της Lynn Stuart Parramore /Reuters
Μια φορά κι έναν καιρό, στη διάρκεια μιας σύντομης περιόδου ισότητας στη μεταπολεμική Αμερική, δεν ζούσαν σε χωριστούς κόσμους οι διαφορετικές κοινωνικές τάξεις. Ηταν ζωντανή η προσδοκία της κοινωνικής αναρρίχησης και της ευημερίας. Το 1950 η Walt Disney Productions σώθηκε από πτώχευση με την εισπρακτική επιτυχία της «Σταχτοπούτας», που το κοινό υποδέχθηκε με χαρά καθώς το μέλλον φαινόταν λαμπρό και ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθεί το όνειρο του γάμου με έναν πλούσιο.
Για δεύτερη φορά έγινε προσφάτως εισπρακτική επιτυχία μια νέα ταινία με θέμα τη «Σταχτοπούτα», αλλά τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά σήμερα. Ο οικονομολόγος Τζέρεμι Γκρίνγουντ έχει διαπιστώσει πως από τη δεκαετία του 1950 έχουν μειωθεί οι πιθανότητες ενός γάμου με άτομο από διαφορετική εισοδηματική κατηγορία εξαιτίας του λεγόμενου «ζευγαρώματος εντός πλαισίου», δηλαδή των κοινωνικών συνθηκών που μας οδηγούν σε ανθρώπους οικονομικά ομολόγους μας. Από τη δεκαετία του 1980 έχει αυξηθεί η ανισότητα και δεν υπάρχουν πια άνθρωποι που να ανεβαίνουν την κοινωνική και οικονομική κλίμακα. Στην εποχή μας, οι πλούσιοι συσπειρώνονται σε αποκλειστικές λέσχες, ακριβά ιδιωτικά σχολεία και περιφραγμένες κοινότητες. Αν, λοιπόν, δεν διαθέτει κάποιος περιουσία, οι πόρτες μένουν κλειστές.
Οικονομολόγοι όπως ο Τομά Πικετί προειδοποιούν πως αν δεν κάνουμε τίποτε για να σταματήσουμε την αυξανόμενη εισοδηματική ανισότητα, ίσως επιστρέψουμε στον 19ο αιώνα, την εποχή που η σκληρή δουλειά δεν βοηθούσε κανέναν να αναρριχηθεί στην κοινωνική κλίμακα επειδή το εισόδημα από την εργασία δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί τον πλούτο από κληρονομιά. Αυτός είναι ο κόσμος της νέας Σταχτοπούτας. Η νέα εκδοχή της Σταχτοπούτας/ Cinderella, όπως την έφτιαξε ο Κένεθ Μπράνα/ Kenneth Branagh, σκιαγραφεί τι συμβαίνει όταν οι άνθρωποι αναγκάζονται να ανταγωνιστούν με διακύβευμα μια ψευδαίσθηση σε μια σκληρή οικονομία. Οι οικογένειες στρέφονται η μία εναντίον της άλλης, οι πιθανότητες προόδου είναι ελάχιστες και το καλύτερο που μπορεί να ελπίζει κανείς είναι ένα μαγικό ραβδί.
Αδιόρατες αλλαγές στην ιστορία μάς μεταφέρουν στην πραγματικότητα. Στην αρχική εκδοχή ο πατέρας είναι ένας αξιοπρεπής κύριος, χήρος που ξαναπαντρεύεται και ξαφνικά πεθαίνει αφήνοντας τη φθονερή μητριά και τις κακομαθημένες κόρες της να βασανίζουν το αγαπημένο μοναχοπαίδι του. Στην ταινία του Μπράνα, όμως, ο πατέρας είναι ένας έμπορος και ο θάνατός του στερεί την οικογένεια από έσοδα, με αποτέλεσμα να βρεθούν όλα τα μέλη της σε αντίξοες συνθήκες. Η πρώτη αντίδραση της μητριάς όταν πληροφορείται τον θάνατο του συζύγου της είναι εντελώς πρακτική: πώς θα επιβιώσουμε οικονομικά; Και η λύση που βρίσκει είναι να μετατρέψει τη Σταχτοπούτα σε υπηρέτρια και να αναζητήσει πλούσιους γαμπρούς για τις κόρες της.
Η αγορά γάμου όπως παρουσιάζεται στην ταινία αντανακλά αυτό που περιγράφουν οικονομολόγοι όπως ο Ρόμπερτ Φρανκφ ως ένα παιχνίδι στο οποίο «ο νικητής τα παίρνει όλα», σε μια οικονομία στην οποία ο πλούτος συγκεντρώνεται στην κορυφή. Σε αυτές τις απάνθρωπες αγορές είναι ελάχιστοι οι άνθρωποι που μπορούν να κερδίσουν πραγματικά, ενώ οι υπόλοιποι θα αρκεσθούν στα λίγα. Η Σταχτοπούτα και οι θετές αδερφές της εγκλωβίζονται σε έναν βρώμικο ανταγωνισμό, διεκδικώντας κάτι που σπανίζει και καταλαβαίνουν πόσο σημαντικό είναι το διακύβευμα. Για καλή της τύχη, η Σταχτοπούτα έχει πλεονεκτήματα που δεν έχουν οι αδελφές της: είναι όμορφη και χαριτωμένη. Είναι, άλλωστε, έξυπνη. Αλλά η ευφυΐα της δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί με κανέναν άλλο τρόπο από το να νικήσει τις ανταγωνίστριές της στον αγώνα για τον πλούσιο γάμο. Δεν τίθεται θέμα να κοιτάξει για δουλειά ή για μόρφωση. Αυτά είναι για τους χωρικούς.
Η σημασία που έχει το να είναι κανείς πλούσιος είναι σαφής όταν η Σταχτοπούτα μπαίνει στην αίθουσα χορού καθώς η νεράιδα νονά της την κάνει να φαίνεται πλούσια. Δεν μπορείς να κερδίσεις το βραβείο ντυμένη με κουρέλια. Ισως η ταινία αποδίδει κάποιες τιμές στις αξίες της ευγένειας και του κουράγιου, αλλά εκείνο που πραγματικά διακυβεύει την έκβαση του παιχνιδιού είναι η πρόσβαση στην πολυτέλεια, όπως το ακριβό φόρεμα και η χρυσή άμαξα. Τα προνόμια του πρίγκιπα και των ομολόγων του στο 1% του πληθυσμού γίνονται αποδεκτά ως αμετακίνητος νόμος της φύσης. Δεν υπάρχει καμία αντίληψη ανατροπής του συστήματος.
Το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να το αποδεχθείς και να αρπάξεις τα οφέλη, εάν μπορείς. Στο τέλος η Σταχτοπούτα παίρνει τον πρίγκιπα και το παλάτι, και οι άλλες τίποτε.
Η μεταπολεμική Αμερική μάς δίδασκε πως η ακραία ανισότητα δεν είναι απαραιτήτως η πραγματικότητά μας. Μπορούμε να ξαναγράψουμε την ιστορία μας έτσι ώστε όσοι δεν έχουν περιουσία να μπορούν να ζήσουν μια ασφαλή και αξιοπρεπή ζωή. Παράγοντες όπως η υποχρέωση των πλουσίων να καταβάλλουν φόρους, η δυνατότητα των εργατικών συνδικάτων να οργανώνονται και η αύξηση των δημοσίων δαπανών σε τομείς όπως οι υποδομές και η δημιουργία θέσεων εργασίας μπορούν να διασφαλίσουν σε πολλούς μια ευτυχή έκβαση της δικής τους ιστορίας.
(Η ελληνική μετάφραση δημοσιεύθηκε στην εφ. Η Καθημερινή, 05.04.2015)