(Η Διεθνής)
των Sirri Sureyya Onder & Muharrem Gulmez
1982, Αντιγιαμάν, νοτιοανατολική Ανατολία: μια ομάδα ντόπιων μουσικών αδυνατεί να βγάλει τα προς το ζην εξαιτίας της απα- γόρευσης της κυκλοφορίας το βράδυ. Οι μουσικοί καταλήγουν στη φυλακή. Ο διοικητής της περιοχής που έχει επιβάλει το στρατιωτικό νόμο αποφασίζει να δημιουργήσει μια «μοντέρνα ορχήστρα» μ΄ αυτούς τους ντόπιους μουσικούς κι εκεί αρχίζουν τα κωμικοτραγικά γεγονότα. Αποφασίζουν να ετοιμάσουν μια ωραία τελετή υποδοχής για τα μέλη του Συμβουλίου που θα επισκεφτούν την πόλη. Εν τω μεταξύ ο Χαϊντάρ, φοιτητής στο πανεπιστήμιο, ετοιμάζει μια διαδήλωση. Η Γκιλεντάμ, κόρη του Αμπουζέρ, μαέστρου της «μοντέρνας ορχήστρας», τον βοηθάει. Καθώς οι δύο αυτές δραστηριότητες συγκρούονται, οι εκπλήξεις είναι αναπόφευκτες…
Ο σεναριογράφος της ταινίας, Sirri Sureyya Onder/ Σιρί Σιρεγιά Εντέρ, συνειδητά υιοθετεί την ειρωνεία ως αφετηρία και οπτική της αφήγησής του, αφού όπως ο ίδιος επισημαίνει, η ειρωνεία και το χιούμορ είναι τα διαχρονικά όπλα του ανθρώπου ενάντια στην πολιτική βία και καταπίεση. Αυτή είναι και η μεγάλη διαφορά λαού και στρατιωτικών. Οι αξιωματούχοι ζαλισμένοι από τον ήχο των όπλων και τις προσταγές της εξουσίας γίνονται όλο και πιο αφελείς, αφού αναγνωρίζουν ως εχθρούς μόνο τους ενόπλους. Αντίθετα, ο λαός που ζει υπό το καθεστώς του φόβου γίνεται πιο εφευρετικός επινοώντας πλάγιους τρόπους έκφρασης και διεκδίκησης.
Το τραγικό τέλος της φυλάκισης και του θανάτου επιβεβαιώνει ότι η γλώσσα των εξουσιαστών δεν είναι άλλη από τη βία. Όμως το μήνυμα της Διεθνούς, που περνάει με μαεστρία από τις οθόνες μας, γίνεται το ενδόμυχο, αλλά και βροντερό σάουντρακ της αλληλεγγύης, της διεκδίκησης και της αγάπης. Γιατί χωρίς αγάπη για το συνάνθρωπο δεν εμπνέεται κανένας αγώνας για ελευθερία. Και αυτή η διαπίστωση είναι πιο δυνατή από όλα.
(πηγή δελτίο τύπου)