Πιερ Πάολο Παζολίνι, ο άνθρωπος και ο δημιουργός -Ένα κείμενο με αφορμή τα είκοσι χρόνια από τον θάνατό του
"Είκοσι χρόνια απο τη δολοφονία του, ο Πιερ Πάολο Παζολίνι / Pier - Paolo Pasolini συνεχίζει να ορίζει τα σημεία τομών και ρήξεων, ενώ θέτει τα διλήμματα και τις ανεπάρκειες στην κοινωνική, πολιτισμική, πολιτική συγκρότηση της Ευρώπης, ιδιαίτερα μετά τον πόλεμο. Ισως, περισσότερο απο κάθε άλλο μεταπολεμικό δημιουργό, πρόβλεψε την πορεία απο την αντιφασιστική αντίσταση, την οποία θεωρούσε γενέθλια πράξη της μεταπολεμικής Ευρώπης, στη σημερινή οχύρωση σ' ένα νεοσυντηρισμό με κύρια χαρακτηριστικά την ξενοφοβία και την απόρριψη κάθε κοινωνικής, πολιτικής, φυλετικής, σεξουαλικής διαφορετικότητας.
Σε εποχές που κυριαρχούσε η "αισιοδοξία" της ανθρωπότητας για το πέρασμά της απο την προϊστορία στην ιστορία, ο Παζολίνι μετατόπιζε τα όρια, έθετε κριτήρια που οι επιπόλαιοι θεωρούσαν αιρετικά και παράδοξα. Η ιστορική χειραφέτηση δεν ήταν γι'αυτόν καρπός μιας οικονομικής "προόδου", αλλά η τραγική συνείδηση της "έρημης χώρας", που διαμορφωνόταν στα σύνορα ανάμεσα στους κοινωνικά ενταγμένους και στα απελπισμένα κοινωνικά και σεξουαλικά "παιδιά της ζωής", ανάμεσα στον κινηματογραφικό νεορεαλισμό και τον πολιτικο-ποιητικό κινηματογράφο, ανάμεσα στη νατουραλιστική και τη βιωματική προσέγγιση της κοινωνικής κόλασης.
Το είδωλο της πραγματικότητας
Σ' ένα κείμενο "αυτοπαρουσίασης", γραμμένο το 1969, στα σαράντα έξι του χρόνια, ορίζει την καταγωγή της προβληματικής του. "Μου είπαν -γράφει- ότι έχω τρία είδωλα: τον Χριστό, τον Μαρξ και τον Φρόιντ. Αυτά είναι φόρμουλες. Το μόνο είδωλό μου είναι η πραγματικότητα".
Ο Παζολίνι ανιχνεύει αυτήν την πραγματικότητα, κατ'αρχήν στα "παιδιά της ζωής", στα αγόρια των φτωχών συνοικιών της Ρώμης, εκεί όπου η σεξουαλικότητα και η αίσθηση της ζωής συγκροτούνται απο υλικά βίαια, γεμάτα με τη λάσπη του κοινωνικού περιθωρίου. Είναι η πρώτη σύγκρουση με την Αριστερά και τις οικονομίστικες ηθικολογίες της, για το "υγιές, καθαρό, ρωμαλέο προλεταριάτο".
Στις "Στάχτες του Γκράμσι", την ποιητική συλλογή του, η σχέση του με την Αριστερά υπερβαίνει την αντιπαλότητα για την τρέχουσα πολιτική τακτική, γίνεται υπαρξιακή, συνειδησιακή πηγή. Γράφει: "Μα γιατί να πιεστώ να μισήσω εγώ, που σχεδόν ευγνωμονώ τον κόσμο για τη δυστυχία μου, για το ότι είμαι διαφορετικός- και γι'αυτό μισήθηκα/ και που όμως δεν ξέρω παρά ν'αγαπώ, πιστά και στενάχωρα;".
Η οπτική πάνω στην πραγματικότητα δεν είναι "στενή", υποταγμένη σε κάποια προσωπική παραξενιά, αλλά πολιτική, ενταγμένη δηλαδή στη συλλογική συνείδηση.
Αυτή η κίνηση του Παζολίνι, όχι προς το παράδοξο και το γραφικό, όπως διαβάστηκε απο ορισμένους, αλλά προς το αθέατο, το ουσιαστικό και το πηγαίο, είναι εμφανής στο κινηματογραφικό του έργο, με το οποίο κατά ένα μεγάλο μέρος είναι γνωστός στην Ελλάδα.
Το "Ακατόνε" και η "Μάμα Ρόμα", οι πρώτες του ταινίες, θεωρήθηκαν ως τα πιο ολοκληρωμένα έργα που κλείνουν τον κινηματογραφικό νεορεαλισμό.
Η πιο αγαπημένη του ταινία ήταν το "Uccellacci e uccellini" [Ορνια και πουλάκια] γιατί, όπως είπε, ήταν "αγνή και φτωχή". Εδώ κρύβεται η αντιληψή του για τον ποιητικό - πολιτικό κινηματογράφο, έργο ειρωνείας, κριτικής και αυτοσαρκασμού.
Το ταξίδι στην Ιταλία του βιομηχανικού "μπουμ" με τον νεαρό, χαριτωμένο Νινέτο Ντάβολι, την ιλαρή φιγούρα του Τοτό και το κοράκι που εκτοξεύει διάφορα τσιτάτα του Μαρξ μοιάζει σαν να κλείνει την απόγνωση της κοινωνικής αλλοτρίωσης όπως ο Παζολίνι τη χειρίστηκε στο "Χοιροστάσιο" και στο "Θεώρημα", σαν να ανακαλύπτει εξ αρχής τους αρχέτυπους μύθους της ανθρώπινης Μοίρας στον "Οιδίποδα τύραννο" και τη "Μήδεια", σαν να ανοίγει στην πρωτόγονη χαρά, στην ύλη της ύπαρξης που είναι το σώμα και η σεξουαλικότητα, όπως στην "Τριλογία της ζωής" (το "Δεκαήμερο", " Οι χίλιες και μία νύχτες", "Οι μύθοι του Καρτένμπορι").
Οι ανιχνεύσεις του Παζολίνι στα σημεία τομών και ρήξεων ολοκληρώνονται στο κύκνειο άσμα του, το "Σαλό ή 120 μέρες στα Σόδομα". Στο έργο αυτό υπάρχει όλη η "έρημη χώρα", το σκοτεινό σημείο για το ανέφικτο της ανθρώπινης χειραφέτησης, για το μέλλον του κόσμου που είναι ο εκβαρβαρισμός του. Ο,τι ξεκίνησε ως άρνηση της παράδοσης με το "Ακατόνε" τελειώνει ως άρνηση του πολιτισμού με το "Σαλό".
Κατά μια παραξενιά της τύχης, που κάποιοι θα ονομάσουν εκδίκηση και συνωμοσία των συνηθισμένων ανθρώπων εναντίον ενός ανυπόφορου και άλλοι θα την πουν μοίρα ενός ανθρώπου των συνόρων, ο Παζολίνι θα δολοφονηθεί απ'ένα "παιδί της ζωής", στην Όστια, στις 2 Νοεμβρίου 1975. Ο δολοφόνος του εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι όλα ήταν ένα τραγικό παιχνίδι της τύχης και ο ίδιος δεν γνώριζε ποιος ήταν "ο κύριος που με πρόσβαλε".
H KAΘHMEPINH 1-11-1995