Η ανατολική Ευρώπη στο ακουστικό της, σε κατάσταση αναμονής. Στα ενδότερα της ένα αυστηρά πειθαρχημένο (σοβιετικού τύπου) κέντρο διαχείρισης δικτύων, που λειτουργεί ρολόι παρά τις συνθήκες περιρρέουσας παρακμής. Συνδρομητές από τέσσερις χώρες, Μολδαβία, Ουκρανία, Ρουμανία και Βουλγαρία περιμένουν υπομονετικά τεχνικούς και ηλεκτρολόγους για να τους συνδέσουν, να αποκαταστήσουν βλάβες, να τους διαφωτίσουν και γιατί όχι να πιουν και ένα ποτηράκι μαζί τους. Σκηνές οικείες αλλά και απρόβλεπτες, δοσμένες με αυθεντικό ρεαλισμό και χιούμορ αλλά και μια λανθάνουσα ειρωνική διάθεση, συνδεόμενες μεταξύ τους με ένα δεξιοτεχνικό μοντάζ, που καταργεί τα εθνικά σύνορα καθώς η κάμερα εισέρχεται από το ένα νοικοκυριό στο άλλο, από το ένα δωμάτιο στο άλλο, διακριτικά και ανεπαίσθητα. Μια ηλικιωμένη σε απόγνωση, που έμεινε ένα βράδυ χωρίς τηλεόραση και λοιδωρεί το Ίντερνετ για τις συμφορές του κόσμου, ένας ζωγράφος νοσταλγός του Κροπότκιν που αμφισβητεί την αξία του κράτους, μια νεαρή έγχρωμη που έχει δεχτεί λεκτική ρατσιστική επίθεση, ένας πατέρας που μιλάει αποστασιοποιημένα για το θάνατο του γιου του , ένας ιερέας που ρητορεύει για την επικοινωνία και τη Βίβλο, είναι κάποια μόνο από τα πρόσωπα που περνούν από αυτό το φαινομενικά απλό πολυφωνικό ντοκιμαντέρ παρατήρησης του Pavel Cuzuioc. Από την άλλη οι τεχνικοί συντήρησης σε μια επαναλαμβανόμενη ροή - ο σκηνοθέτης εστιάζει κυρίως σε δύο, στον Ουκρανό και τον Μολδαβό- κινούνται σαν σε ταινία δρόμου, με υπομονή και κατανόηση, ενώ οι συναντήσεις τους και οι διάλογοι θυμίζουν συχνά τον παραλογισμό ταινιών του σύγχρονου ρουμάνικου σινεμά.
Τελικά μέσα σε έναν καλωδιωμένο κόσμο, αυτό που αναδύεται είναι η εξάρτηση από τις νέες τεχνολογίες, είτε πρόκειται για υποβαθμισμένους οικισμούς μακριά από αστικά κέντρα , είτε για κρατικούς τηλεοπτικούς σταθμούς που προωθούν τη δική τους είδηση. Κι όσο κι αν ο παλιός κόσμος αντιστέκεται, ο νέος κερδίζει συνεχώς έδαφος, χαοτικός, για κάποιους δυσνόητος , αλλά άκρως απαραίτητος. Χωρίς να δίνει όμως πραγματική χαρά ούτε και λύση στα προβλήματα της ανθρωπότητας, όπως αναφέρει κλείνοντας ο ουκρανός Oleg, σε έναν μονόλογο που φαίνεται να περικλείει και την πεμπτουσία της ταινίας.
της Καλλιόπης Πουτούρογλου