του Αρη Μαλανδράκη
spirtoko.jpg

Μακριά από σπίρτα! Τη συμβουλή αυτή δίνει μια ελληνική ταινία.
Το “Σπιρτόκουτο” είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Γιάννη Οικονομίδη, που έχει κερδίσει δύο φορές το βραβείο καλύτερης ταινίας στο Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας (το 1992 με τη “Σταδιακή βελτίωση του καιρού” και δύο χρόνια αργότερα με το “Μόνο μυρίζοντας γιασεμί”). Η καινούρια δημιουργία του μιλά με σκληρό, ωμό και άμεσο τρόπο για τα πάθη και τα λάθη μιας χούφτας ανθρώπων, που οδηγούνται σε ολομέτωπη σύγκρουση, με εκατόμβες θυμάτων!
Αιματηρό χρονικό ενός πολέμου σε τέσσερις τοίχους, το “Σπιρτόκουτο” περιγράφει το μακελειό μεταξύ των μελών μιας “αγίας” ελληνικής οικογένειας. Πρωταγωνιστές σε αυτή την ανελέητη μάχη των χαρακωμάτων είναι ο Δημήτρης, ιδιοκτήτης συνοικιακής καφετέριας και φωνακλάς πάτερ-φαμίλιας (Ερρίκος Λίτσης), η γυναίκα του Μαρία (Ελένη Κοκκίδου), τα παιδιά του (Κώστας Ξυκομηνός /Γιώργος, Γιάννης Βουλγαράκης/Βαγγέλης και Ιωάννα Ιβανούδη/Μαργαρίτα) (πραγματικά “μπουμπούκια”) και ένα σκυλολόι κατ' επίφαση συγγενών και κατ' όνομα φίλων. Ο καθένας για τον εαυτό του και όλοι εναντίον όλων, είναι το σύνθημα που κυριαρχεί στον μέχρι τελικής πτώσης αγώνα τους. “Η βία κυριαρχεί σε ολόκληρη την ταινία”, λέει ο Γιάννης Οικονομίδης. “Είναι μια βία που εμφανίζεται με πολλά πρόσωπα: σωματική, ψυχολογική, λεκτική. Μέσα από τα πάθη και τις εκρήξεις των χαρακτήρων διερευνάται η γλώσσα της βίας, δηλαδή η ανεξέλεγκτη συμπεριφορά, αλλά και η βία της γλώσσας: το συνηθέστερο πεδίο επιβολής και εξουσίας στις καθημερινές σχέσεις των ανθρώπων”.
Μια σπίθα είναι αρκετή για να ανάψει... ο φώσφορος στα “πυρεία” και τότε αρχίζει η τραγική κωμωδία της ζωής: το διαμέρισμα του Δημήτρη μετατρέπεται σε πεδίο μάχης, η βία χτυπάει κόκκινο, τα πρόσωπα μπαινοβγαίνουν στο “σπιρτόκουτο” βράζοντας από τις υψηλές θερμοκρασίες που αναπτύσσονται στο εσωτερικό του. Η μάχη διαρκεί μια ολόκληρη μέρα χωρίς σταματημό. Οταν έρχεται η νύχτα αρχίζει ένας δεύτερος γύρος συγκρούσεων από τους επιζήσαντες. Η κτηνωδία σερβίρεται σε ακόμα μεγαλύτερες δόσεις και η πτώση του πρωταγωνιστή μοιάζει να μην έχει τέλος. “Πώς είναι δυνατόν να χωρέσουν τόσοι άνεμοι μέσα σε ένα "σπιρτόκουτο"”. Το ερώτημα δίνει εκρηκτικές απαντήσεις στην ταινία του Γιάννη Οικονομίδη. “Οι ήρωές μου είναι μικροί άνθρωποι με μικρές ζωές”, υπογραμμίζει. “Αμοιροι και ταυτόχρονα μοιραίοι, κάποια στιγμή, για τον πιο ασήμαντο λόγο ή παρεξήγηση, μετατρέπουν το φαινομενικά φιλήσυχο περιβάλλον τους σε αρένα!”.
Το “Σπιρτόκουτο” επιχειρεί να αγγίξει κάποια όρια: στις συμπεριφορές των ηρώων, στους διαλόγους, στην ίδια τη φόρμα της ταινίας. Το “λαχανιαστό” μοντάζ και ο καταιγισμός των εικόνων τονίζουν το μένος των χαρακτήρων. Ο ζωτικός τους χώρος συμπιέζεται στις στενάχωρες διαστάσεις ενός “σπιρτόκουτου”, με αποτέλεσμα η έκρηξη που επακολουθεί να έχει μέγεθος... μεγατόνων! Υπάρχει έξοδος σε αυτό το παιχνίδι της σφαγής; Σύμφωνα με τον σκηνοθέτη, μετά από έναν πόλεμο πάντα κάτι καινούριο προκύπτει. Κάποιοι σημειώνουν περιφανείς νίκες και κάποιοι άλλοι βιώνουν οδυνηρές ήττες. Χαρακτήρες αποκαλύπτονται, συμπεριφορές ξεσκεπάζονται, ιδέες γκρεμίζονται, βεβαιότητες μετατοπίζονται, τα σύνορα μεταξύ των ανθρώπων ορίζονται ξανά. “Το "Σπιρτόκουτο" θα φανεί ενοχλητικό μόνο σε εκείνους που αρνούνται να κοιτάξουν το άσχημο πρόσωπό τους στον καθρέφτη”, καταλήγει ο Γιάννης Οικονομίδης. “Σε όσους βιώνουν τη γελοιότητά τους με τον πιο δραματικό τρόπο: αδυνατώντας να την αντιληφθούν”.

(δημοσιεύτηκε στην εφ. Ελευθεροτυπία 7 - 09/03/2003)