(Αληθινός πόνος)
του Jesse Eisenberg
(κριτική: Δημήτρης Μπάμπας)
Ταινία ανδρικής φιλίας (… ή συγγένειας) αλλά και ταξιδιωτική περιπλάνηση, η δεύτερη σκηνοθετική απόπειρα του Jesse Eisenberg είναι μια σπουδή χαρακτήρων, αλλά και μια κωμωδία με τους τρόπους του Woody Allen.
Δύο ξαδέλφια, ο David (τον ρόλο υποδύεται ο σκηνοθέτης) και Benji (Kieran Culkin), συναντιούνται στο αεροδρόμιο της Νέας Υόρκης. Ξεκινούν ένα ταξίδι πίσω, στη χώρα καταγωγής των προγόνων, την Πολωνία. Είναι ένας φόρος τιμής και μνήμης σ’ ένα αγαπημένο πρόσωπο, στην Εβραία εκλιπούσα γιαγιά τους. Μετά την άφιξή τους ενσωματώνονται σ’ ένα γκρουπ που κάνει μια περιήγηση στους τόπους παρουσίας και μαρτυρίου του πολωνικού εβραϊσμού. Ωστόσο, για τα δύο ξαδέλφια το ταξίδι αυτό έχει και μια άλλη σημασία: είναι μια ευκαιρία για επανασυνδεθούν συναισθηματικά, μετά την απόσταση που έχουν δημιουργήσει οι ευθύνες της ενήλικης ζωή.
Αξιοποιώντας και ενσωματώνοντας επιρροές από το ανεξάρτητο αμερικάνικο σινεμά, αλλά και από τον Woody Allen, ο Jesse Eisenberg (When You Finish Saving the World, 2022) σχεδιάζει τα πορτραίτα δυο αντιθετικών χαρακτήρων -από την μια ο “χαλαρός” Benji και από την άλλη ο “σφιγμένος” David. Η δυναμική της μεταξύ τους σχέσης των δύο κεντρικών χαρακτήρων, αλλά και οι σχέσεις τους με τους υπόλοιπους της ομάδας συγκροτούν τα επεισόδια της αφηγηματικής γραμμής. Η μεταξύ τους αντίθεση είναι υπεύθυνη για την κωμική ευφορία που διαχέεται σε αρκετές σκηνές της ταινία, παρόλο το σκοτεινό φόντο που είναι πάντα εμφανές στο πίσω μέρος των εικόνων (το εβραϊκό ολοκαύτωμα). Σ’ αυτό το μέρος της ταινίας μπορούμε να διακρίνουμε και τη προσωπική εμπλοκή του εβραϊκής καταγωγής σκηνοθέτη: η ταινία μοιάζει σαν ένας φόρος τιμής στην πολωνο-εβραϊκή καταγωγή του, χωρίς μελοδραματικό συναισθηματισμό, αλλά με αποστασιοποίηση και ένα πνεύμα εβραϊκού χιούμορ, οικείο στους θεατές από τις ταινίες του Woody Allen.
Όμως, δεν είναι αυτό το κέντρο βάρος της ταινίας: η αφήγησή της μοιάζει να παρακολουθεί τον David, είναι ως αυτός να αφηγείται την ιστορία, ωστόσο η εστίαση είναι πάντα στον άλλο ξάδελφο, τον Benji. Ένα πρόσωπο που έχει μείνει πίσω, καθηλωμένος σε μια κατάσταση εφηβικής ανεμελιάς, ο David είναι στην πραγματικότητα ένα τραγικό πρόσωπο: δεν τον βαρύνουν οι ευθύνες της ενήλικης ζωής, αδυνατεί να διαχειριστεί τον πραγματικό κόσμο. Στιγματίζεται από μια εφηβικού τύπου συμπεριφορά ασύμφωνη με την ενήλικη ζωή. Το μέγεθος της συντριβής του Benji -ή το βάρος της μοναξιάς του- γίνεται φανερό μόνο όταν ο David αποσύρεται, μετά την επιστροφή τους, στη “θαλπωρή” της οικογενειακής ζωής. Τότε η αφηγηματική εστίαση απομακρύνεται από τον David και ό,τι αντικρίζουμε είναι τον ξάδελφό του Benji, μόνο σε μια κατάμεστη αίθουσας αναμονής σ’ ένα αεροδρόμιο.
Και γι’ αυτό η ταινία συνδέει μια παλιά πληγή -το εβραϊκό ολοκαύτωμα- με το σύγχρονο τοπίο: γίνεται μια μαρτυρία για το σύγχρονο τραύμα της, της συναισθηματικής απόστασης και της απομόνωσης στο σύγχρονο κόσμο.