του Hou Hsiao-hsien
(οι δηλώσεις του σκηνοθέτη)
Οι καλύτερες στιγμές που έχουμε ζήσει έχουν χαθεί για πάντα. Ο μόνος τρόπος για να τις φέρουμε στο προσκήνιο είναι να τις ανασύρουμε από την μνήμη. Το σινεμά είναι ένα εργαλείο που μού επιτρέπει να διατηρήσω αυτές τις αναμνήσεις. Πιστεύω ότι οποιοδήποτε γεγονός που κάποιος βιώνει έχει την πιθανότητα να γίνει μια μελλοντική του «αγαπημένη αναμνήση» και γι’ αυτό ήθελα να κινηματογραφήσω αυτές τις μικρές σκηνές που συλλαμβάνουν διαφορετικές στιγμές.
Έχω την αίσθηση ότι δημιουργώντας αντίθεση μεταξύ ερωτικών ιστοριών από τρεις διαφορετικές εποχές, μπορούμε να κατανοήσουμε πως η ανθρώπινη συμπεριφορά διαμορφώνεται, πως καθορίζεται από την εποχή και τον τόπο που ζει κάποιος.
Για μένα και οι τρεις εποχές είναι οι καλύτερες εποχές. Γιατί αυτές οι εποχές και αυτές οι στιγμές του ποτέ δεν πρόκειται να έρθουν ξανά. Έχουν για πάντα χαθεί. Μπορείς μόνο να τις ανακαλέσεις μέσα απο τις αναμνήσεις. Πάντα ήθελα να κάνω μια ταινία για αυτές τις στιγμές ανάμνησεων.
Πλησιάζω τα εξήντα και οι αναμνήσεις μου με περιτριγυρίζουν εδώ και καιρό, τόσο πολύ, που φαίνεται σαν αυτό να είναι μέρος του εαυτού μου. Ίσως ο μόνος τρόπος για να ξοφλήσω το χρέος μου σ’ αυτές τις αναμνήσεις είναι να τις κινηματογραφήσω.
Σήμερα στην Ταϊβάν δεν μπορείς να βρεις ούτε ίχνος για το πώς ήταν η καθημερινή ζωή στη δεκαετία του 60 είτε αναφερόμαστε σε αντικείμενα είτε στην αρχιτεκτονική. Γι’ αυτό για την πρώτη από τις τρεις ιστορία επέλεξα να εστιάσω στους χαρακτήρες. Και για τον ίδιο λόγο στο δεύτερο μέρος που διαδραματίζεται το 1911 την κινηματογράφησα χρησιμοποιώντας ένα απλό ντεκόρ. Όσο για το τρίτο μέρος, ίσως φαίνεται αποσπασματικό, γιατί ήθελα να εκφράζω την αναταραχή που για μένα χαρακτηρίζει την σύγχρονη πραγματικότητας της Ταϊβάν.
Στην δεύτερη ιστορία της ταινίας οι ηθοποιοί μιλούν μια κινεζική διάλεκτο. Είναι δύσκολο όμως να αναπαράγεις μια άγνωστη γλώσσα με πειστικό τρόπο. Γι’ αυτό το λόγο προτίμησα το βωβό. Επέλεξα αυτή την διάλεκτο για να δείξω ακριβώς τις διαφορές που έχουν συντελεστεί σε όλα τα επίπεδα της καθημερινότητάς μας στην Ταϊβάν ανάλογα με τα ιστορικά γεγονότα και τις ιστορικές συνθήκες που επικρατούσαν κάθε φορά στην ιστορίας της χώρας.
Στην ταινία ακούγεται ιαπωνική μουσική με στίχους στα ταϊβανέζικα. Αυτό αντικατοπτρίζει την ιστορία της χώρας, αφού κατά τη διάρκεια της ιαπωνικής κατοχής, τα γιαπωνέζικα τραγούδια ακούγονταν κατά κόρον στη χώρα. Επίσης, ακούγεται αμερικανική μουσική, κι αυτό αντιστοιχεί στην ιστορική περίοδο της παρουσίας του αμερικανικού στρατού στο νησί, οπότε και τα αμερικανικά πολιτιστικά στοιχεία ήταν πολύ έντονα, για παράδειγμα στο ραδιόφωνο ακούγαμε πολλή αμερικάνικη μουσική.
Τα ερωτικά τραγούδια που ακούμε στη πρώτη ιστορία είναι κομμάτια που μ’ άρεσε να ακούω όταν ήμουν νέος. Τότε εκείνο τον καιρό είχα ηχογραφήσει ένα δίσκο. Για το δεύτερο τμήμα που είναι βουβό -είναι πρώτη φορά που κάνω κάτι τέτοιο - σκέφθηκα ότι η μουσική θα έπρεπε να έχει μια συνεχή ροή, ερμηνεύοντας τα συναισθήματα που υποβάλλει η εικόνα.
Παρατηρώ τον κόσμο γύρω μου και συλλέγω πληροφορίες. Τις αξιοποιώ την κατάλληλη στιγμή, σε κάποια επόμενη ταινία μου. Χρειάζεται να συλλάβει κανείς την ύπαρξη για να μπορέσει να την αποδώσει. Είναι σαν να υπάρχει κάπου η ταινία από μόνη της και φτάνει η ιδιαίτερη εκείνη στιγμή που υλοποιείται, που ολοκληρώνεται
Ο κινηματογράφος μου στοχεύει στην αποτύπωση μιας ιδιαίτερης στιγμής της ανθρώπινης ύπαρξης
(δηλώσεις σε συνέντευξεις τύπου στα φεστιβάλ Καννών και Θεσσαλονίκη 2005, στην εφημερίδα Taipei Times).