(Ο σπόρος της ιερής συκιάς)
του  Mohammad Rasoulof
(κριτική: Δημήτρης Μπάμπας)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2425_the-seed-of-the-sacred-fig.jpg

Το Ficus Religiosa είναι ένα δέντρο με ασυνήθιστο κύκλο ζωής. Οι σπόροι του, που περιέχονται σε περιττώματα πουλιών, πέφτουν σε άλλα δέντρα. Οι εναέριες ρίζες φυτρώνουν και αναπτύσσονται μέχρι το έδαφος. Στη συνέχεια, τα κλαδιά τυλίγονται γύρω από το δέντρο-ξενιστή και το στραγγαλίζουν. Τέλος, η ιερή συκιά στέκεται μόνη της.

Ένα πιστόλι και σφαίρες που παραδίδονται.  Ένα χαρτί που υπογράφεται. Ένας άντρας που διασχίζει το διάδρομο μιας κρατικής υπηρεσίας με ομοιώματα μαρτύρων. Κινείται μέσα στην πόλη με αυτοκίνητο. Καταλήγει στην ερημιά. Σ’ ένα έρημο χωριό. Νύχτα. Θα προσευχηθεί σ’ ένα ολόφωτο μικρό τέμενος....
Ο Iman διορίζεται ως ανακριτής- δικαστής της μη δημοφιλούς αστυνομίας του καθεστώτος: Έχει την εξουσία να επιβάλει θανατικές ποινές. Το γεγονός γιορτάζεται με τις δύο φοιτήτριες κόρες του  -τη μεγαλύτερη Rezvan και τη μικρότερη Sana- και τη γυναίκα του, Najmeh σ’ ένα δείπνο. Το νέο του αξίωμα επιβάλει αλλαγές στην προσωπική και οικογενειακή του ζωή. Επιβάλει επιπλέον αλλαγές και στις συμπεριφορές των μελών της οικογένειάς του και πιο συγκεκριμένα τον δύο θυγατέρων του. Κυρίως όμως, η νέα του θέση επιβάλει για τον ίδιο τον Iman κάποιους επώδυνους συμβιβασμούς όσον αφορά την ηθική του...
Το πλαίσιο της αφήγησης είναι καθοριστικό γι’ αυτό το οικογενειακό δράμα: Είναι οι διαδηλώσεις και οι διαμαρτυρίες ενάντια στο θεοκρατικό καθεστώς, με αφορμή τον θάνατο της Mahsa Amini τον Σεπτέμβρη του 2022 που συντάραξαν το Ιράν. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο το χιτζάμπ  -δηλαδή η υποχρεωτική για τις γυναίκες μαύρη ρόμπα που καλύπτει όλο το σώμα, αφήνοντας μόνο το πρόσωπο – δεν είναι απλώς μια ενδυματολογική επιλογή, αλλά ένα σύμβολο καταπίεσης της γυναικείας υπόστασης.  
Επιπλέον, το χιτζάπ μέσα στη δραματική πλοκή μάς υποδεικνύει και ένα δυισμό που σημαδεύει τη δραματική πλοκή και την αφήγηση: από τη μια πλευρά η οικογενειακή ζωή, όπου οι γυναίκες εμφανίζονται ενδυματολογικά ελεύθερες  και από την άλλη η δημόσια ζωή όπου η εικόνα τους είναι ομοιόμορφη και χωρίς διαφοροποιήσεις. Υπάρχει λοιπόν διάσταση ανάμεσα στην εσωτερική οικογενειακή ζωή, τις διαπροσωπικές σχέσεις της οικογένειας και σε ό,τι συμβαίνει στη δημόσια σφαίρα, στην επαγγελματική ζωή του πατέρα και σ’ ό,τι την περιβάλλει, δηλαδή στα της εξέγερσης.
Η δράση επικεντρώνεται τόσο στο ανδρικό κεντρικό χαρακτήρα, όσο και στις γυναίκες της οικογένειας του.  Αν και αρχικά κεντρικό πρόσωπο φαίνεται ότι είναι ο άνδρας ωστόσο στην πραγματικότητα η εστίαση της αφήγησης συνεχώς μετακινείται από τον πατέρα στη μητέρα -η οποία είναι στον ενδιάμεσο χώρο ανάμεσα στις κόρες της που εγκολπώνονται τα της  εξέγερσης και στον άνδρα της-, και τέλος στις κόρες. Αυτή η σκηνοθετική διαχείριση απομακρύνει κάθε μελοδραματισμό, ή πολιτικό μανιχαϊσμό.
Ό,τι καταλύει το δυισμό -εσωτερική οικογενειακή ζωή και δημόσια- είναι η ίδια κοινωνική πραγματικότητα: η εισβολή με τη μορφή των εικόνων από τις διαδηλώσεις σημαίνει παράλληλα και την εισβολή ενός πνεύματος εξέγερσης: η επίδειξη αλληλεγγύη των γυναικείων μελών της οικογένειας σε μια φίλη που χτυπήθηκε στις διαδηλώσεις είναι το πρώτο στάδιο μιας εξέγερσης στο οικογενειακό τοπίο. Παράλληλα, η χρήση πραγματικών στιγμιοτύπων τραβηγμένων με κινητό τηλέφωνο, πέρα από το να προσδίδει μια διάσταση ρεαλισμού στην αφήγηση, διαλύει κάθε στοιχείο οικογενειακού δράματος.  Συνέπεια των προηγουμένων είναι τα ήθη του καθεστώτος -οι τρόποι και τα μέσα του - εισάγονται μες στο εσωτερικό της αυτής οικογένειας, και τη διαλύουν…
Ο σκηνοθέτης μεταμορφώνει έτσι μια πολιτική -κοινωνική σύγκρουση που συνταράσσει μία ολόκληρη κοινωνία σ’  ένα εσωτερικό οικογενειακό δράμα, όπου η πατρική εξουσία αμφισβητείται και η εξέγερση ενάντια στην πατριαρχία δεν είναι παρά εξέγερση ενάντια στην εξουσία του θεοκρατικού καθεστώτος...