(Ο Κανόνας του Παιχνιδιού)
του Jean Renoir
(σχόλιο του Σωτήρη Ζήκου)
 b_505X0_505X0_16777215_00_images_2122_la-regle-de-jeu.jpg

Πρόκειται για μια φασαριόζικη, ενθουσιώδη ταινία του ομιλούντος (1939), η οποία αν και χρησιμοποιεί αρκετές τεχνικές της βωβής κωμωδίας στις σλάπστικ σκηνές -με κυνηγητά και πλακώματα- επιτρέπει στους χαρακτήρες της να εκφράζονται απεριόριστα με την ομιλία, ενθουσιασμένοι θαρρείς που τους δόθηκε πρόσφατα αυτή η δυνατότητα από το ίδιο το κινηματογραφικό μέσο, φλυαρώντας έτσι στα όρια της ακατάπαυστης φωνασκίας, αλλά και λέγοντας κάθε τόσο απίθανα πράγματα, σε ένα ντελίριο απροκάλυπτης ειλικρίνειας (αυτός είναι ο βασικός «κανόνας του παιχνιδιού» στις σχέσεις τους) που αποδομεί τις συμβάσεις “σωστής” συμπεριφοράς τόσο της αριστοκρατίας όσο και των εκπροσώπων των λαϊκών τάξεων στην ταινία…
(Ουφ! Είπα άραγε αυτό που ήθελα να πω;)
 
«Και δηλαδή αυτή η ταινία είναι, μαζί με τον Πολίτη Κέιν, μία από τις σημαντικότερες στην ιστορία του σινεμά;» ερωτώ τον εαυτό μου.
Και, κάπως αμήχανα, του απαντώ: «Είναι μια μεγαλοφυής παρωδία του εαυτού της, για το τέλος μιας εποχής…».
(Κι αμέσως σκέφτομαι: «Μετά ακολούθησε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, το δεύτερο μεγάλο μακελειό». Αλλά δεν το λέω φωναχτά αυτό, μου φαίνεται κάπως βαρύγδουπο σε σχέση με το αλέγκρο πνεύμα της ταινίας.)
Λέω όμως, κάτι άλλο, μεταξύ σοβαρού και αστείου: «Ίσως είναι σημαδιακό που η ταινία αυτή ξαναπροβάλλεται τώρα. Στην εποχή μας, που η παρωδία είναι παντού γύρω μας το αλάθητο σημάδι της παρακμής... μια εποχή που δεν βρίσκεις, όσο ταλέντο και θέληση να διαθέτεις, κάτι που ν' αξίζει στ' αλήθεια την Ωδή σου».
(Και σκέφτομαι: «Ορίστε, το είπα. Αλλά τι πάει να πει αυτό που είπα; Κάτι σοβαρό ή κάτι αστείο;»)

Για να δημιουργήσεις μια διορατική ταινία που θα αποτελέσει τομή στην εξέλιξη της κινηματογραφικής τέχνης σε σχέση με την εποχή της και ακόμη παραπέρα ή το έχεις ή δεν το έχεις. Δεν αρκεί να διαθέτεις τα τεχνικά μέσα και κάποια γνώση του χειρισμού τους, αλλά να μπορείς να βλέπεις πίσω απ’ το «διάφραγμα» κατά Ζαν Ρενουάρ (ή να σκίζεις το «πέπλο» κατά Μίλαν Κούντερα), που παρεμβάλλεται σε κάθε εποχή ανάμεσα στην ανθρώπινη αντιληπτικότητα και την πραγματικότητα που μας περιβάλλει.