του Marc Ferro
schindl1.jpg

Μέχρι σήμερα κανένας σκηνοθέτης δεν τόλμησε να δείξει τη γενοκτονία απομακρύνοντας το βλέμμα του από την αγριότητα. Βέβαια, με το «Πεπρωμένο ενός ανθρώπου»/ The Fate of a Man (1959) αυτή η αντίληψη θα μπορούσε να ανατραπεί: σε μια ριζοσπαστική σεκάνς, ο Μπονταρτσούκ/ Bondartchouk έδειχνε την άφιξη των Ρώσων αιχμαλώτων και τον εγκλεισμό τους σ’ ένα στρατόπεδο συγκεντρώσεως, όπου με συνοδεία μουσικής οδηγούνταν άλλοι στα παραπήγματα τους και άλλοι στους θαλάμους αερίων -αλλά το βλέμμα, η οπτική ήταν αυτή της ρωσικής πλευράς, όχι της ναζιστικής.
Όσον αφορά τις ταινίες μνήμης όπως το «Shoah» του Κλώντ Λάντζμαν/ Claude Lanzmann, ή το «Μαρτυρία μνήμης»/ Témoignage pour mémoire της Κλοντίν Ντραμ/ Claudine Drame, αυτές ανασυνθέτουν μια ζωντανή τραγωδία χωρίς όμως να την δείχνουν. Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλες ταινίες που παρουσιάζουν μαρτυρίες ανθρώπων που έσωσαν Εβραίους, όπως στο «Σαν να ήταν χθές…»/ Comme si c’était hier των Χόφενμπεργκ/ Esther Hoffenberg & Αμπράμοβιτς/ Myriam Abrahmovitch (1980) ή στη μεγάλη έρευνα του Μάρεκ Χάλτερ/ Marek Halter.
Και να, που  ο Αμερικανός σκηνοθέτης Στήβεν Σπήλμπεργκ/ Steven Spielberg δοκιμάζει να δείξει το «μη εικονιζόμενο» και πετυχαίνει. Επιπλέον, παρουσιάζει τη γενοκτονία έτσι όπως την είχαν ζωντανέψει οι διευθύνοντες ναζί.
schind2.jpgΗ υπόθεση της ταινίας, δεν είναι μια απλή εξέταση του τρόπου με τον οποίο διαπράχθηκε ένα έγκλημα, παρουσιασμένο σ’ ένα κρύο δωμάτιο, όπως είχε συμβεί στην ταινία «Η διάσκεψη του Wannse»/ The Wannsee Conference/ Die Wannseekonferenz (1984). Σε αυτό το φιλμ του Χάινζ Σιρκ/ Heinz Schirk βασισμένο στα πρακτικά και τα πρωτόκολλα που συντάχθηκαν κατά τη διάρκεια εκείνης της σύσκεψης, όπου πάρθηκε η απόφαση της «τελειωτικής λύσης», βλέπουμε πως καλύπτεται η διαδικασία μιας ξεκάθαρης εξόντωσης, ακόμα και από εκείνους που έχουν αντιρρήσεις -στρατιωτικοί, νομικοί- με χρήση επιχειρημάτων σχετικών με τη δικαιοδοσία τους: δυσκολία να συγκεντρωθεί ο αριθμός βαγονιών που απαιτείται εντός των προκαθορισμένων ημερομηνιών, το πρόβλημα τα μεικτά ζευγάρια κ.λπ. χωρίς ποτέ να θέσουν τοπ πρόβλημα «επί τάπητος» ή να διαμαρτυρηθούν - «Συμμορφωνόμαστε» με τις εντολές του Χάινριχ…». Στην ταινία του Σπίλμπεργκ - Schindler's List (1993)-, ο Σίντλερ επίσης συμμορφώνεται. Αυτός ο Γερμανός βιομήχανος έκανε περιουσία εκμεταλλευόμενος τους Πολωνοεβραίους και διάλεξε ανάμεσα στους κρατουμένους των στρατοπέδων συγκέντρωσης τους καλύτερους εργάτες για την ανάπτυξη του εργοστασίου του. Εξαιτίας αυτών των ανθρώπων απέκτησε μια τεράστια περιουσία. Και να που προστατεύει τους «δικούς» του Εβραίους, όταν οι άλλοι επιθυμούν να τους οδηγήσουν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η επιχειρηματολογία είναι απλή: χωρίς αυτούς η παραγωγικότητα θα έπεφτε.
Κι όμως, είναι έτοιμος για όλα, για να μπορέσει να τους σώσει από τους μηχανισμούς του συστήματος, θυσιάζοντας τη «δική του» περιουσία για να δωροδοκήσει τους υπεύθυνους, τους «ομοϊδεάτες» του, που προαισθάνονται πως οι άνεμοι του πολέμου θα αλλάξουν. Έτσι ο Σίντλερ αρχίζει να αφοσιώνεται στα θύματα του αλλά το ταλέντο του Σπίλμπεργκ είναι αρκετά συγκεχυμένο έτσι ώστε να μη γνωρίζουμε αν τους σώζει για τους ίδιους ή για το εαυτό του.
Μα πριν ακόμα αρχίσουμε να αναρωτιόμαστε -αφού η ιστορία είναι αληθινή και οι επιζήσαντες πήγαν, αργότερα, στο Ισραήλ όπου και τιμούν τη μνήμη του- μένουμε έκθαμβοι από την επιτυχία μιας υπερπαραγωγής που ανταποκρίθηκε στην πρόκληση του να μην κρύψει τίποτα.
Βέβαια, ο έντονος πόθος να παρουσιαστεί ολόκληρο το μέγεθος του τρόμου δεν απέχει πολύ από την ιεροσυλία, κι όμως νιώθουμε ευχαρίστηση όταν ο Σπίλμπεργκ δοκιμάζει να κάνει οικονομία στα εφέ του, να κάνει κινηματογράφο.
Άλλα και το ύφος της ταινίας είναι εξαιρετικά σωστό το λευκό και το μαύρο μεταμορφώνουν αυτή την ιστορία σ’ ένα ντοκουμέντο πολύ πιο αληθινό και από ντοκουμέντο. Αβάσταχτο και μεγαλόπρεπο.

[Δημοσιεύτηκε στο Le Monde diplomatique, Mars 1994 με τον τίτλο «Un nazi saisi par la grâce”. Απόδοση από τα γαλλικά Νίκος Καλτσάς. Η ελληνική μετάφραση δημοσιεύτηκε στην εφ. Η Εποχή, Κυριακή 17 Απριλίου 1994.]