desica1.jpg

Vittorio De Sica
Επιλογή κειμένων: Μιχάλης Δημόπουλος και Θωμάς Λιναράς.
Επιμέλεια: Αχιλλέας Κυριακίδης
Έκδοση: Υπουργείο Πολιτισμού -Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. 2000.
Σελ.: 112.

Η φιλμογραφία του ογκώδης και άνιση, η παρουσία του στο κινηματογραφικό χώρο εμβληματική αλλά και διακριτική: Ο Vittorio De Sica υπήρξε ένα πρόσωπο που σημάδευσε την κινηματογραφική ιστορία μ' ένα τρόπο μοναδικό. Ηθοποιός σε ασήμαντες εμπορικές παραγωγές του καιρού του -πάντα όμως μία παρουσία ευγενική-, σκηνοθέτης αριστουργημάτων -όπως είναι Ο Κλέφτης των Ποδηλάτων- ο Vittorio De Sica υπήρξε ένας από του πατέρες του ιταλικού νεορεαλισμού, ένα από τα πρόσωπα που καθόρισαν το μεταπολεμικό κινηματογραφικό τοπίο. Συμμετείχε ενεργά στην πορεία αυτού του κινήματος από τις απαρχές του μέχρι την κατάληξή του- συνεχίζοντας και μετά να βαδίζει στους δρόμους της σκηνοθεσίας και της υποκριτικής. Σήμερα πλέον το όνομα του ελάχιστα γνωστό είναι στην νέα γενιά των κινηματογραφόφιλων- οι ταινίες του μοιάζουν να έχουν ξεχασθεί.
Την σημασία του έργου έρχεται να μας υπενθυμίσει αυτή η έκδοση, συνοδευτική του αφιερώματος στον σκηνοθέτη, που το Φεστιβάλ διοργάνωσε το Μάρτιο του 2000. Πλήρης έκθεση των πεπραγμένων ενός κάθε άλλο από ευθύγραμμου βίου, η έκδοση αυτή στέκεται στα σημεία της ζωής του σκηνοθέτη που διασώθηκαν από τον χρόνο: δηλαδή στις ταινίες του που άντεξαν την ασφυκτική πίεση του καινούριου, στις εικόνες του που διατηρούν αναλλοίωτη την αίσθηση του κλασικού και διαχρονικού. Κείμενα Ελλήνων κριτικών που αποτιμούν το έργο, αλλά και ορίζουν παράλληλα το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα πρέπει να τοποθετηθεί η σκηνοθετική του παρουσία (από τους Μιχάλη Δημόπουλο, Νίκο Κολοβό, Θωμά Λιναρά και Γιώργο Μπράμο), αφηγήσεις παλαιών συνεργατών (του Cesare Zavattini και της Suso Cecchi d' Amico), κριτικές αποτιμήσεις ταινιών γραμμένες "εν θερμώ" (από τους Karel Reisz, Alberto Moravia, Attilio Bertolucci) αλλά και με την ασφάλεια που προσφέρει η απόσταση του χρόνου (Umberto Eco, Gabriel Garcia Marquez), εύφημες μνείες ομότεχνων (Luigi Comencini, Sergio Leone, Ettore Scola, Dario Fo, Martin Scorsese): η συλλογή κειμένων -εντυπωσιακή δίχως άλλο- ανασυνθέτει τόσο την δημιουργική πορεία του σκηνοθέτη, όσο και τις αντανακλάσεις αυτής της πορείας στην σημερινή εποχή.
Καθώς όμως οι δοξαστικοί τόνοι συχνά κρύβουν την αληθινή εικόνα, δύο πρόσωπα βρίσκονται στην σκιά αυτής της λαμπερής παρουσίας. Ο ένας είναι ο συνεργάτης και σεναριογράφος του Vittorio De Sica, ο Cesare Zavattini. Αποτέλεσμα της, μάλλον συμβιωτικής και συμπληρωματικής, σχέσης τους, υπήρξαν μεταξύ άλλων και οι καλύτερες ταινίες του σκηνοθέτη: Sciuscia (1946), Ο Κλέφτης των Ποδηλάτων (1948), Θαύμα στο Μιλάνο (1951) και τέλος το κρυφό του αριστούργημα Ουμπέρτο Ντ. (1952). Τέκνα των καιρών τους, οι ταινίες των De Sica- Zavattini, κατέγραψαν τις ιδιαίτερες κοινωνικές συνθήκες της μεταπολεμικής Ιταλίας, απεικόνισαν την αέναη πάλη του ανθρώπου απέναντι σε μια πραγματικότητα σκληρή. Σ' αυτές τις ταινίες ο "αριστερός" Zavattini προσέφερε μια πολύτιμη κοινωνική οπτική: συνέθεσε ιστορίες με έκδηλο το κοινωνικό "μήνυμα", στις οποίες ο De Sica προσέδιδε μια τραγική διάσταση. Απόρροια λοιπόν αυτής της συνεργασίας είναι ο "ανθρωπισμός με κοινωνική διάσταση", που διακρίνει τις νεορεαλιστικές ταινίες του σκηνοθέτη. Και εδώ ακριβώς έγκειται η αίσθηση του τραγικού που πλημμυρίζει τις εικόνες, ακόμα και "ευχάριστων" ταινιών, όπως το Θαύμα στο Μιλάνο: για τους De Sica- Zavattini η ανθρώπινη μοίρα είναι δέσμια του κοινωνικού χώρου και το κακό βρίσκεται εκτός της ανθρώπινης υπόστασης- προκύπτει από την τάξη των πραγμάτων.
Το δεύτερο πρόσωπο, που κρύβεται στην σκιά του σκηνοθέτη, είναι ένας Γάλλος κριτικός, ο Andre Bazin. Τα δύο κείμενά του που περιλαμβάνει η έκδοση -Ο Σκηνοθέτης De Sica και Ένα Μεγάλο Έργο (αναδημοσιεύονται από Τι Είναι ο Κινηματογράφος ΙΙ, Αιγόκερως, 1988)- καθόρισαν τον τρόπο που διαβάζουμε τόσο τον νεορεαλισμό, όσο και το έργο του σκηνοθέτη. Αυτό που ο Andre Bazin, διέγνωσε στις νεορεαλιστικές ταινίες του De Sica, είναι ένα σκηνοθετικό ύφος το οποίο είναι κυρίως μια ευαισθησία, ένα βλέμμα "ενεργούς συμπάθειας". Η αγάπη, η τρυφερότητα και η στοργή, που φωτίζει ακόμα και τις πιο σκοτεινές τις εικόνες των ταινιών του, είναι έκφραση μιας αντίληψης για την σκηνοθεσία. Για τον Bazin, ο σκηνοθέτης δεν πρέπει να διακρίνεται τόσο από ευφυΐα, αλλά από αγάπη -και ο κινηματογράφος είναι η κατ' εξοχήν τέχνη αυτής της αγάπης για τον άνθρωπο. Η σκηνοθετική ποιητική του De Sica δεν είναι λοιπόν παρά ένας δρόμος προς την αγάπη, μια απόπειρα προσέγγισης του ανθρώπινου προσώπου "σε χρόνο ενεστώτα".
Σε μια ταινία των De Sica - Zavattini μπορούμε να δούμε καθαρά ποια μπορεί να είναι η κατάληξη αυτής της σκηνοθετικής αντίληψης: στον Ουμπέρτο Ντ.. Ταινία που επικρίθηκε στην εποχή της, αφού η κριτική την διάβασε μέσα από μια ιδεολογική οπτική, ο Ουμπέρτο Ντ. έτυχε της υπεράσπισης λίγων μόνο κριτικών (είναι ενδεικτικό ότι στο βιβλίο τής αφιερώνεται, μαζί με τον Κλέφτης των Ποδηλάτων, ο περισσότερος χώρος). Εδώ η συνεπής άσκηση μιας τέτοιας αντίληψης οδηγεί στην διάλυση, και εντέλει υπέρβαση, κάθε είδους δραματουργικής σύμβασης -και η ταινία γίνεται από αναπαράσταση γεγονότων, έκφραση της πιο μύχιας αλήθειας του ανθρώπου, απεικόνιση του εσωτερικού του τοπίου. Οι δε ηθοποιοί, οι "πρωταγωνιστές" , αποκτούν ξαφνικά μια άλλη διάσταση: παύουν να είναι πρόσωπα που "παίζουν" σε μια τραγωδία, γίνονται αληθινά πρόσωπα. Σε μια τέτοια διαδικασία ο θεατής της ταινίας δεν είναι πλέον ο παρατηρητής ενός ανθρώπινου δράματος, αλλά μεταλλάσσεται σε συμπάσχοντα, σε συμμέτοχο της ανθρώπινης εμπειρίας, σε κοινωνό μιας αγάπης που αφετηρία έχει το βλέμμα του σκηνοθέτη.

Δημήτρης Μπάμπας

(δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Καθημερινή)