του Orson Welles
(κριτική του Βασίλη Ραφαηλίδη)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_1819_macbeth.jpg

Σε ηλικία 5 χρόνων, ο Γουέλλες έπαιζε “σκηνοθετώντας” για τους μικρούς φίλους του, Σαίξπηρ. Πριν τελειώσει το σχολείο ήξερε τις μισές τραγωδίες του απ’ έξω. Στο Μέρκουρυ Θήστερ που ίδρυσε και διηύθυνε ο ίδιος, ανέβασε κατ’ επανάληψη Σαίξπηρ. Διασκεύασε για το ραδιόφωνο και την τηλεόραση έργα του Σαίξπηρ και το 1947 επιχειρεί την πρώτη του κινηματογραφική μεταγραφή σαιξπηρικής τραγωδίας, τον Μάκβεθ. Στις αποσκευές και τις τσέπες του έχει πάντα ένα σαιξπηρικό κείμενο που διαβάζει και το ξαναδιαβάζει ατέλειωτα. Εξυπακούεται πως είναι ένας απ’ τους καλύτερους και υπευθυνότερους σαιξπηριστές. Που οφείλεται, λοιπόν αυτή ή μονομανία του; Ακόμα και η Δίκη είναι μια προσπάθεια “σαιξπηροποίησης”’ του Κάφκα. Τι μυστηριώδεις δεσμούς συγγένειας με τον Σαίξπηρ έχουν, ο Κέην, οι Αμπερσονς, η Κυρία απ’ τη Σαγκάη, ο αστυνόμος της Δίψας του κακού; Το πρόβλημα φυσικά είναι τεράστιο. Θα προσπαθήσουμε απλώς να το επισημάνουμε. Σ’ όλες τις ταινίες του Γουέλλες το θέμα που επανέρχεται σαν λάιτ-μοτίφ είναι ένα και μοναδικό. Η λογική συγκρούεται μόνιμα με το πάθος και πάντα νικιέται. Τα άλογα στοιχεία εκτονώνονται με μια τρομαχτική δύναμη και σαρώνουν τα πάντα. Ο αναίτιος φόβος, το άγχος, γίνεται πανικός κι ο πανικός μεταλλάσει σε μια ήρεμη παραδοχή του παραλογισμού της ανθρώπινης μοίρας. Η επικρεμάμενη απειλή συνειδητοποιείται με πάρα πολύ αργό ρυθμό και η παγιδευμένη συνείδηση σφαδάζει προσπαθώντας να ξεφύγει από δίχτυα που δεν θα μάθει ποτέ ποιός τάστησε. Όμως, το μεγαλείο του ανθρώπου συνίσταται σ’ αυτό ακριβώς: τη δύναμη του να υπομένει τη μοίρα του προσπαθώντας αδιάκοπα να κυριαρχήσει πάνω της. Το τραγικό πρόσωπο ξέρει καλά πως, ο αγώνας του είναι μάταιος αλλά δεν υποτάσσεται ποτέ αμαχητί. Τα χαρακτηριστικά αυτά, θα τα βρούμε τόσο στο Σαίξπηρ όσο και σ’ ολόκληρο το έργο του Γουέλλες, υπερτονισμένα, υπογραμμισμένα, διογκωμένα μέχρι την υπερβολή της αλληγορίας. Αυτή η μεγέθυνση που καμιά φορά μας κάνει να χάνουμε απ’ τα μάτια μας το πρωτότυπο- τον Σαίξπηρ -υπαγορεύεται από την ανάγκη να υπερτονισθεί η συνεχώς αυξανόμενη καταστροφική δύναμη μιας αόριστης απειλής που φανερώνεται με την απρόσωπη μορφή “προστατευτική” θεσμών. Σ’ όλα τα φιλμ του Γουέλλες υπάρχει ένας καλά οχυρωμένος πύργος που αποδεικνύεται ωστόσο, εξαιρετικά ευάλωτος. Σ’ όλα του τα φιλμς, ο πύργος αυτός- είτε μεσαιωνικός είναι, είτε διπλοκλειδωμένο σύγχρονο σπίτι -παίρνει τη μορφή τάφου μέσα στον οποίο ζουν οι υποψήφιοι νεκροί που μάταια προσπαθούν να παρηγορηθούν με ζωτικά ψεύδη. Δεν μπορούν να συνειδητοποιήσουν τη βιολογικά τραγική μοίρα τους. Ο Γουέλλς δεν υπήρξε ποτέ μεμψίμοιρο ανθρωπάριο. Δεν κλείστηκε ποτέ σ’ έναν πύργο και κάνει ότι μπορεί για να μας πείσει ότι πρέπει να φορτωθούμε τη μοίρα μας και να βαδίζουμε με σταθερό βήμα προς την τρύπα που κάποτε θα σκάψει οπωσδήποτε κάποιος υπάλληλος του Δήμου που θάπρεπε να ανήκει στην υπηρεσία δημόσιας υγείας και που συνηθίσαμε να τον ονομάζουμε νεκροθάφτη.

(Πρόγραμμα STUDIO, 1968.)