του Pier Paolo Pasolini
(η κριτική του Βασίλη Ραφαηλίδη)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_1617_mamma-roma.jpg

 Το 1962, που ο Παζολίνι γυρίζει τη δεύτερη ταινία του, την “Μάμα Ρόμα”, έχει ήδη στο ενεργητικό του ένα αριστούργημα, το “Ακατόνε”, γυρισμένο έναν χρόνο πριν. Κοινό και κριτικοί δεν υποδέχθηκαν το ίδιο ενθουσιαστικά την αξιοπρεπή πόρνη με την την τυπικά μικροαστική νοοτροπία, την πληθωρική και θορυβώδη Μάμα Ρόμα όπως τη λένε οι συνάδελφοι και πελάτες της.
 Ωστόσο σε αυτό το λαϊκό μελόδραμα είναι που εμφανίζονται για πρώτη φορά όλες οι συνιστώσες της παζολινικής προβληματικής: 1) Οι λούμπεν προλετάριοι εξισώνονται ιδεολογικά με τους μικρόνοες απολιτικούς μικροαστούς, αλλά είναι πολύ πιο συμπαθητικοί από αυτούς, αφού η απόλυτη μιζέρια αποτελεί σημαντικό κίνητρο για μια ενεχόμενη διαφοροποίηση – σε αντίθεση με τους μικροαστούς που αποτελούν το αστείρευτο «κοινωνικό αισθηματικό» της συντήρησης. 2) Οι λούμπεν διατηρούν τη διάθεσή τους για αγώνα και έχουν συνείδηση της κατάντιας τους. Προσπαθούν να ξεφύγουν από τη μοίρα τους και θέλουν να γίνουν «κύριοι». Αλλά η μοίρα στον Παζολίνι λειτουργεί όπως περίπου και στην αρχαία τραγωδία, δηλαδή σαν φραγμός στη βούληση. 3) Λούμπεν – μικροαστοί – αστοί αποτελούν κρίκους της ίδιας ιστορικής αλυσίδας, αλλά φτιαγμένους από διαφορετικό μέταλλο. Πάντως το κοινό χαρακτηριστικό τους είναι ή μη ιστορικότητα και ο κατά μόνας αγώνας για την ευτυχία που την εννοούν σαν βόλεμα εδώ και τώρα. 4) Η μη-ιστορικότητα, νοούμενη σαν αδιέξοδο, αποτελεί την ουσία του παζολινικού τραγικού. Οι ήρωες του συντρίβονται καθώς το ατομικό τους πρόβλημα μπαίνει στη θέση του κοινωνικού και το υποκαθιστά.
 Όπως και να ‘ναι πάντως, η Μάμα Ρόμα, η «έντιμη» πόρνη με τα μεγάλα όνειρα, θα παραμείνει το σύμβολο του ανθρώπου που αγωνίζεται στα τυφλά να ξεπεράσει τη μοίρα του – κι αυτός ο αγώνας έχει, οπωσδήποτε, ένα τραγικό μεγαλείο.
 Τώρα που ξέρουμε ότι το έργο του Πιερ Πάολο Παζολίνι είναι οριστικά και βίαια τελειωμένο ύστερα από τη δολοφονία του από έναν λούμπεν, από αυτούς που τόσο αγάπησε (όχι μόνο ανωμάλως ερωτικά), μπορούμε να τοποθετήσουμε τη Μάμα Ρόμα, στη σωστή της θέση: δεν αποτελεί κορυφή στην παζολινική δημιουργία. Όμως είναι ίσως το πιο τυπικό παζολινικό φιλμ, αυτό που σου επιτρέπει να βρεις τη σωστή ματιά ώστε να αντιμετωπίσεις καλύτερα το σύνολο του έργου του.

(δημοσιεύτηκε στην εφ. «Το Βήμα», 8-3-1977)