caco2.jpg

Πού οδηγούν οι δημιουργοί, αλλά και το κοινό, τον Σύγχρονο Ελληνικό Κινηματογράφο μια δεκαετία από τη δειλή και φερέλπιδα εμφάνισή του

του Νίκου Κολοβού*

Ο Σύγχρονος Ελληνικός Κινηματογράφος (ΣΕΚ) έκλεισε μια δεκαετία από τη δειλή και φερέλπιδα εμφάνιση του. Ανάμεσα στους νέους κινηματογραφιστές που τον εμψυχώνουν κινούνται με ασφάλεια ορισμένοι δημιουργοί τον Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους τελευταίους στην έρευνα μας, έχουμε μια πρώτη δυνατότητα να διακρίνουμε τις τάσεις που διαμορφώνονται και τις αντιστάσεις που διαγράφονται στους κόλπους του ΣΕΚ.
Η «Καθημερινή» (φύλλο 20.2.2000) δημοσίευσε ένα ρεπορτάζ της Μαρίας Κατσουνάκη και έναν προσωρινό πίνακα ταινιών παραγωγής 1999 και εισιτηρίων /προτιμήσεων. Από αυτές οι τρεις ανήκουν σε σκηνοθέτες του ΣΕΚ, οι δυο σε σκηνοθέτες του ΝΕΚ και η μια έκτη σε σκηνοθέτη μιας προδρομικής του ΝΕΚ περιόδου, τον Μιχάλη Κακογιάννη. Τον πίνακα αυτό αντιγράψαμε προσθέτοντας δύο ακόμη ταινίες «Η αγάπη είναι ελέφαντας» του Στράτου Τζίτζη και «Η εαρινή σύναξη των αγροφυλάκων» του Δήμου Αβδελιώδη. (Βλ. πίνακα +).
Χωρίς να πέφτουμε στην παγίδα των αριθμών, και άρα στη διελκυστίνδα των προτιμήσεων ενός ρευστού και αλλοπρόσαλλου κοινού, εντυπωσιακή είναι η εκτόξευση του «Safe sex»των Θ. Παπαθανασίου και Μιχ. Ρέππα με το «μυθικό» αριθμό του 1.300.000 εισιτηρίων, αλλά και η εμπορική διάκριση της «Θηλυκής Εταιρίας» (242.000 εισιτήρια). Αρνητική είναι η απορία μας για την προσγείωση της ταινίας του Στράτου Τζίτζη, η οποία «τσαλαβουτούσε» στα ίδια ελώδη και λιμνάζοντα νερά με την ταινία Safe sex.
tsiolis4.jpg
Ηθογραφία, όχι και τόσο νέα
Η τάση που αντιπροσωπεύουν και οι τρεις αυτές ταινίες, καθεμία με το δικό της ποσοστό χυδαιότητας, υποκρισίας και ψηγμάτων «κοινωνικής κριτικής», είναι της σεξοφρενικής ηθογραφίας. Είδος υπαρκτό στον ΠΕΚ (π.χ. του Ηλία Μυλωνάκου «Το Ρετιρέ της Τζούλυ», και του Λέο Πολέμη «Ο κύκλος της ανωμαλίας»), εισαγόμενο όμως στον ΣΕΚ με μια θρασύτατη «ειλικρίνεια» και μια κούφια αθυροστομία. Το φαινόμενο το οποίο χωρίς σεμνοτυφία επισημαίνουμε δεν αποτελεί εθνικό εφεύρημα των αγαθών σκηνοθετών. Συνάδει με ένα γενικότερο κλίμα υπομανιακής σεξολογίας. Θα το αναγνωρίζαμε ως γνήσιο αν ήταν προϊόν μιας πραγματικά ανήσυχης έρευνας και ενός ειλικρινούς ηθικού λόγου. Αν δεν χειραγωγούταν από την απληστία του ακόρεστου box office. Η τάση αυτή του ΣΕΚ δεν έχει αύριο, ούτε πρέπει να υπολογίζεται ως κατάκτηση του παρόντος. Η καθίζηση του «Η αγάπη είναι ελέφαντας» μέσα σε λίγες μέρες από την έξοδο του «Safe sex»,αποτελεί ένδειξη αυτής της πρόβλεψης.
Με την ταινία «Φοβού τους Έλληνες» των Τζων Τατούλις –Λάκη Λαζόπουλου, αναβιώνει στην ηλεκτρονική εποχή μας μια άλλη εκδοχή φιλμικής ηθογραφίας. Από εκείνες που έβριθε ο ΠΕΚ και μακροημέρευσε. Αφέλεια, δάκρυα, απλοϊκά διδάγματα, εκμετάλλευση του γλωσσικού και συναισθηματικού αναλφαβητισμού των δεκαετιών του ΄50 και ‘60. Σε μια εποχή σύγχυσης και πληθωρισμού της κινηματογραφικής παραγωγής, έξαρσης της ιδιότητας του κινηματογράφου ως ΜΜΕ και υπνηλίας των δημιουργών (όσων είχαν εκδηλώσει κάποιες αρετές), οι ταινίες ηθογραφικής τάσης συγχωρούνταν. Τα σημερινά κριτήρια να είναι αναγκαστικά αυστηρότερα. Το κινηματογραφικό λεκτικό να εκφέρεται ουσιαστικότερα, η απλοϊκότητα και το χιούμορ να διπλασιάζει την εμβέλεια της κοινωνικής παρατήρησης.
Μια τρίτη τάση προδίδει το «Πέππερμιντ» του Κώστα Καπάκα. Η ταινία αναφοράς σε εποχές ενός γλυκόπικρου παρελθόντα χρόνου. Όπου η νοσταλγία δεν θαμπώνει ούτε παραποιεί τους τύπους των ανθρώπων και η περιγραφή της συμπεριφοράς τους είναι αληθοφανής. Οι διαθέσιμοι ηθοποιοί του θεάτρου, της τηλεόρασης, του κινηματογράφου (Παλιού και Νέου) αλλά και οι πρωτοφανέρωτοι στην οθόνη (όπως εκείνοι της ευτυχούς ταινίας «Τέλος εποχής» του Αντώνη Κόκκινου), μπορούν να ζωντανέψουν τις εποχές. Είναι περιττό να υπομνήσουμε ότι και αυτή η παραλλαγή των ταινιών ηθογραφίας δεν είναι νεοπαγές επινόημα. Ανήκει στην ιστορία του ΠΕΚ.
tsiolis2.jpg
Ανανέωση της κωμωδίας
Η κωμωδία ως είδος ταινίας αποτελεί το σημαντικότερο δώρο του ΠΕΚ σε ένα κοινό που είχε ανάγκη από βροντώδες, πηγαίο και καλοκάγαθο γέλιο. Ύστερα μάλιστα από μια εποχή συναγωγής των λειψάνων του εμφυλίου, μέσα σε μια περίοδο πολιτικής αντιπαλότητας, αστάθειας και μισαλλοδοξίας. Οι μεγάλοι κωμικοί ηθοποιοί από τον Νίκο Σταυρίδη ως τον Θανάση Βέγγο έστησαν με φιγούρες, τους χαρακτήρες, τους τύπους που ενσάρκωσαν από ταινία σε ταινία μια μακρά και ανεπανάληπτη πινακοθήκη.
Παρόλο που τέτοιας ποιότητας και δημοτικότητας ηθοποιοί δεν υπάρχουν στον Σύγχρονο Ελληνικό Κινηματογράφο (ΣΕΚ), η κωμωδία ως είδος ταινίας και τάση έδωσε ορισμένα δείγματα ενθαρρυντικά. Το «Βαλκανιζατέρ» του Σωτήρη Γκορίτσα «στέκει» και λειτουργεί ως μια χυμώδη μορφή κωμικού. Οι ταινίες «Παρακαλώ γυναίκες μη κλαίτε», των Σ. Τσιώλη και Χρ. Βακαλόπουλου και «Ας περιμένουν οι γυναίκες» του Σ. Τσιώλη δίνουν μια άλλη άποψή του. Το λεπτό και ευφυές χιούμορ της πρώτης, οι σατιρικές αιχμές και ο ίσκιος του παραλόγου της δεύτερης μας επιτρέπουν να τις εκτιμήσουμε ως ένα ασυνήθιστο στον Ελληνικό κινηματογράφο είδος του κωμικού. Οι ταινίες της Όλγας Μαλέα είναι κωμωδίες νοθευμένες ή ψεκασμένες με ισχυρές δόσεις χονδροειδούς σεξ (λεκτικού και σωματικού). Το ακατέργαστο υλικό των περιεχομένων όμως δεν πειθαρχεί σε κάποια σημαντική κωμική άποψη η οποία να ξεπερνά το «σκάνδαλο».
Ο Δήμος Αβδελιώδης με την «Εαρινή σύναξη των αγροφυλάκων», που όρισε να γίνει στο μυροβόλο νησί της Χίου κάνει αντίσταση. Την ωραιότερη και κινδυνωδέστερη. Μιλά απλά όπως οι χαμηλόφωνοι λυρικοί ποιητές μας. Μια τάση κινηματογραφικής ποιητικότητας τρυφερής και παρήγορης. Ο Αγγελόπουλος ανθίσταται ενδόξως με το «Βλέμμα του Οδυσσέα» και το «Μια αιωνιότητα και μια μέρα». Μέσα στη σύγχυση τάσεων και γλωσσών του ΣΕΚ ο Μιχάλης Κακογιάννης δείχνει γενναιότητα τολμώντας να μεταφερθεί απ’ το «Άνω, κάτω και Πλαγίως» στον «Βυσσινόκηπο» του Τσέχωφ. Καλώντας μας να μυρίσουμε τη μελαγχολία των αειθαλών λουλουδιών του. Είναι αντίσταση το να επιλέξει ένας δημιουργός του κινηματογράφου τον πλούτο και την ευφωνία της παγκόσμιας και της ελληνικής λογοτεχνίας από την πενία και την παραφωνία των σύγχρονων σεναρίων.

Διαμάχη ΜΜΕ –τέχνης
Η σχέση κινηματογράφου και κοινού είναι αμφίδρομη. Ας μένει αθέατη με την πρώτη ματιά. Οι κινηματογραφιστές και οι οικονομικοί παραγωγοί προτείνουν ένα αντικείμενο (μια ταινία) στο ανώνυμο και πιθανολογούμενο πλήθος θεατών. Σύγχρονα επιχειρούν να διαπλάσουν ένα κοινό μέσω της αποδοχής του προϊόντος τους. Οι κινηματογραφιστές του ΣΕΚ έχουν μπει σ’ αυτή τη σχέση-παίγνιο κινηματογραφικών ταινιών και κοινού υποδοχής τους. Ο λόγος για τον οποίο συνδέσαμε τα δεδομένα του box office, των αριθμών εισιτηρίων, με τις ταινίες της πρώτης δεκαετίας του ΣΕΚ δεν είναι στατιστικός ούτε βέβαια ψυχωτικός. Το «ρεκόρ» του 1.300.000 εισιτηρίων του Safe Sex (και οι μικρότεροι κάπως αριθμοί της «Θηλυκής Εταιρίας», της ταινίας «Η αγάπη είναι ελέφαντας» και της «Διακριτικής γοητείας των αρσενικών») δείχνουν ότι αρχίζει να διαμορφώνεται μια πρόταση στο κοινό και σύγχρονα ένα κοινό για την αναγνώριση της και την επανάληψη της.
Αν θεωρήσουμε ως δεδομένο επίσης ότι οι σεξοφρενικές ή απλά σεξογενείς ταινίες του ΣΕΚ είναι προϊόντα μαζικής επικοινωνίας και οπωσδήποτε όχι έργα τέχνης, η ορεκτική αυτή και δημαγωγική τάση ίσως οδηγήσει σε λανθασμένη κατεύθυνση, κινηματογράφο και κοινό. Σε ένα αδιέξοδο και μια αμηχανία, στο τέλμα.
Μια αθέατη διαμάχη από την οποία μέχρι στιγμής την ισχυρότερη θέση έχει το ΜΜΕ και την ασθενέστερη η τέχνη. Το ιδανικό θα είναι μια εναρμονισμένη συναίρεση ή σύνθεση των δύο ιδιοτήτων. Να συνυπάρχουν η αποθησαυρισμένη πείρα του ΝΕΚ, η ειδολογική επιτυχία του ΠΕΚ, υγιής ηλικία του Ελληνικού Κινηματογράφου, οι αντιστάσεις με τις οποίες θα αντισταθμίζονται οι αδιέξοδες τάσεις που διοχετεύει το χωλό εμπορικό δαιμόνιο και το κακό γούστο.


*Ο κ. Ν. Κολοβός είναι θεωρητικός του κινηματογράφου.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ
ΤΙΤΛΟΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ
Safe sex των Θ. Παπαθανασίου –Μιχ. Ρέππα  1.300.000
Θηλυκή εταιρία του Νίκου Περάκη (έως10/2/2000) 242.000
Φοβού τους Έλληνες των Τζ. Τατούλις –Λ. Λαζόπουλου 223.000
Πέπερμιντ του Κώστα Καπάκα 135.000
Αυτή η νύχτα μένει του Νίκου Παναγιωτόπουλου 35.000
Βυσσινόκηπος του Μιχάλη Κακογιάννη 55.000
Η αγάπη είναι ελέφαντας του Στράτου Τζίτζη 45.000
Η εαρινή σύναξις των αγροφυλάκων του Δ. Αβδελιώδη 38.000

Έως τις 13/2/2000 οι έξι πρώτες ταινίες, έως τις 9/4/2000 οι δύο τελευταίες κατά προσέγγιση.

(Δημοσιεύτηκε στην εφ. Η Καθημερινή, Κυριακή 20 Αυγούστου 2000)