Παρίσι, την περίοδο της ναζιστικής κατοχής. Ο Λούκα Στάινερ, ένας εβραϊκής καταγωγής θιασάρχης και θεατρικός σκηνοθέτης, λόγω των αντισημιτικών διώξεων, έχει εξαφανιστεί από τη δημόσια ζωή: κρύβεται στα υπόγεια του θεάτρου του. Η σύζυγός του Μαριόν Στάινερ έχει αναλάβει τις ευθύνες και τα βάρη της διεύθυνσης του θεάτρου. Εν μέσω των καθημερινών δυσκολιών της κατοχής, η Μαριόν προετοιμάζει την επόμενη θεατρική παραγωγή στην οποία θα υποδυθεί τον κεντρικό γυναικείο ρόλο. Για τις ανάγκες της διανομής προσλαμβάνει τον ανερχόμενο νεαρό ζεν πρεμιέρ Μπερνάρ. Ο Μπερνάρ είναι γοητευμένος από την παρουσία της Μαριόν, όμως εκείνη τον απορρίπτει. Στο ανέβασμα του θεατρικού έργου και τη σκηνοθεσία του υποδείξεις κάνει ο σύζυγός της, οποίος από το κρησφύγετο του παρακολουθεί τις πρόβες. Όμως η Μαριόν βρίσκεται υπό πίεση: ένας θεατρικός κριτικός που συνεργάζεται με τις αρχές κατοχής υποψιάζεται ότι ο σύζυγός της δεν έχει φύγει από την Γαλλία. Παράλληλα η αντιστασιακή δράση του Μπερνάρ, αλλά και οι παρεμβάσεις των αρχών κατοχής δημιουργούν κλυδωνισμούς στη θεατρική παραγωγή.
Ο τίτλος της ταινίας Το Τελευταίο Μετρό, αναφέρεται στο γεγονός ότι λόγω των αυστηρών περιορισμών στην κυκλοφορία που επέβαλλαν οι ναζί, οι παριζιάνοι που παρακολουθούσαν θεατρικές παραστάσεις, ήταν αναγκασμένοι να τρέχουν για να προλάβουν το τελευταίο δρομολόγιο του μετρό.
Η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία του François Truffaut είναι κυρίως ένας φόρος τιμής στο γαλλικό θέατρο την περίοδο της ναζιστικής κατοχής, και λιγότερο μια ταινία για αυτήν την τραυματική ιστορική περίοδο. Είναι επιπλέον και μια ταινία φόρος τιμής στην αγαπημένη ταινία του σκηνοθέτη, το Le Carrosse d'or του Jean Renoir (1953). Η αφήγηση, στο μεγαλύτερο της μέρος, είναι έγκλειστη στο εσωτερικό ενός θεάτρου και τη θεατρική σκηνή. Αυτή η αίσθηση του θεατρικού χώρου ενισχύεται και από το γεγονός ότι όλη η ταινία είναι γυρισμένη μέσα σε στούντιο. Παράλληλα, η εστίαση είναι προς τα πρόσωπα των ηθοποιών, τα συναισθήματα τους και τους πόθους και τα πάθη τους.
Στον πυρήνα της δραματικής πλοκής θα βρούμε μια σειρά από θεματικές εμμονές του σκηνοθέτη: η ζωή στα παρασκήνια του θεάματος (εδώ αντί του σινεμά που βρίσκουμε στο La Nuit américaine, υπάρχει το θέατρο), η σχέση ανάμεσα στο θέαμα και τη ζωή, ο ανώριμος άνδρας που αναζητά την επιβεβαίωση από τις γυναίκες, οι περίπλοκες ερωτικές σχέσεις, το ερωτικό τρίγωνο, και φυσικά η λατρεία του γυναικείου προσώπου.
Ο François Truffaut χαρακτηρίζει εύστοχα την ταινία του ως μια “δραματική κωμωδία που αναμειγνύει εύθυμα και θλιβερά συμβάντα χωρίς να γνωρίζουμε προς τα που θα γείρει η πλάστιγγα προς το τέλος”. Κάνοντας κάποιες παρατηρήσεις για τους κεντρικούς χαρακτήρες της ταινίας, ο Βασίλης Ραφαηλίδης σημειώνει ότι: “Ο θεατρίνος δεν είναι υστερικό πρόσωπο. Είναι ένας άνθρωπος σωστά μοιρασμένος στα δυο: Ζει αλλά και υποδύεται τη ζωή, είναι ένα ον με σάρκα και οστά, αλλά ταυτόχρονα και α ήρωας που υποδύεται κάθε φορά. Και τούτος ο ήρωας είναι που τελικά τον σώζει απ' τη μιζέρια της καθημερινότητας. Ο ηθοποιός, λοιπόν, είναι το προνομιούχο πλάσμα που βιώνει τους μύθους. (Βλέπε Το παράδοξο με τον ηθοποιό του Ντιντερό). Ωστόσο, τούτη η βίωση του μύθου περνάει και στην καθημερινή του ζωή, που γίνεται έτσι «διπρόσωπη»”.
Αυτή η “διπροσωπία” είναι καθοριστική για την ταινία: υπάρχει συνεχώς μια ασταθής και διαρκώς μεταβαλλόμενη ισορροπία όσον αφορά τα όρια θεατρικών ρόλων και πραγματικής ζωής, σε σχέση τα πρόσωπα, τα συναισθήματα και τις προθέσεις τους. Ο θεατής καθ΄ όλη τη διάρκεια της αφήγηση έχει διαρκώς την αίσθηση ενός διφορούμενου και μιας αμφισημίας, μια συνεχή αίσθηση εναλλαγής στη διάθεση και τον τόνο.
Μέσα σ' αυτό το τοπίο, η παρουσία της Catherine Deneuve είναι κεντρική: όλη η αφήγηση περιστρέφεται γύρω από τη κίνηση και τα συναισθήματά της. Χρησιμοποιώντας το υπονοούμενο και τον υπαινιγμό, ο σκηνοθέτης σχεδιάζει το συναισθηματικό πορτραίτο μιας γοητευτικής γυναίκας. Και γι' αυτό η ταινία θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως ένας λατρευτικός ύμνος στην “ψυχρή” ομορφιά της Catherine Deneuve, μιας ηθοποιού με την οποία ο Truffaut συνεργάστηκε σε αρκετές ταινίες.
Η ταινία βραβεύτηκε με 10 βραβεία Césars: καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας (Truffaut), σεναρίου Α! Ανδρικού ρόλου (Depardieu), Α! γυναικείου ρόλου (Deneuve), φωτογραφίας, μουσικής, σχεδίασης παραγωγής, μοντάζ και ήχου.
Δ.Μ.
Βιβλιογραφία
1916-1986, Μια συλλογή ταινιών, Studio -Παράλληλο Κύκλωμα, Αθήνα 1988
Βασίλης Ραφαηλίδης κριτική στην εφ. Το Βήμα, 27-10-1981.
LE DERNIER MÉTRO
ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΜΕΤΡΟ
Δράμα εποχής, γαλλικής παραγωγής 1980
Σκηνοθεσία: Φρανσουά Τριφό (François Truffaut)
Σενάριο: François Truffaut, Σουζάν Σίφμαν (Suzanne Schiffman) & Jean-Claude Grumberg
Φωτογραφία: Néstor Almendros
Καλλιτεχνική διεύθυνση: Jean-Pierre Kohut-Svelko
Μουσική: Georges Delerue
Κοστούμια: Lisele Roos
Παραγωγή: François Truffaut
Παίζουν: Κατρίν Ντενέβ (Catherine Deneuve), Ζεράρ Ντεπαρντιέ (Gérard Depardieu), Ζαν Πουαρέ (Jean Poiret), Αντρέα Φερεόλ (Andréa Ferréol), Χάιντς Μπένεντ, Πολέτ Ντιμπόστ, Ζαν Λουί Ρισάρ