του Fransisco Vargas
(οι δηλώσεις του σκηνοθέτη)
violin2.jpg
Πάντοτε ήθελα να γράψω ένα σενάριο για την κρυφή πραγματικότητα του Μεξικό, όπως έκανε το 1950 και ο Λουί Μπουνιουέλ με το “Los Olvidados”. Ακόμη και σήμερα, αυτές οι καταπιεσμένες φωνές στρέφονατι προς τον ένοπλο αγώνα για να ακουστούν.
Να προσθέσω εδώ ότι πέρα από τον Μπουνιουέλ, βασικές επιρροές για την συγγραφή του σεναρίου, ήταν η μελέτη που έκανα πάνω στην ιστορία του αντάρτικου κινήματος στην Λατινική Αμερική, όπως και στο έργο του μεγάλου βιολονίστα Κάρλος Πριέτο. Η πηγαία δύναμη αυτού του μουσικού που πήγαινε κάθε μέρα στο στρατόπεδο του εχθρού να παίξει με το βιολί του, χαράχτηκε για πάντα στη μνήμη μου. Με έκανε να καταλάβω όλη τη φιλολογία στην οποία μουσική και πόλεμος διαπλέκονται σ’ ένα επικίνδυνο παιχνίδι.

Προσπαθήσαμε να ηχογραφήσουμε στο έπακρο τους φυσικούς ήχους του γύρω περιβάλλοντος. Αργότερα επενέβηκα στην επεξεργασία ήχου, έτσι ώστε εξελικτικά να έχω ένα εκλεπτυσμένο κρεσέντο από σιωπή σε μουσική. Ήθελα ο θεατής να έρθει αντιμέτωπος με το ειδικό βάρος της σιωπής στο δάσος των ανταρτών, το βάθος της νυχτόβιας ζωής. Ο θεατής ακούει την βαριά σιωπή κατά την διάρκεια της επέμβασης. Βιώνεται δια της ακοής η απειλή που προέρχεται από τους ήχους των κυβερνητικών στρατευμάτων.
violin1.jpg
Λατρεύω το να γράφω διάλογους και να τους δουλεύω συνεχώς, μέχρι να αποκτήσουν την φυσικότητα της καθημερινότητας. Ήθελα να μείνω πιστός στον Μεξικάνικο προφορικό λόγο: λεκτική οικονομία, τοπικοί διάλεκτοι και ιδιωματισμοί. Ο Δον Πλουτάρκο είναι μια εμβληματική φιγούρα. Στην ομιλία του χρησιμοποιεί συχνά κομμάτια από τραγούδια, παροιμίες και βρισιές. Το τραγούδι και το παραμύθι που διδάσκει στον ανιψιό του Λούσιο, είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα παραδοσιακής Μεξικάνικης γλώσσας.

Όταν σκηνοθετώ έχω μια εμμονή με την απλότητα στους διάλογους. Μερικοί από τους ηθοποιούς είχαν θεατρική εμπειρία, όπως και εγώ, έτσι δεν ήταν δύσκολο να τους εισάγω στο κόσμο της μονοσύλλαβης ατάκας και της σιωπής. Αυτοί που δεν ήταν επαγγελματίες ανταποκρίθηκαν με ενθουσιασμό, φτιάχνοντας μια μοναδική ατμόσφαιρα κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων που εξέπληξε και εμένα τον ίδιο. Η γνώση τους για τις τοποθεσίες, προσέδωσε στην συμπεριφορά τους την απαραίτητη αυθεντικότητα που χρειαζόταν ο σκληρός ρεαλισμός του φιλμ.

Διαμέσου του ρεαλισμού, η ταινία κάνει ευθείες αναφορές στις αντάρτικες συγκρούσεις, οι οποίες καταλαμβάνουν μεγάλο μέρος της Μεξικάνικης πολιτικής σκηνής, του 20ου αιώνα. Το ιστορικό πλαίσιο της ταινίας, είναι ακόμα επίκαιρο στην παρούσα κατάσταση της χώρας. Αναφέρομαι στον ξεσηκωμό των φτωχών χωρικών του Γκερέρο στην δεκαετία του ’70. Αυτό το ουρλιαχτό των καταπιεσμένων ξέσπασε σαν έκρηξη, με στόχο να υπερασπίσει τα δικαιώματα της Ινδιάνικης κοινότητας, βρίσκοντας μάλιστα πρόσφορο έδαφος και στην κοινή γνώμη. Έχει ίδια χαρακτηριστικά με τον ξεσηκωμό της κοινότητας των Τσιάπας, που διευθύνεται από τον κομαντάτε Μάρκος, ιδρυτή του επαναστατικού EZLN (Egercito Zapatista de Liberacion National).

Αυτή τη στιγμή το Μεξικό βρίσκεται σε προεκλογική διαδικασία. Από την αρχή της προεκλογικής περιόδου, δημοκρατικές, εναλλακτικές φωνές, έχουν λογοκριθεί ή καλύτερα κατασταλεί. Οι άνθρωποι που είδαν την ταινία μου στο Μεξικό, θυμήθηκαν αμέσως τα πρόσφατα γεγονότα, με τις συγκρούσεις ανθρακωρύχων και στρατού, στο Ατένκο.

(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)