Υπήρξαν πολλές πριν απ΄ αυτήν. Μετά τον θρίαμβό της φάνηκαν άλλες, που μεσουράνησαν. Αυτή, όμως, ξεχώρισεν ανάμεσα σ΄ όλες. Έγινε θρύλος. Έγινε σύμβολο. Για πολλούς, είναι η μόνη αποκάλυψη της οθόνης. Η αλήθεια είναι ότι, όταν όλοι κι΄ όλες έκαμναν επίδειξη χειρονομιών και είχαν φέρει στο στούντιο τις χειρότερες υπερβολές της σκηνής, η Γκρέτα Γκάρμπο τόλμησε να φανεί λιτή, απλή, ανθρώπινη. Δεν ερχόταν από το θέατρο. Ερχόταν από τη Σουηδία, τη χώρα που είχε δώσει τις μόνες υποφερτές ταινίες στην εποχή που ο κινηματογράφος έκαμνε τα πρώτα βήματά του. Ένα άσημο κι΄ άγνωστο μαννεκέν, η Γκρέτα Γκούσταφσον, ξεκίνησε από τη Στοκχόλμη, πέρασε από τη Γερμανία και κατέληξε στο Χόλλυγουντ, όπου την ωδήγησε ένας λαμπρός σκηνοθέτης, ο Στίλλερ, που υπήρξε και σύζυγός της. Ήταν μια παράξενη γυναίκα, σιωπηλή και μελαγχολική, που δεν αγαπούσε τον θόρυβο, τη ρεκλάμα, την επίδειξη. Έφερνε στην παγκόσμια πρωτεύουσα του κινηματογράφου, στην πόλη των υποχρεωτικών σκανδάλων, της εντυπωσιακής ζωής, της παταγωδέστερης δημοσιότητας, κάτι από τη βαριά μελαγχολία κι΄ από την ήρεμη σοβαρότητα της ψυχρής αλλά πολιτισμένης πατρίδας της. Ήταν, βέβαια, καλλιτεχνική ιδιοφυία. Από την πρώτη στιγμήν ο Στίλλερ, ο Κλάρενς Μπράουν κατόπιν, ο Μπολεσλάφσκι και μερικοί άλλοι σκηνοθέτες πρόσεξαν πως η διστακτική αυτή γυναίκα είχεν έμφυτη την τέχνη της οθόνης. Δεν την βάραινε καμιά παράδοση κακών θεατρικών συνηθειών. Ιδιοσυγκρασία πλούσια, είχε κάτι ακόμα. Σπάνιο εκείνη την εποχή: πνευματικότητα.
Γ.Ν. Μακρής
*Από τον πρώτο τόμο του έργου του «Ο Κινηματογράφος» (εκδ. «Βάκων», Αθήνα 1974)
(το κείμενο διασώθηκε από τη λήθη από τον Γιάννη Μουγγολιά)