(ένα αφιέρωμα του φεστιβάλ Karlovy Vary 2014)
«Σχολείο μου ήταν οι δρόμοι, οι οργανώσεις βάσης του κομμουνιστικού κόμματος, ο κινηματογράφος, οι παραστάσεις βαριετέ, η δημοτική βιβλιοθήκη, οι αγώνες των ανέργων, τα κρατητήρια, οι συγκρούσεις με την αστυνομία, τα στούντιο των συνομηλίκων μου καλλιτεχνών, οι κινηματογραφικές λέσχες. Και, στη συνέχεια, επίσης δάσκαλοί μου ήταν αυτοί που την εποχή εκείνη ονομάζονταν «επαγγελματίες επαναστάτες»»
Elio Petri
Πρόσωπο που στο έργο του αντανακλάται η οργή αλλά και οι αναταραχές μιας ταραγμένης εποχής –των δεκαετιών 60 και 70- στην Ιταλία, ο Elio Petri μέσα από τις ταινίες που γύρισε πήρε θέση: τάχτηκε απέναντι από την εξουσία και εξέφρασε πολιτικά, μέσα από μια οπτική που συχνά είναι καυστική και σαρκαστική, την άποψη των μη προνομιούχων. Η μαρξιστική ανάλυση και η ποπ, το λαϊκό σινεμά και η πολιτική, η αφήγηση και ο πειραματισμός, ο ρεαλισμός και ο συμβολισμός: στη σκιά των μεγάλων μορφών του ιταλικού σινεμά εκείνης της εποχής - Bertolucci, Pasolini, Bellocchio-, το έργο του Elio Petri είναι μια σπουδή στην πολιτική και κοινωνική κατάσταση της ιταλικής κοινωνίας μιας σημαδιακής εποχής.
Γόνος μιας εργατικής οικογένειας ο Petri γεννήθηκε το 1929 στην Ρώμη. Ξεκινώντας ως κινηματογραφικός κριτικός στην εφημερίδα όργανο του κομουνιστικού κόμματος L’Unità, με θητεία στα ντοκιμαντέρ και στη σεναριογραφία, ο Petri θα γυρίσει την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία του, το L'Assassino (1961), με πρωταγωνιστή των Marcello Mastroianni. Σ’ αυτό το αντι-ρεαλιστικό θρίλερ, το αφηγηματικό ύφος είναι καφκικό και η ατμόσφαιρα στιγματίζεται από την κλειστοφοβία, τη διαφθορά, την ηθική αμφιβολία και τον διάχυτο φόβο. Το 1962 σκηνοθέτησε το I giorni contati, μια ταινία που θυμίζει τις ταινίες του Michelangelo Antonioni και Ingmar Bergman. Σε αυτή αφηγείται τη μελαγχολική ιστορία ενός οξυγονοκολλητή ο οποίος, φοβούμενος ότι του απομένει λίγος χρόνος ζωής εγκαταλείπει τη δουλειά του, και προσπαθεί χωρίς μεγάλη επιτυχία, να απολαύσει τη ζωή. Σ’ αυτήν την ταινία, ο Petri για πρώτη φορά διερευνά ό, τι θα γίνει ένα κυρίαρχο θέμα στο έργο του: την έλλειψη ηθικών αξιών στη σύγχρονη καταναλωτική κοινωνία.
Το 1963 σκηνοθέτησε το Il maestro di Vigevano με πρωταγωνιστή τον Alberto Sordi και την Claire Bloom, και την επόμενη χρονιά το επεισόδιο "Peccato nel pomeriggio" για την ταινία Alta infedeltà.
Το La Decima vittima (1965), με πρωταγωνιστή τον Mastroianni και την Ursula Andress, είναι μια φανταχτερή, φουτουριστική φαντασία της δεκαετίας του 1960 όπου η Pop-art συναντά την επιστημονική φαντασία της Barbarella και της Modesty Blaise, και στο κέντρο βρίσκεται η αποξένωση των ατόμων μέσα σε μια υλιστική κοινωνία.
Ο κόσμος του οργανωμένου εγκλήματος είναι στο κέντρο της επόμενης ταινίας, A ciascuno il suo (1967) –μια ταινία που σηματοδοτεί την έναρξη της συνεργασίας του Petri με τον Gian Maria Volonté, έναν σημαντικό ηθοποιό που στα χρόνια που έρχονται θα πρωταγωνιστήσει σε αρκετές από τις καλύτερες ταινίες του. Η ταινία είναι ένα γεμάτο εντάσεις σουρεαλιστικό θρίλερ που διαδραματίζεται μέσα σ’ ένα σκοτεινό και δυσοίωνο κόσμο.
Στο Un tranquillo posto di Campagna (1969), με πρωταγωνιστή τον Franco Nero, ο Petri χρησιμοποιεί τις συμβάσεις των ταινιών τρόμου για να απεικονίσει την απελπισία και την αποξένωση ενός νεαρού καλλιτέχνη. Η ταινία κέρδισε το ειδικό βραβείο στο Φεστιβάλ του Βερολίνου το 1969.
Το 1970 ο Petri σκηνοθέτησε την ταινία που θεωρείται το αριστούργημά του, Indagine su un Cittadino al di sopra di ogni sospetto, μια πικρή παραβολή για τον εκφυλισμό της εξουσίας- ταινία που κέρδισε το Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας. Στο κέντρο βρίσκεται ο Volonté στο ρόλο ενός ιδιόμορφου, νευρικού επιθεωρητής της αστυνομίας που ερευνά ένα αποτρόπαιο έγκλημα που διέπραξε ο ίδιος. Ισορροπώντας ανάμεσα στο παράλογο και το ρεαλιστικό, ο Petri δημιουργεί ένα έργο που είναι και μια συναρπαστική μελέτη χαρακτήρων, αλλά και ένα σχόλιο για τα δρακόντεια μέτρα καταστολής της κυβέρνησης στην Ιταλία, στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και τις αρχές της δεκαετίας του '70. Η εξαιρετική μουσική της ταινίας είναι από τον Ennio Morricone.
Συνεργάζεται με τον ποιητή και σκηνοθέτη Nelo Risi για την τηλεοπτική ταινία Dedicato a Pinelli (1970) μια ταινία- φόρος τιμής στην μνήμη του αναρχικού Giuseppe Pinelli. Η επόμενη ταινία που ο Petri σκηνοθετεί είναι το La classe operaia va in paradiso (1971) μία από τις πιο δημοφιλείς ταινίες του, που επιπλέον βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Καννών με το Grand Prix. Σ’ αυτήν υιοθετεί μια επιθετική, εξπρεσιονιστική οπτική και μια ακουστική προσέγγιση που αποτυπώνει με ακρίβεια τη βαρβαρότητα του σύγχρονου βιομηχανικού πολιτισμού και τις συνθήκες εργασίας που βιώνει η εργατική τάξη. Απεικονίζει τη διαδικασία συνειδητοποίηση της κατάστασης ενός εργαζομένου στον ρόλο ο Gian Maria Volonté: ως ενός απλού «εργαλείου» κατά τη διαδικασία της παραγωγής, ενώ παράλληλα η αφήγηση εστιάζει και στον αγώνα του με τα συνδικάτα.
Στο εκκεντρικό La proprietà non è più un furto (1973) στο κέντρο βρίσκεται η θέση ότι το χρήμα και η ατομική ιδιοκτησία είναι η ρίζα όλων των κακών. Ενώ το Todo modo (1976), η πιο περίεργη και αινιγματική απ’ όλες τις ταινίες του, είναι ένα μεταφυσικό μυστήριο που βασίζεται στο μυθιστόρημα του Leonardo Sciascia, ενώ παράλληλα είναι και μια κριτική της εξουσίας του κυριάρχου Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος.
Τελευταία έργα του ήταν η τηλεοπτική παραγωγή της Le mani sporche (1978)), μια διασκευή του Les Mains sales του Jean-Paul Sartre και η ταινία Le buone notizie (1980), με πρωταγωνιστή τον Giancarlo Giannini.
Ο Petri πέθανε από καρκίνο στις 10 Νοεμβρίου 1982.
(πηγές Encyclopedia Britannica, arsenal-berlin.de, hcl.harvard.edu. σύνταξη Δ.Μ. )