- Ποία υπήρξε η αφορμή, η πρώτη εικόνα, η πρώτη σκέψη που σας οδήγησε στο γράψιμο του σεναρίου και τη δημιουργία της ταινίας;
Η ταινία είναι βασισμένη στο βιβλίο “Η ΜΟΝΟΚΑΤΟΙΚΙΑ” του Δημήτρη Μητσοτάκη. Μου έδωσε το βιβλίο ο Γιάννης Οικονομίδης και θυμάμαι ότι το διάβασα σε ένα βράδυ, δεν μπορούσα να ξεκολλήσω. Το βιβλίο ήταν γεμάτο εικόνες και το περιεχόμενο πολύ καυστικό και καίριο. Θυμάμαι επίσης ότι στο μυαλό μου είχα ήδη φανταστεί και τη σκηνοθεσία σε ορισμένες στιγμές. Αυτό είναι πολύ βασικό για το πως λειτουργώ, να καταφέρω να δω εικόνες μέσα από το λόγο. Μπόρεσα να ταυτιστώ με τα γραφόμενα του Δημήτρη, το σχόλιο του για την σύγχρονη Ελληνική κοινωνία, και μετά από μία πρώτη γνωριμία κατάλαβα ότι μπορούμε να δουλέψουμε μαζί για να το προσαρμόσουμε σε σενάριο. Ο Πάνος Παπαχατζής και ο Γιάννης Οικονομίδης μου πρότειναν να ξεκινήσουμε την περιπέτεια και τα υπόλοιπα πήραν το δρόμο τους.
-Ποιά από τα στάδια παραγωγής υπήρξε το πιο σημαντικό για την τελική μορφή της ταινίας; Η συγγραφή του σεναρίου , η προετοιμασία για τα γυρίσματα, τα γυρίσματα, το μοντάζ, post-production ;
Απόλαυσα όλα τα στάδια της παραγωγής για έναν πολύ απλό λόγο, σε κάθε στάδιο συνεργάστηκα με πολύ δημιουργικούς ανθρώπους οι οποίοι είχαν κίνητρο και διάθεση για να φτιάξουμε κάτι όμορφο. Δεν μπορώ να απομονώσω κάποιο στάδιο της παραγωγής αν και όταν φτάνει η ώρα του μοντάζ ανακαλύπτεις θησαυρούς που στο γύρισμα σου ξεφεύγουν. Προσωπικά, την ταινία την είχα δει πριν ακόμα ξεκινήσουν τα γυρίσματα.
-Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία σας. Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι το πέρασμα από τη μικρού μήκους ταινία στην μεγάλου μήκους;
Η μεγάλου μήκους, στον Ελληνικό χώρο, είναι μια μεγάλη περιπέτεια. Ξεκινώντας από τις χρηματοδοτήσεις μέχρι και την διανομή. Στη μικρού μήκους είσαι ελεύθερος να κάνεις την τρέλα σου χωρίς το ρίσκο. Φτιάχνοντας τη μεγάλου μήκους πρέπει να είσαι προετοιμασμένος για δημιουργικούς συμβιβασμούς, ισορροπίες μεταξύ των συνεργατών και φίλων, και άλλα πολλά τα οποία δεν χωράνε σε μερικές γραμμές. Στο μυαλό μου φάνταζαν βουνό αλλά μόλις ξεκίνησε η δημιουργική διαδικασία δεν ήθελα να τελειώσει.
-Ποιοι σκηνοθέτες ή ποιές ταινίες τροφοδότησαν τα όνειρά σας στο σινεμά; Από τι ή ποιους επηρεαστήκατε στο δρόμο σας στον κινηματογράφο;
Στο δρόμο μου στον κινηματογράφο έπαιξε σημαντικό ρόλο η μητέρα μου. Από πολύ μικρός θυμάμαι να βλέπουμε ταινίες μαζί και να έχει την υπομονή να μου εξηγεί το κάθε τι, ενώ μετέπειτα ήταν πολύ υποστηρικτική στην απόφαση μου να σπουδάσω κινηματογράφο. Βέβαια, με επηρέασαν πολύ και οι καθηγητές μου στο πανεπιστήμιο στην Αγγλία οι οποίοι με καθοδήγησαν σωστά στο να ανακαλύψω ένα κόσμο μαγικό και όμορφο που κρύβεται πίσω από την εικόνα.
Παρακολουθώ με μανία ότι βρεθεί στο δρόμο μου. Μεγάλη επιρροή στην μέχρι στιγμής πορεία μου έχει παίξει ο Γερμανικός Εξπρεσιονισμός και το νουάρ. Επίσης, λόγω της ιδιότητάς μου ως Καλλιτεχνικός Διευθυντής του ISFFC (Διεθνούς Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Κύπρου), παρακολουθώ χιλιάδες ταινίες μικρού μήκους κάθε χρόνο μέσα από τις οποίες βλέπω φρέσκες ιδέες και απίστευτα ταλέντα. Σε αυτή τη φάση που βρίσκομαι τώρα, βλέπω πολύ αμερικάνικο κινηματογράφο. Μου αρέσει το πως αγκαλιάζουν την ποπ κουλτούρα, άλλες φορές επικριτικά και άλλες φορές αποθεώνοντας τη.
-Κάποιοι λένε ότι κάθε τέλος είναι και μια νέα αρχή. Τι σχέδια έχετε για το μέλλον;
Επίσης κάποιοι λένε ότι όταν οι άνθρωποι κάνουν σχέδια, οι θεοί γελάνε.
(* η συνέντευξη έγινε μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Επιμέλεια Δημήτρης Μπάμπας)