(Απρίλης)
της Déa Kulumbegashvili
(κριτική: Ζωή- Μυρτώ Ρηγοπούλου)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2425_april.jpg

Έμπειρη γυναικολόγος-μαιευτήρας, η Νίνα, εργάζεται χρόνια στο ίδιο επαρχιακό νοσοκομείο όταν βρίσκεται απρόσμενα να κατηγορείται για πιθανό λάθος απ’ τον πατέρα ενός μωρού που της πεθαίνει στη γέννα. Η επικείμενη έρευνα θα έχει άσχημες συνέπειες για την καριέρα της αν αποκαλύψει τις εκτρώσεις που κάνει παράνομα στα γύρω χωριά, για να βοηθάει φτωχές γυναίκες απέναντι σ’ έναν άδικο νόμο που δεν αλλάζει. Η απροθυμία της να ακολουθεί τους κανόνες κι η ψυχρή της συμπεριφορά, της έχουν ήδη δημιουργήσει δυσκολίες με τους ανωτέρους της. Πώς μπορούν άραγε τα πράγματα να καταλαγιάσουν;
Ταινία που δύσκολα αφήνει κάποιον αδιάφορο ο Απρίλης της γεωργιανής Ντέα Κουλουμπεγκασβίλι, που κέρδισε το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής στο Φεστιβάλ Βενετίας του 2024, θα διχάσει πολύ τις γνώμες ως προς την αξία του, μια κι όπως η πρωταγωνίστριά του αρνείται να φερθεί πιο ευχάριστα, να σχετιστεί ή να συμβιβαστεί, παρά επιμένει να επιβάλλει τα γούστα του στο βλέμμα του θεατή  - και το φανερώνει απ’ την πρώτη κιόλας σκηνή του.  Ακολουθώντας με ομολογουμένως μεγάλη δεξιοτεχνία τη σύγχρονη τάση του γεωργιανού σινεμά να μπλέκει είδη και τρόπους για να φτάσει στο ζητούμενο, η σκηνοθέτρια εναλλάσσει τη ντοκιμαντερίστικη ματιά με την ποιητικότητα και το ρεαλιστικό μινιμαλισμό με την πειραματική διάθεση. Ενοχλητικά κι εσκεμμένα μακρόσυρτες σκληρές/βίαιες/δυσάρεστες σκηνές, ακολουθούνται έτσι από άλλες μεγάλου λυρισμού κι ομορφιάς μιας φύσης που ανθίζει ή που βρυχάται ρίχνοντας κατακλυσμούς, ή από σώματα που κάθονται γυμνά, κοιμούνται ή βαριανασαίνουν μέσα από ένα ρούχο- δέρμα.
Η σκηνοθέτρια δεν ψυχολογικοποιεί ποτέ καμιά πτυχή απ’ την εκτός κανόνων και σχέσεων συμπεριφορά της Νίνα, κι ας «παίζει» με την αναφορά στο παιδικό τραύμα, παρά υπαινίσσεται τα συναισθήματα, τις δυσκολίες και τις σκοτεινιές μέσα από πλάνα που κουνιούνται τόσο όσο κι ο ψυχισμός της που συνεχώς παραπαίει ή την πορεία αυτοκινήτων που τα νοιώθουμε να εκτρέπονται συνεχώς κι ανά πάσα στιγμή να μπορούν να τρακάρουν.
Η προσέγγισή της καθιστά την εναλλαγή μόνιμο πρόσημο της εσωτερικής αμφιθυμίας της Νίνα, αλλά και ταυτόχρονο όχημα προχωρήματος μιας πλοκής με πολύ κυριολεκτικές διαστάσεις – και επιπτώσεις. Κάθε τόσο, η αφήγηση επιζητά σπλαχνικές σχεδόν αντιδράσεις απ’ το θεατή, τον οποίο πιέζει υπερβολικά, όπως ίσως νοιώθει κι η ίδια η Νίνα, ή κι γυναίκες του χωριού, μια κι οι άνδρες -καλοί ή κακοί- μοιάζουν πολύ πιο απλοί και ξεκάθαροι στις αντιδράσεις τους.
Η κινηματογραφική εικόνα μετατρέπεται έτσι σ’ ένα πεδίο μάχης αντίθετων αισθήσεων και συναισθημάτων που εκπορεύονται όλες απ’ το γυναικείο σώμα και μιλάνε μεταφορικά και κυριολεκτικά γι αυτό, για τις δυσκολίες, τις αγωνίες και τον πόνο του, για το πως περιορίζεται απ’ τις σχέσεις, απ’ τις οποίες η Νίνα μοιάζει πολύ μακριά, αλλά κι απ’ τη μητρότητα που συχνά δεν είναι κάτι επιθυμητό, αλλά ένας ακόμα περιορισμός για τη γυναίκα. Το περίκλειστο της επαρχίας λειτουργεί κι αυτό πνιγηρά, κι η θέση της γυναίκας μέσα του μοιάζει τόσο επισφαλής που να μην ξέρει κανείς αν είναι πιο τυχερή όταν γεννάει ή όταν χάνει τα μωρά της.  
Οι μόνιμες, μη λεκτικές αμφιβολίες της Νίνα, που μοιάζουν ν’ ανήκουν σχεδόν σ’ ένα στάδιο προγλωσσικό, την κρατούν δέσμια σ’ έναν τόπο ανάμεσα στ’ όνειρο και τον εφιάλτη, σ’ ένα είδος εγκαθιδρυμένου κενού και δυσαρέσκειας που μπορεί να εκφραστεί μόνο με πράξεις γύρω απ’ το σώμα. Κατ’ αυτή την έννοια, ο Απρίλης, ο σκληρότερος μήνας κατά τον ποιητή, μοιάζει εδώ σαν να την βάζει να αιωρείται συνεχώς σ’ ένα μεσοδιάστημα μεταξύ ζωής και θανάτου. Αυτό δίνει στην ιστορία μια υπόσταση σχεδόν μεταφυσική και αρκετά τρομακτική ως προς το τι θα μπορούσε η Νίνα να επιλέξει, έτσι που το ναι του συμβιβασμού να είναι το μόνο καλοδεχούμενο, σαν επιτέλους μια κατάφαση για τη ζωή, ένα σημείο απ’ όπου ίσως μπορεί κανείς μετά ν’ ανθίσει.  

Νύχτες Πρεμιέρας 2024