(γράφει ο Βασίλης Κρουστάλλης)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2223_james-ivory.jpg

Πριν το 2018, ο Αμερικανός σκηνοθέτης και σεναριογράφος James Ivory (γεννήθηκε το 1928, γιορτάζει ακμαίος τα 95α γενέθλιά του τις 7 Ιουνίου) ήταν ο σκηνοθέτης που έβλεπε τα Όσκαρ να περνούν. Οι τρεις υποψηφιότητές του για το βραβείο σκηνοθεσίας (‘Α Room with A View‘, ‘Howards End‘, ‘Τhe Remains of the Day‘) ήταν άκαρπες. Χρειάστηκε η κουήρ (queer) επιτυχία ‘Call Me By Your Name’ του Luca Guadagnino (2017), όπου o Ivory διασκεύασε το μυθιστόρημα του André Aciman, για να αποκτήσει και ο ίδιος τον θείο Όσκαρ (διασκευασμένου σεναρίου).
Αργή επιβράβευση αλλά όχι αναπάντεχη για έναν άνθρωπο που στη δεκαετία του 1980 κατόρθωσε, μαζί με τον παρτενέρ του σε ζωή και καριέρα Ινδό Ismail Merchant (1936-2005) να κάνει την εταιρεία Μerchant Ivory συνώνυμο της εμπορικής και καλλιτεχνικής ταινίας ποιότητας (πολύ πριν την έκρηξη των ανεξάρτητων Αμερικανών την επόμενη δεκαετία). Πάντα με τη συμβολή της Πολωνικής καταγωγής συγγραφέως και σεναριογράφου Ruth Prawer Jhabvala (1927-2013), που υπέγραψε τα περισσότερα σενάρια των ταινιών του. Και βέβαια, τη συνδρομή του συνθέτη Richard Robbins (1940-2012) στις πλούσιες μουσικές συνθέσεις.
Ο James Ivory έχει άδικα χαρακτηριστεί τα τελευταία χρόνια ως αποκλειστικός παρατηρητής των ηθών και εθίμων της Βρετανικής ψυχής του πρόσφατου παρελθόντος, και ως ‘ακαδημαϊκός’ ρεαλιστής φωτογράφος τοποθεσιών, σκηνικών και κοστουμιών -που άλλους ελκύουν και άλλους απωθούν. Φυσικά οι 3 διασκευές του βιβλίων του E. M. Forster (‘A Room with A View‘, ‘Maurice‘, ‘Howards End‘, 1985/1987/1992), καθώς και το ‘The Remains of the Day’ (1993, σενάριο: Kazuo Ishiguro) είναι ισχυροί λόγοι για τον παραπάνω ισχυρισμό. Οι συγκεκριμένες ταινίες δείχνουν χαρακτήρες παγιδευμένους μέσα σε συμβάσεις (και θεαματικά κτήρια). Από την άλλη, οι αλληλεπιδράσεις τους φαντάζουν αληθινές -ακόμη κι αν οι ατάκες τους είναι επιτηδευμένες.
Ωστόσο, δεν μπορεί να είναι όλη αυτή η ιστορία για τον Αμερικανό σκηνοθέτη από το Όρεγκον, ο οποίος σπούδασε εκεί αρχιτεκτονική και καλές τέχνες, κινηματογράφο στην Καλιφόρνια, και γύρισε την πρώτη μικρού μήκους του ταινία για την Βενετία (‘Venice: Theme and Variations’, 1957). Κι αμέσως μετά άρχισε να εξερευνά την Ασία: το Αφγανιστάν και -κυρίως- την Ινδία, αρχίζοντας με το ντοκιμαντέρ μικρού μήκους ‘The Sword and the Flute’ (1959) για τις ινδικές μινιατούρες ζωγραφικής. Ήταν αυτή η ταινία που έφερε τον Merchant και τον Ivory μαζί, αρχικά στη Νέα Υόρκη, και αργότερα στην Ινδία, για την πρώτη τους ταινία μεγάλου μήκους, ‘The Householder’ (1963, επίσης το πρώτο σενάριο της Prawer Jhabvala, βασισμένο σε μυθιστόρημά της).
Το νήμα μάλλον πρέπει να το πιάσουμε από το ‘The Householder’, μια ταινία γυρισμένη τόσο στα αγγλικά όσο και στα ινδικά. Πρωταγωνιστεί ο σταρ του Bollywood Shashi Kapoor, ο οποίος θα αποτελέσει για τους Merchant Ivory την ινδική πρόωρη ενσάρκωση του Timothée Chalamet. Όμορφος, με γλυκά και όχι αυστηρά αρρενωπά χαρακτηριστικά, επιπόλαιος και μπερδεμένος, ο Kapoor θα είναι κεντρική φιγούρα σε 4 ταινίες των Merchant Ivory. Φανερά επηρεασμένος από τον Satyajit Ray (με τον οποίο θα παραμείνουν φίλοι ως το τέλος της ζωής του δεύτερου), ο Ivory φέρνει μια ιστορία όπου το κυρίαρχο νέο αρσενικό (και δάσκαλος) πρέπει να τα βγάλει πέρα από τη μια μεριά με τις οικονομικές αντιξοότητες και από την άλλη με τη συμβίωση με μια νέα σύζυγο που δε γνωρίζει, και μια μητέρα που του θυμίζει διαρκώς το παρελθόν και ποτέ το μέλλον. Με λιγότερο λυρισμό από την τριλογία του Apu του Ray, αλλά με μεγαλύτερη τσαχπινιά στην αποτύπωση των καθημερινών λεπτομερειών και μικροεντάσεων, ο Ivory δείχνει ότι δεν του χρειάζονται τα πανεπιστημιακά κτήρια του Cambridge (‘Maurice‘) ή τα ινδικά παλάτια που κι ο ίδιος θα χρησιμοποιήσει αργότερα (‘Autobiography of A Princess‘), για να αφηγηθεί μια ιστορία ενός ψαριού έξω από το νερό.
Το θέμα αυτό φυσικά θα ενισχυθεί με τις δύο επόμενες ταινίες του στην Ινδία (‘Shakespeare Wallah‘, ‘Τhe Guru‘, 1965 και 1969 αντίστοιχα), όπου η αλληλεπίδραση Βρετανών και Ινδών θα αποδειχθεί μάλλον ανεπιτυχής, ακόμη κι όταν υπάρχουν εκλεκτικές συγγένειες όπως η μουσική. (Ο Michael York είναι ο Άγγλος ποπ σταρ αλά George Harrison που έρχεται στην Ινδία για μαθήματα σιτάρ από έναν Ινδό γκουρού, χωρίς να υπολογίζει τις δεσμεύσεις που αυτό απαιτεί). Αλλά, και παρόλο που ο Ivory γνωρίζει καλά ότι κινηματογραφεί ως Αμερικανός (και όχι ως Ινδός), ωστόσο θα δείξει πιστά σχεδόν σε κάθε αντίστοιχη ταινία τις λεπτομέρειες του ινδικού μυστικισμού -έστω κι από απόσταση. Είναι το όριο που οι ήρωες θα πρέπει να γνωρίζουν αν θέλουν ή όχι να διαφύγουν τα προβλήματα των (μη) επιλογών τους. (Το στοιχείο του μυστηριακού θα το δούμε και σε άλλες ταινίες: ας θυμηθούμε τον Ben Kingsley υπνωτιστή και ‘θεραπευτή’ της ομοφυλοφιλίας στο ‘Maurice’, ή αντίστροφα την νεαρή Madeleine Potter να υπνωτίζεται από τον πατέρα της ως υπέρμαχος γυναικείας χειραφέτησης στο ‘The Bostonians’). Υπάρχει πάντα μια ειλικρινή προσπάθεια κατανόησης, χωρίς ωστόσο ολοκληρωτική αποδοχή και εγκλεισμό στην ‘Άλλη’ κουλτούρα.
Eίναι αυτό το σημείο που αρκετούς ξενίζει στις ταινίες του Ivory, όταν οι χαρακτήρες βλέπονται σχεδόν από απόσταση, κάπως σαν υποκείμενα ντοκιμαντέρ. Αλλά μάλλον είναι μια συνειδητή περίπτωση διάθλασης: τα υποκείμενα διαθλούν την όποια αλήθεια τους στη μεγάλη οθόνη, και αυτό αποκτά μεγαλύτερη ισχύ -πολύ μεγαλύτερη από οποιαδήποτε σκηνοθετική ‘παρέμβαση’. Για παράδειγμα, η βρετανικής παραγωγής ταινία του 1975 ‘Autobiography of A Princess’, με την τακτική συνεργάτρια και ηθοποιό του Ivory, Madhut Jaffrey, και τον James Mason ως παλιό ευπατρίδη. Ινδική πριγκίπισσα σε εξορία στο Λονδίνο και συγγραφέας-ακόλουθος του πατέρα της στα χρόνια της ευμάρειας αναπολούν σε σπιτική προβολή αρχειακό υλικό ντοκιμαντέρ. Αυτό ακριβώς το υλικό ντοκιμαντέρ, με τη βία που περιέχει (κυρίως βία που διαπράττεται σε ζώα) διαστρέφει τις ρομαντικές αλλά ανακριβείς αναπολήσεις της πριγκίπισας, και μας φέρνει σε επαφή με τη σκληρή πραγματικότητα.
Για έναν σκηνοθέτη που ενδιαφέρεται συνειδητά για το καλλιτεχνικά ωραίο, η βία είναι πάντα παρούσα στις ταινίες του. Κι αρχίζοντας με την πρώτη αμερικανική ταινία του, το αναρχικό-σουρεαλιστικό ‘Savages’ (1972, εκτός συναγωνισμού στις Κάννες), όπου οι Αμερικανοί ‘άγριοι’ αυτοεξημερώνονται, μόνο και μόνο για να παίξουν περίεργα παιχνίδια εξουσιαστικής επιρροής μεταξύ τους (με σαγηνευτική ασπρόμαυρη και έγχρωμη κινηματογράφηση από τον Walter Lassally). Η Helena Bonham Carter είναι μάρτυρας δολοφονίας στο ‘A Room with A View’, ενώ η Julie Christie θα βρεθεί παρούσα σε αποκρουστική συμπεριφορά Ινδών συγγενών σε άτομο με επιληψία στο ‘Heat and Dust’ (1983). Όπως επίσης και το σοκαριστικό τέλος του ‘Bombay Talkie’ (1970), που δεν προλέγεται από την ινδικής υφής, Dolce Vita ατμόσφαιρα εκείνου που έχει προηγηθεί. Η βία είναι ένα ακόμη όριο στις ταινίες του Ivory: ενώ δεν είναι ποτέ ο κεντρικός παράγοντας, πάντα τίθεται για να δείξει το δρόμο της ανεξέλεγκτης επιθυμίας προς αποφηγή.
Μιλώντας για επιθυμία, πάντα οι καταπιεσμένες επιθυμίες δίνονται σε μεσήλικες γυναίκες, δηλωτικό της λιγότερο ισχυρής θέσης τους. Η Vanessa Redgrave στο ‘The Bostonians‘ (1984), η Jennifer Kendal στο ‘Bombay Talkie‘ (1970), η Maggie Smith στο ‘Quartet‘ (1981), η Uma Thurman στο ‘The Golden Bowl‘ (2000), και -κυρίως- η Joanne Woodward ως αθεράπευτα αισιόδοξη καταπιεσμένη νοικοκυρά του Μιζούρι στο ‘Mr. And Mrs. Bridge’ (1990). Ο τοξικά αρρενωπός άνδρας είναι από την άλλη εμφανώς καταστροφικός: ο Picasso του Anthony Hopkins στο ‘Surviving Picasso‘ (1996), και -λιγότερο- ο Thomas Jefferson του Nick Nolte στο ‘Jefferson in Paris‘ (1995).
Ενώ οι κουήρ άνδρες χαρακτήρες δίνονται πίσω από τις κουρτίνες, καθώς το κουήρ συνδυάζεται άμεσα (και με εγκληματικές συνέπειες) με τη θηλυπρέπεια: ο χαρακτήρας του James Mason στο ‘Autobiography of A Princess’, εκείνος του Nickolas Grace στο ‘Heat and Dust’, του Simon Cowell στο ‘Jefferson in Paris’, και βέβαια του Hugh Grant (που κλείνεται πίσω από τα παραθυρόφυλλα) στο ‘Maurice’.
Το ενδιαφέρον των Merchant Ivory για τις τελετές και τις ιεροτελεστίες ως μέσα παραγωγής πολιτισμικού νοήματος μάλλον φαίνεται να εξηγεί και περισσότερο την ενασχόλησή τους με συγγραφείς όπως ο Henry James (‘The Europeans’ – 1979, ‘The Bostonians’ – 1984, ‘The Golden Bowl‘ – 2000) κι όχι μόνο το δίπολο επιθυμίες και η αδυναμία τους να εκπληρωθούν. Απλώς, και σε αντίθεση με τους χαρακτήρες στις ινδικής θεματικής ταινίες του, οι ήρωες και ηρωίδες του Henry James έχουν εγκολπωθεί αυτές τις ιεροτελεστίες -κάτι που κάνει τον χαρακτήρα τους αρκετά πιο εσωστρεφή στις αντίστοιχες κινηματογραφικές αναπαραστάσεις.
Στον αντίθετο πυρήνα, εκείνο της εξωστρέφειας, βρίσκονται οι ήρωες με τις καλλιτεχνικές αναζητήσεις. Η τέχνη συνδέεται στενά με τον μποέμικο χαρακτήρα (τα περίφημα καπέλα της Bernadette Peters στο ‘Slaves of New York’ -1989), με τον πειραματισμό (η σύγκρουση παράδοσης και αβανγκάρντ στο ‘Jane Austen in Manhattan’ -1980), με τη γουντυαλενική αφ’ υψηλού κουλτούρα του ‘Le Divorce’ -2003, μέχρι και το καλλιτεχνικό έγκλημα σε κωμωδίες όπως το ‘Hullabaloo Over Georgie and Bonnie's Pictures’ (1978).
Τα περίφημα κτήρια των ταινιών του -καρπός της άοκνης προσπάθειας του Ismail Merchant, που κινούσε θεούς και δαίμονες για να πετύχει την κινηματογράφηση στις τοποθεσίας που ήθελαν, είναι εκείνα που θα βάλουν μέσα τους ήρωες και θα τους διαμορφώσουν. Αλλά όχι στατικά. Ο Ιvory κινεί την κάμερά του όποτε θέλει να πει ότι το κτήριο καθορίζει τους ήρωες και όχι το αντίστροφο (οι σκηνές του ασανσέρ με τον ποπ σταρ και τους οπαδούς στο ‘The Guru’ ή η περίφημη σκηνή στις σκάλες της πρότασης γάμου στο ‘Howards End’): δεν είναι μόνο θέμα κοινωνικής ανέλιξης αλλά κυρίως ζήτημα εκτοπισμού, μετατόπισης από τα καθιερωμένα, που οι ήρωες και ηρωίδες κρίνονται να αντιμετωπίσουν.
Στην καλλιτεχνική του παραγωγή, με 28 ταινίες μυθοπλασίας μεγάλου μήκους στο ενεργητικό του, ο Ivory έχει ακροβατήσει ανάμεσα σε αριστουργήματα και ταινίες που απλώς δείχνουν το δυναμικό του. (Ωστόσο, ένα από τα τελευταία διαμάντια του είναι αναμφίβολα η βιογραφική αποτύπωση του ‘From Here to Eternity’ συγγραφέα James Jones. Η ταινία του 1998 ‘A Soldier’s Daughter Never Cries’ αγγίζει και το πιο προσωπικό θέμα της υιοθεσίας για τον Ivory). Η τελευταία προς το παρόν σκηνοθετική του εμφάνιση παραμένει το ‘The City of Your Final Destination’ (2009), μια ενδιαφέρουσα αλλά αμήχανη ταινία για την υστεροφημία ενός συγγραφέα -όπου η απουσία του Ismail Merchant είναι εμφανής. Παραμένει ωστόσο ζωντανή η έγνοια του να καταγράφει τον διάλογο ανθρώπων και πολιτισμών, εθίμων και ηθών, και του μεγάλου φάσματος ανάμεσα στην άγρια επιθυμία και τον υψηλό διαλογισμό. Η πορεία αυτή είναι αεικίνητη στις ταινίες του, δίνει τον υπόγειο ρυθμό πέρα από τη συμβατική πλοκή. Ο ίδιος υπογράφει το πρόσφατο βιβλίο αναμνήσεών του ‘Solid Ivory’ (2021, εκδόσεις Farrar, Straus and Giroux), και το προσωνύμιο είναι αρκετά ταιριαστό.

Φιλμογραφία (ως σκηνοθέτης):
1953 Four in the Morning (μικρού μήκους)
1957 Venice: Theme and Variations (μικρού μήκους)
1959 The Sword and the Flute (μικρού μήκους)
1963 The Householder
1964 The Delhi Way (ντοκιμαντέρ)
1965 Shakespeare Wallah
1969 The Guru
1970 Bombay Talkie
1972 Adventures of a Brown Man in Search of Civilization (ντοκιμαντέρ)
1972 Savages
1975 Autobiography of a Princess
1975 The Wild Party
1977 Roseland
1978 Hullabaloo Over Georgie and Bonnie's Pictures
1979 The Europeans
1979 The Five Forty-Eight
1980 Jane Austen in Manhattan
1981 Quartet
1983 Heat and Dust
1984 The Bostonians
1985 A Room with a View
1987 Maurice
1989 Slaves of New York
1990 Mr. and Mrs. Bridge
1992 Howards End
1993 The Remains of the Day
1995 Jefferson in Paris
1995 Lumière and Company (τμήμα συλλογικού κιν/κού έργου)
1996 Surviving Picasso
1998 A Soldier's Daughter Never Cries
2000 The Golden Bowl
2003 Le Divorce
2005 The White Countess
2009 The City of Your Final Destination