία στη Ρουμανία (αλλά και αλλού) και τον Ορθόδοξο μοναχισμό.
Οσοι είναι εξοικειωμένοι με τη μοναστική γραμματεία, από τις απαρχές της, ξέρουν ότι πρόκειται για μια γραμματεία πολεμική. Οι μοναχοί πρέπει με γενναίο φρόνημα να αντιμετωπίσουν τους δαιμονικούς πειρασμούς, να αντιμετρηθούν με τον ίδιο τον δαίμονα. Η έρημος επιλέγεται ως τόπος του πρώτου μοναχισμού, όχι προς αποφυγήν του θορύβου των πόλεων, αλλά γιατί εθεωρείτο κατοικητήριο των δαιμόνων. Πήγαν εκεί για να τους συναντήσουν και να τους νικήσουν, σε μια πάλη κυριολεκτικά σώμα με σώμα. Ο μοναχός, ως πολεμιστής κατά των δαιμόνων, πρέπει να βρίσκεται σε διαρκή επιφυλακή, γιατί οι δαίμονες παραμονεύουν παντού, κρύβονται, μεταμορφώνονται. Η γραμματεία αυτή δίνει πολύ συχνά την εντύπωση ότι ο μοναχισμός δεν είναι η χαρά της συνάντησης με τον Χριστό, αλλά η διαρκής πολεμική ετοιμότητα για την αντιμετώπιση των δαιμόνων. Αντί για το φως του Χριστού, συχνά επικρατεί περισσότερο ο τρόμος των δαιμόνων.
Από αυτό το άχαρο -κυριολεκτικά- δαιμονοκρατικό πνεύμα διαπνέεται ο παπάς του μοναστηριού και όλη η αδελφότητα. Το μοναστήρι που παρουσιάζεται στην ταινία δεν είναι καρικατούρα, είναι ένα κανονικό Ορθόδοξο μοναστήρι, όπως εκατοντάδες άλλα -και κατά το παρελθόν πολύ περισσότερα. Ο ιερέας και οι μοναχές βρίσκονται σε διαρκή ετοιμότητα έναντι των δαιμόνων, αλλά όχι και έναντι του κατεξουσιασμού του άλλου (βλ. τη λειτουργία της εξομολόγησης στην ταινία) και της βίας. Ο άνθρωπος πρέπει να σωθεί από τη δυναστεία των δαιμόνων και χωρίς τη θέλησή του. Καταναγκαστικά.
Την ταινία πρέπει να τη δουν οι Ελληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί -πέρασε μάλλον απαρατήρητη στη χώρα μας- και να μακαρίσουν τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, την ευρωπαϊκή επιστήμη και ορθολογικότητα, την ευρωπαϊκή δημοκρατία και τον πολιτισμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, χάρις στα οποία μπορούν σήμερα να ζουν, όσοι θέλουν -όστις θέλει οπίσω μου ελθείν...-, τη χριστιανική πίστη ευαγγελικότερα, με χαρά, ελευθερία και ευθύνη για τον άλλο. Ο χριστιανισμός σήμερα στην Ευρώπη έχει συνολικά χάσει πολλά από τον πνευματικό πλούτο και την έντασή του, μπορούμε όμως να τον ζούμε, όσοι θέλουμε, χωρίς αλυσίδες - κάθε είδους.
(H KAΘHMEPINH 03-02-13)