thelma-and-louise.jpg

Εκτός από τις ηθοποιούς, σοβαρά εμπόδια συναντούν και όσες προσπαθούν να κάνουν καριέρα σκηνοθέτιδος η παραγωγού στα μεγάλα στούντιο.

του Duncan Campbell/ The Guardian

Όταν άρχισε να προβάλλεται η ταινία «Θέλμα και Λουίζ»/ Thelma and Louise, το 1991, προκάλεσε έναν χείμαρρο επικρίσεων από τους (άνδρες ως επί το πλείστον) κριτικούς. Πολλοί από αυτούς βρήκαν την ιστορία των δύο γυναικών, που τρέπονται σε φυγή αφού έχουν σκοτώσει ένα βιαστή, πολύ τραβηγμένη. Ισχυρίστηκαν ότι το θέμα της ήταν «φασιστικό» και «υποβίβαζε τους άνδρες».
Η σεναριογράφος της ταινίας, Κάλι Κούρι/ Callie Khouri, το είδε διαφορετικά. «Στο κάτω κάτω, οι κακοί πάντα σκοτώνονται σε κάθε ταινία που έχω δει. Ο βιαστής ήταν κακός και σκοτώθηκε. Η φασαρία όλη γίνεται μόνο επειδή το φόνο έκανε γυναίκα. Αν είχε εμφανιστεί ένα παλικάρι και έσωζε τις κοπέλες σκοτώνοντας τον τύπο, νομίζετε ότι θα έλεγε κανείς τίποτα;».

«Τρέξε να σωθείς»
Για τις γυναίκες που προσπαθούν να τα καταφέρουν εδώ και χρόνια ως παραγωγοί και διοικητικά στελέχη στα στούντιο του Χόλιγουντ, υπάρχει περίπου ή ίδια αντιμετώπιση. Σύμφωνα με το καινούργιο βιβλίο της δημοσιογράφου Ρέιτσελ Αμπράμοβιτς/ Rachel Abramowitz «Is that o gun in your pocket?»(«Έχεις πιστόλι στην τσέπη σου;»), δεν λείπουν οι άντρες που χαίρονται βλέποντας τις γυναίκες να έχουν τον έλεγχο, όπως δεν λείπουν κι εκείνοι που είναι έτοιμοι να πουν σε μια μέλλουσα παραγωγό «τρέξε να σωθείς» και να αναλάβουν αυτοί να «καθαρίσουν».
Το βιβλίο της Αμπράμοβιτς βρίσκεται ήδη στη λίστα των μπεστ σέλερ στο Λος Άντζελες και δεν θα μπορούσε να είχε κυκλοφορήσει σε πιο επίκαιρη στιγμή. Πρόσφατα, κατά την απονομή σ’ αυτήν ενός βραβείου, η παραγωγός Πόλα Γουίνστιν («The Famous Baker Boy», «Σχέση ζωής»/ Fearless) σχολίασε εύστοχα ότι είναι ωραίο να αναγνωρίζεται η δουλειά της παρ’ όλο που δεν έχει κάνει πολλές εμπορικές επιτυχίες. Και αυτή την εβδομάδα, μια καινούργια τηλεοπτική σάτιρα με θέμα τη βιομηχανία ψυχαγωγίας θα έχει ως κεντρική ηρωίδα την αδίστακτη και φιλόδοξη Λόρι Βολπόνε (με ερμηνεύτρια τη Σαρλότ Ρος) , η οποία δικαιώνει τα στερεότυπα για τη σκληρή γυναίκα που πετυχαίνει στον κόσμο των business.
Το μήνυμα για τις γυναίκες παραγωγός είναι ότι είτε κατηγορούνται επειδή οι ταινίες τους δεν σπάνε όλες ρεκόρ εισπράξεων είτε αντιμετωπίζονται ως σκληροτράχηλες δολοπλόκοι, που ετοιμάζονται να ποδοπατήσουν με τα τακούνια τους τα αρσενικά στελέχη για να φτάσουν στην κορυφή.
Αυτό που ανακάλυψε η Αμπράμοβιτς μιλώντας σε 150 από τις γυναίκες παραγωγούς, διευθυντικά στελέχη και ηθοποιούς που έχουν πετύχει στην βιομηχανία του κινηματογράφου είναι ότι πολλές φορές αναγκάστηκαν να αγνοήσουν ή να υποστούν ένα είδος συμπεριφοράς που θα έκανε τη Θέλμα και τη Λουίζ να πιάσουν το πιστόλι. Πολλές γυναίκες ανακάλυψαν ότι η συνέντευξη πρόσληψης συνήθως ξεκίναγε με ένα ωμό «γδύσου» και πως, όταν είχαν πάρει τη δουλειά, το πρώτο τηλεφώνημα ήταν μια «ανήθικη πρόταση» από το αφεντικό.
Η Γκλόρια Στάινεμ είναι ανάμεσα σε αυτούς που επαίνεσαν το βιβλίο, λέγοντας ότι «αποκαλύπτει τις εργασιακές συνθήκες στην αμερικανική βιομηχανία ονείρων, μία πραγματικότητα πολύ πιο σκληρή από αυτήν που παρουσιάζεται στον κινηματογράφο». Για να αποδείξει τη γνώμη της, η παραγωγός Μάρθα Κούλιτζ/ Martha Coolidge θυμάται πως όταν έκανε αίτηση στην κινηματογραφική σχολή του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκη, της είπαν χαρακτηριστικά: «Δεν μπορείς να γίνεις σκηνοθέτις, είσαι γυναίκα. Σπαταλάς το χρόνο σου και τα χρήματα των γονιών σου».
Όταν τελικά επιτράπηκε στην Κούλιτζ να σκηνοθετήσει την πρώτη της ταινίας, ο διευθυντής της είπε: «Θέλω να ξέρεις ότι πρέπει οπωσδήποτε να έχουμε γυμνό στήθος σ’ αυτήν την ταινία….τέσσερις φορές. Δεν με νοιάζει πως θα το κάνεις. Θέλω απλώς να γίνει». Εκείνη απάντησε πως δεν την πειράζει, αρκεί να την αφήσουν να κάνει την ταινία όπως θέλει. Την άφησαν, και έκανε το «Valley Girl» που κόστισε 350.000 δολάρια και κέρδισε 17 εκατομμύρια.
meryl-streep.jpg
Εξαίρεση
Οι γυναίκες σκηνοθέτιδες αποτελούν εξαίρεση. Στη δεκαετία μεταξύ 1983 και 1992, μια περίοδο κατά την οποία έσπασαν πολλοί φραγμοί από και υπέρ των γυναικών στη βιομηχανία του κινηματογράφου, μόνο 81 από τις 1.794 ταινίες έγινε από γυναίκες. Καμιά γυναίκα δεν έχει βραβευθεί με Όσκαρ καλύτερου σκηνοθέτη και μόνο δύο έχουν προταθεί: η Λίνα Βερτμίλερ/ Lina Wertmüller, το 1977 και η Τζέιν Κάμπιον/ Jane Campion, το 1993.
Οι γυναικείοι ρόλοι στον κινηματογράφο και ο διαφορετικός τρόπος με τον οποίο φέρονται στις γυναίκες και στους άνδρες ηθοποιούς είναι δύο διαφορετικά θέματα, παρ’ όλο που η Αμπράμοβιτς μνημονεύει τα λόγια της Μέριλ Στριπ/ Meryl Streep όταν, απευθυνόμενη στο συνέδριο του εθνικού σωματείου των γυναικών ηθοποιών, είπε: «Δεν μπορώ να μη γελάσω όταν οι ρεπόρτερ με ρωτάνε τι με τράβηξε σ’ ένα ρόλο, λες και υπάρχει μεγάλη ποικιλία καλογραμμένων γυναικείων ρόλων». Η ομιλία της συνέπεσε με την έκδοση της έρευνας που δείχνει ότι 71% των ρόλων, όσον αφορά τις εμπορικές ταινίες, ανήκει στους άνδρες.
Το φάσμα, όμως, των απόψεων είναι ευρύ. Η Σου Μένγκερς, η παλαίμαχη ατζέντισσα, είχε πει: «Η εξουσία είναι ακόμα κάτι ξένο για τις γυναίκες. Δεν αισθάνονται άνετα. Οι άνδρες βρίσκονται από πάνω στο σεξ κι εμείς δεν τολμάμε να τους αναποδογυρίσουμε….Υπάρχουν αυτή τη στιγμή στο επάγγελμά μας πολλές ασήμαντες γυναίκες όσο και άνδρες».
Η Σέρι Λάνσινγκ, η οποία το 1980, όταν διορίστηκε πρόεδρος της Fox, έγινε η πρώτη γυναίκα επικεφαλής κινηματογραφικού στούντιο, είπε στην Αμπράμοβιτς: «Μπορεί αυτό να με κάνει αντιπαθητική στις φεμινίστριες, αλλά πρέπει να πω ότι κανένας άντρας στη δουλειά μου δεν μου φέρθηκε με τρόπο προσβλητικό ή που να μη μπορώ να τον αντιμετωπίσω. Κανείς δεν με έριξε στον καναπέ». Εκείνο που εξόργισε τη Λάνσινγκ ήταν ο τίτλος των «Νιου Γιορκ Τάιμς» όταν διορίστηκε: « Η Σέρι Λάνσινγκ, πρώην μοντέλο, επικεφαλής της Φοξ».
Ήταν ήδη τότε 36 ετών και είχε εργαστεί ως μοντέλο στη Μαξ Φάκτορ στα 22 της. Τα χρόνια που πέρασε στην Κολούμπια στη θέση της αντιπροέδρου παραγωγής («Κάρμεν εναντίον Κάρμεν»), «Το σύνδρομο της Κίνας») είχαν ξεχαστεί μπροστά στην ευκαιρία να αναφερθεί το παρελθόν της ως μοντέλου.
Η Μπάρμπαρα Στρέιζαντ/ Barbra Streisand θυμάται, μιλώντας για την περίοδο που σκηνοθετούσε την ταινία «Γιέντελ»/ Yentl, το 1983: «Αυτοί οι άνθρωποι με αποκαλούσαν εγωίστρια επειδή δεν μπορούσαν ν’ ανεχθούν μια γυναίκα με τόση εξουσία». Ήταν παραγωγός, σκηνοθέτης, σεναριογράφος και πρωταγωνίστρια της ταινίας. Όταν το «Γιέντλ» δεν προτάθηκε για Όσκαρ καλύτερης ταινίας και η Στρέιζαντ δεν προτάθηκε για καλύτερη σκηνοθεσία, οι θαυμαστές της διαδήλωσαν με πανό έξω από το χώρο της τελετής.

Στην τηλεόραση
Μια γυναίκα στέλεχος της τηλεόρασης ανέφερε ότι οι γυναίκες τώρα έχουν περισσότερη εξουσία στην τηλεόραση απ’ ότι στον κινηματογράφο. «Πιστεύω πως η τηλεόραση είναι πιο δημοκρατική από τον κινηματογράφο, παρ’ όλο που κι αυτή είναι ακόμα ένας χώρος γεμάτος ταμπού. Υπάρχουν μερικοί πραγματικά καλοί τηλεοπτικοί σκηνοθέτες αλλά οι γυναίκες είναι ακόμα λίγες. Είναι ένα κλαμπ αγοριών». Σίγουρα οι γυναίκες έχουν αποκτήσει ισχυρότερο προφίλ στον διοικητικό τομέα της τηλεόρασης απ’ ότι στον κινηματογράφο. Αυτό συμβαίνει εξαιτίας της ανάγκης να τελειώνουν τα προγράμματα στην ώρα τους, επειδή οι προθεσμίες στην τηλεόραση είναι πολύ αυστηρές κι έτσι αναγκαστικά ισχύει ένας πιο επαγγελματικός και αξιοκρατικός τρόπος δουλειάς απ’ ότι στον κινηματογράφο, όπου το τελικό γύρισμα μπορεί να γίνει αντικείμενο διαπραγμάτευσης ή ακόμα και να αναβληθεί.
Το βιβλίο της Αμπράμοβιτς τελειώνει επιβεβαιώνονται ότι το γυναικείο κοινό λαμβάνεται υπόψη πιο σοβαρά τώρα παρά πριν από 10 ή 20 χρόνια. Όμως, όπως τονίζει η συγγραφέας και σκηνοθέτις Νόρα Έφρον/ Nora Ephron, «εάν δεν βοηθηθείς από έναν άνδρα δεν τα καταφέρνεις, διότι σε αυτό το επάγγελμα οι άνδρες διευθύνουν και όχι οι γυναίκες…..

74 χρόνια μετά….
Φυσικά, ήταν η Μέι Γουέστ/ Mae West που έδωσε τον τίτλο σε αυτό το βιβλίο (με την περίφημη φράση της «Έχεις πιστόλι στην τσέπη σου ή απλώς χάρηκες που με είδες;») και είναι αξιοσημείωτο ότι το 1926, σε ηλικία 34 ετών, ήταν εκείνη που όχι μόνο έγραψε το έργο «Σεξ», αλλά υπήρξε συγχρόνως παραγωγός και σκηνοθέτις του ομώνυμου σόου που είχε μεγάλη επιτυχία στο Μπρόντγουεϊ. Πήγε φυλακή 10 μέρες με την κατηγορία της προβολής των ηθών, αλλά την επομένη χρονιά σκηνοθέτησε, απτόητη, ένα έργο με θέμα την ομοφυλοφιλία και τίτλο Drag. Και συνέχισε με μια λαμπρή καριέρα στον κινηματογράφο. Αναμφισβήτητα, εάν ζούσε σήμερα, θα σάστιζε βλέποντας ότι τρία τέταρτα του αιώνα αφ’ ότου εκείνη έδειξε τα σκηνοθετικά της δόντια, οι γυναίκες είναι ακόμα τόσο μακριά από τις γραμμές της εξουσίας.

Ποιες ξεχώρισαν
Σκηνοθέτες: Η πρώτη γυναίκα σκηνοθέτης, που ήταν και η πρώτη (γυναίκα ή άνδρας) που μετέφερε μια αφηγηματική ταινία στην οθόνη, ήταν η Alice Guy Blache (1873-1968), η οποία κατά τη διάρκεια της ζωής της σκηνοθέτησε ή επιμελήθηκε την παραγωγή σχεδόν 300 ταινιών. Η πρώτη γυναίκα που προτάθηκε για Όσκαρ καλύτερης σκηνοθεσίας ήταν η Ιταλίδα Λίνο Βερτμίλερ για το «Ο Πασκουαλίνο και οι 7 καλλονές», το 1977.Η επόμενη και μοναδική υποψήφια ήταν η Τζέιν Κάμπιον για τα «Μαθήματα Πιάνου» το 1993, ένα έργο που βραβεύτηκε στις Κάνες με τον Χρυσό Φοίνικα. Η Πένι Μάρσαλ υπήρξε η πρώτη που σκηνοθέτησε μια ταινία, το «Big», που απέφερε συνολικά εισπράξεις άνω των 100 εκατομμυρίων δολαρίων. Η Euzhan Palcy ήταν η πρώτη μαύρη γυναίκα που σκηνοθέτησε χολιγουντιανή ταινία μεγάλου μήκους («A dry White Season») το 1989.

Συγγραφείς: Η πρώτη πραγματικά ισχυρή σεναριογράφος στο Χόλιγουντ ήταν η Φράνσις Μάριον, η οποία πήρε Όσκαρ για τις ταινίες «The Big House» και «Ο Πρωταθλητής», το 1930 και 1931 αντίστοιχα. Μετά το 1940, που το βραβείο σεναρίου χωρίστηκε σε «πρωτότυπο» και «μεταφορά βιβλίου», η πρώτη που πήρε Όσκαρ καλύτερου σεναρίου ήταν η Αγγλίδα Muriel Box για το έργο «Το έβδομο πέπλο». Η μοναδική Αμερικανίδα βραβευμένη με Όσκαρ πρωτότυπου σεναρίου είναι η Κάλι Κούρι για το «Θέλμα και Λουίζ». Οι γυναίκες είχαν μεγαλύτερη επιτυχία στην κατηγορία της μεταφοράς βιβλίου σε σενάριο, με την Ρουθ Τζαμπβάλα που βραβεύτηκε δύο φορές για το «Δωμάτιο με θέα» και το «Howards End».

Παραγωγοί: Η Ida Lupion, η οποία έγινε γνωστή σαν ηθοποιός, υπήρξε σκηνοθέτης και παραγωγός πολλών b-movies της δεκαετίας του ’40 και ’50,ενώ ο Τζούλια Φίλιπς ήταν η πρώτη γυναίκα που βραβεύτηκε με Όσκαρ καλύτερης παραγωγής με το «Κεντρί» το 1973. Το 1983, με το «Γιέντλ», η Μπάρμπαρα Στρέιζαντ έγινε η πρώτη γυναίκα που συγχρόνως ήταν παραγωγός, σκηνοθέτης, συγγραφέας και πρωταγωνίστρια. Μεταξύ των πιο γνωστών τωρινών παραγωγών-σκηνοθετών, η Ντέμι Μουρ, συντέλεσε στην παραγωγή και των δύο ταινιών «Austin Powers».

(η ελληνική μετάφραση δημοσιεύτηκε στην εφ. Η Καθημερινή, Κυριακή 27 Αυγούστου 2000)