του Alejandro González Iñárritu
(οι δηλώσεις του σκηνοθέτη)
Με την ταινία Babel ήθελα να διερευνήσω την αντίθεση ανάμεσα στην εντύπωση που έχουμε ότι ο κόσμος λόγω των μέσων επικοινωνίας έχει γίνει αρκετά μικρός και της αίσθησης ότι οι άνθρωποι είναι ακόμα ανίκανοι να εκφραστούν και να επικοινωνήσουν μεταξύ τους σ’ ένα πολύ βασικό επίπεδο.
Όταν αναφερόμαστε στη λέξη Βαβέλ σκεφτόμαστε τους ανθρώπους που προσπάθησαν να κατασκευάσουν ένα πύργο, για να φθάσουν στον ουρανό και να γίνουν θεοί. Ύστερα ο Θεός θύμωσε και δημιούργησε όλες αυτές τις διαφορετικές γλώσσες. Αυτός είναι ο λόγος που μιλάμε τόσο πολλές διαφορετικές γλώσσες παγκόσμια. Για μένα αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα, νομίζω ότι μια γλώσσα μπορεί πολύ εύκολα να «σπάσει». Για μένα το πρόβλημα είναι οι ιδέες και οι προκαταλήψεις που έχουμε και οι οποίες μας κρατούν χωριστά. Γι’ αυτά μιλά η ταινία.
Ταυτόχρονα ήθελα αυτή η ταινία να αναφέρεται σ’ αυτά που μας χωρίζουν και σ’ αυτά που μας φέρνουν κοντά. Νομίζω ότι αυτό είναι το κομβικό σημείο: Τι είναι αυτό που μας κάνει να μοιάζουμε και όχι τι είναι αυτό που μας κάνει να διαφέρουμε; Ποιες είναι οι ομοιότητες μας;
Αντιμετωπίζω μια ταινία ως μια αποσπασματική συναισθηματική εμπειρία. Σ’ αυτήν την ταινία δεν ήθελα να παίξω με το μοντάζ. Ήθελα η ταινία να’ ναι πιο γραμμική έτσι που οι θεατές να μην αποσπώνται από τη δυναμική που έχει η φόρμα της ταινίας. Ήθελα απλώς να φεύγουν με το συναίσθημα της ταινίας.
Πιστεύω ότι ως ανθρώπινα όντα αυτά που μας κάνουν ευτυχισμένους είναι πολύ διαφορετικά: εξαρτώνται από τη φυλή και τον πολιτισμό του καθενός. Αντίθετα αυτά που μας κάνουν θλιμμένους και δυστυχείς είναι αυτά που έχουμε κοινό όλοι οι άνθρωποι. Αυτά είναι το αδύνατο του έρωτα, το αδύνατο τού να σε αγγίζει ο έρωτας, το αδύνατο να αγγίζεις κάποιο/α με τον έρωτα και το αδύνατο του να εκφράζεις τον έρωτα. Αυτό το τελευταίο είναι από τα πιο επώδυνα που κάθε άνθρωπος βιώνει, όπως επίσης και το να αισθάνεσαι ευάλωτος όταν ερωτεύεσαι. Νομίζω ότι αυτά το δύο είναι τα πιο τραγικά που μας φέρνουν όλους κοντά.
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι έχουν μια ανικανότητα αν εκφραστούν με τις συζύγους τους, τις γυναίκες τους, τα παιδιά τους. Όταν δεν μπορείς να σε πλησιάσει κάποιος με λέξεις τότε το σώμα γίνεται ένα όπλο, μια πρόκληση και είναι αυτό που είναι τρομακτικό σ’ αυτή την ιστορία. Νομίζω ότι αυτό που βλέπει ο θεατής είναι μια ταινία για ανθρώπους και όχι για Αμερικανούς, Μεξικανούς ή Μαροκινούς. Στη ταινία δεν ήθελα να υπάρχουν καλοί και κακοί.
Νομίζω ότι αυτό που συμβαίνει στον κόσμο διαιωνίζεται. Προσπάθησα με κάποιο τρόπο να είμαι υπαινικτικός -να μην υπάρχουν στην ταινία αρχέτυπα και προκαταλήψεις. Προσπάθησα να δείξω τι συμβαίνει στον κόσμο αυτή τη στιγμή. Βλέπουμε τους «άλλους» πάντα ως κάτι αφηρημένο: έτσι το διαφορετικό σημαίνει επικίνδυνος, το να μην μπορείς να κατανοήσεις τους άλλους. Αυτό δεν συμβαίνει μόνο μεταξύ χωρών, αλλά και μεταξύ πατέρων και γιων, μεταξύ συζύγων. Δεν ακούμε πλέον. Ήθελα να μιλήσω γι’ αυτό: για τα σύνορα στις ψυχές μας, τις προκαταλήψεις των πατέρων μας, τα αρχέτυπα που έχουμε από τις θρησκείες, φυλές, πολιτισμούς. Προσπάθησα να κάνω μια ταινία για τις προκαταλήψεις, χωρίς να’ μαι προκατειλημμένος.
(αποσπάσματα από συνέντευξη τύπου στο φεστιβάλ Καννών 2006)