(Καλώντας τα φαντάσματα)
των Mandy Jacobson & Karmen Jelincic

Δύο παιδικές φίλες –η Γιαντράνκα και Νουρσετά- μέσα στον εμφύλιο πόλεμο της Βοσνίας…. Εκεί, όπου οι παλιοί γείτονες τους γίνονται ξαφνικά οι βασανιστές τους. Και εκεί, όπου ο βιασμός από έγκλημα, γίνεται ένα ακόμα όπλο στον πόλεμο για εθνοκάθαρση…
Οι δύο φίλες προσπαθούν να συνδιαλεχθούν συναισθηματικά με το γεγονός του βιασμού και προσπαθούν να στήσουν τη ζωή τους ξανά από την αρχή. Χωρίς όμως να ξεχάσουν…
Οι δυο σκηνοθέτιδες ανιχνεύουν τις αλλαγές στη ζωή των δύο γυναικών: δύο προσώπων που πλήρωσαν με τον πιο ακριβό τρόπο το εθνικιστικό μίσος και τον εμφύλιο πόλεμο. Καταγράφουν την αγωνία τους να περάσουν από την ταπείνωση στην αξιοπρέπεια, από τον εξευτελισμό στο σεβασμό. Παρακολουθούν τη μεταμόρφωση των δύο γυναικών, καθώς ο αγώνας τους για προσωπική επιβίωση μετατρέπεται, σιγά-σιγά, σε αγώνα για την απόδοση δικαιοσύνης, σε αγώνα για το χαρακτηρισμό του βιασμού ως εγκλήματος ενάντια στην ανθρωπότητα.
Οι ηρωίδες του ντοκιμαντέρ «καλούν τα φαντάσματα» χιλιάδων γυναικών που ποτέ δεν είχαν την ευκαιρία να ζητήσουν να αποδοθεί δικαιοσύνη. «Καλούν τα φαντάσματα» των χιλιάδων θυμάτων του πολέμου, που εκτελέστηκαν από τις παρακρατικές συμμορίες. «Καλούν τα φαντάσματα» των χιλιάδων προσφύγων που είδαν την ζωή τους μέσα σε μια νύκτα να καταστρέφεται. «Καλούν τα φαντάσματα» και διεκδικούν το σεβασμό, απαιτούν την δικαιοσύνη…
Δ.Μ.

Η Mandy Jacobson δηλώνει για την ταινία: «Δεν ήθελα να γίνει [η ταινία Καλώντας τα φαντάσματα ] άλλη μια ιστορία σχετική με τα θύματα του πολέμου. Το όλο πρόβλημα με τον τρόπο που ο πόλεμος αυτός παρουσιάστηκε στα δυτικά Μέσα Ενημέρωσης, ήταν ότι εστιάστηκαν αποκλειστικά στις εθνικές διαστάσεις του πολέμου. Η εντύπωση που δημιουργήθηκε ήταν ότι είναι ένας εμφύλιος πόλεμος, ότι είχαμε την παλιά «βαλκανική» βαναυσότητα και ότι αυτό δεν θα μπορούσε να συμβεί σ’ εμάς.
Αυτό που αποφασίσαμε [μαζί με την Karmen Jelinic σ.τ.μ. συν-σκηνοθέτη] ήταν –και αυτό νομίζω είχε σχέση με την το πόσο δυνατό ήταν το υλικό που μπορούσαμε να τραβήξουμε- να μην διακόψουμε το γύρισμα για διάστημα επτά μηνών. Εστιάσαμε όλες μας τις προσπάθειες μας στο να οικοδομήσουμε με τις γυναίκες σχέσεις εμπιστοσύνης. Δεν περιμέναμε ότι οι γυναίκες θα μας εμπιστευόταν αμέσως. Η έλλειψη εμπιστοσύνης που έδειχναν ήταν μια υγιής αντίδραση. Νομίζω ότι το αποτέλεσμα αυτής της προσπάθειας ήταν να κερδίσουμε πρόσβαση στις ζωές αυτών των γυναικών. Επειδή εμείς λέγαμε «Μην μας πεις τι συνέβη, αλλά καλύτερα πες μας πως το καταλαβαίνεις; ποία είναι τα σχέδια σου από δω και πέρα; Πως θα στήσεις ξανά την ζωή σου;»
Με την Νουσρετά και την Γιάντρανκα [οι δύο ηρωίδες του ντοκιμαντέρ] ήμασταν πραγματικά τυχερές γιατί αυτές βρήκαν ένα τρόπο να αρχίσουν να κατευθύνουν τον πόνο τους, το μίσος τους, την επιθυμία για εκδίκηση –μετατρέποντας όλα τα προηγούμενα σε ουσιαστικά ζητήματα δικαιοσύνης.»