(Το περασμένο καλοκαίρι)
της Catherine Breillat
(κριτική: Μαρία Γαβαλά)
Η ΑΒΥΣΣΟΣ της αδυναμίας και η τόλμη να γευτείς τον απαγορευμένο γλυκόπικρο καρπό της μοιχείας ή της αιμομιξίας –έστω κι αν η συγκεκριμένη σεξουαλική ένωση δεν συνδέεται με στενή συγγένεια εξ αίματος. Για την ταινία της Κατρίν Μπρεγιά «Το περασμένο καλοκαίρι», 2023, έχουμε πολλά να πούμε, κι από πού να ξεκινήσουμε; Πρόκειται για εξαιρετική ταινία μιας βαρυσήμαντης προσωπικότητας του γαλλικού κινηματογράφου – σκηνοθέτιδος, σεναριογράφου, ηθοποιού, μυθιστοριογράφου, θεατρικής συγγραφέως…Έχοντας δει την ταινία της «36 Fillette», 1988, ένα δυνατό προανάκρουσμα των όσων θα ακολουθούσαν στην καριέρα της – το «Romance», 1999 ή το «Anatomie de l'enfer», 2004 (με τη συμμετοχή και του Γιώργου Αρβανίτη), «Abus de faiblesse», 2013, αναφέρομαι σε ό,τι δικό της έχω δει –, η τελευταία, άρτια ταινία της δεν με εξέπληξε. Ριμέικ της πολύ ενδιαφέρουσας Δανέζικης ταινίας «Βασίλισσα της καρδιάς», 2019, της Μέι ελ-Τούχι… Εδώ όμως έχουμε μια εντελώς ξεχωριστή εκδοχή, πολύ περισσότερο δυνατή, κόντρα σε όσα συνήθως προαναγγέλλει ένα ριμέικ.
Θα μπορούσαμε, άραγε, να μιλήσουμε και για μια πτυχή της θεματικής του «L’ amour à mort», παρά το γεγονός ότι μες στην ταινία δεν συμβαίνει κανένας θάνατος, πέρα από την κινηματογράφηση του οργασμού έτσι ώστε να μοιάζει και με ψυχορράγημα; Παρά ταύτα, αυτό που θα εμφανιστεί σαν απειλητικό σύννεφο πάνω από την οικογενειακή κανονικότητα και ισορροπία ενός εύπορου, μέσης ηλικίας, ζευγαριού Γάλλων αστών συζύγων, μοιάζει με μελανό πέπλο σήψης, εμπεριέχοντας στα αθέατα σημεία της ύφανσής του την εξαπάτηση, την προδοσία, την ενοχή, το ψέμα, τη διάλυση και την καταστροφή τελικά. Κι όλα αυτά ως αποτέλεσμα της ερωτικής έλξης, της σεξουαλικής ευχαρίστησης, της τρυγήσεως των γλυκών ερωτικών καρπών του κήπου της Εδέμ, ο οποίος ως γνωστόν οδηγεί και στη Θεοδικία, στην ύπαρξη του Κακού πλάι στο Καλό, στην συμπόρευση της Αθωότητας με την Ενοχή. Και ο πέλεκυς της Δικαιοσύνης δεν θα αργήσει να πέσει στην κεφαλή των εμπλεκομένων προσώπων. Η ερωτική σχέση μιας σαραντάχρονης μητριάς με τον δεκαεξάχρονο αδάμαστο, σαν άγριο πουλάρι, γιο του συζύγου της, πού αλλού θα μπορούσε να οδηγήσει πέρα από την κατάβαση στην άβυσσο. Έχουμε λοιπόν το εξής τρίγωνο: υπάρχουν ο πατέρας, η σύζυγός του κι ο γιος/προγονός αυτών των δύο, οι οποίοι καλούνται να λύσουν μια δυσεπίλυτη εξίσωση με πολλές άγνωστες μεταβλητές.
Μέσα απ’ αυτό το μπανάλ θα λέγαμε σχήμα, η Κατρίν Μπρεγιά δεν κάνει τίποτα περισσότερο παρά να βάζει σε κίνηση το πολύ δυνατό κινηματογραφικό ένστικτό της.Την απαράμιλλη ικανότητά της να στήνει σινε-αφηγήσεις με γερή δομή, τόσο στα θεμέλια όσο και στην υπόλοιπη κατασκευή. Σεκάνς-σεκάνς, πλάνο-πλάνο, λεπτομέρεια-λεπτομέρεια, βλέμμα-βλέμμα, λέξη-λέξη, ανάσα-ανάσα, σάλιο-σάλιο, δάκρυ-δάκρυ. Αυτό που θα λέγαμε συνοπτικά: διανοητικός κινηματογράφος, της λεπτομέρειας, φτιαγμένος όμως από τη σάρκα και το αίμα της δημιουργού του. Βλέποντας την ταινία, ο νους μου μπορεί να λοξοδρόμησε προς το «Θεώρημα» του Παζολίνι (ανάμεσα σε άλλες παραπομπές), αλλά η τελική ευθεία για την εκτόξευσή της ήταν προς τη μεριά της Άκερμαν, που και εκείνη έκανε ταινίες, όχι μόνο με το μυαλό αλλά και με τη σάρκα και με το αίμα της. Στην ταινία της Μπρεγιά έχουμε την αποθέωση του γκρο-πλαν, ενόσω στις σκληρές κινηματογραφικές ημέρες μας κινδυνεύουμε να το ξεχάσουμε αυτό το τελευταίο, ως ένα φρούτο οριστικά εκτός εποχής. Εκείνο που εντυπωσιάζει, επίσης, είναι η ακρίβεια αποτύπωσης των σημείων τομής των σχέσεων. Η σχεδόν εξ ορισμού διασταύρωση τριών διαφορετικών χαρακτήρων, αλλά και οι διαπραγματεύσεις για τη διάσωση των σχέσεων των ηρώων ή για την επίτευξη κάποιας, έστω ελάχιστης, συμφιλίωσης ανάμεσά τους. Τα σημεία στήριξης (νεκρά στην πλειονότητά τους), οι απόψεις κάθε προσώπου (ξεχωριστά), η υπεράσπιση της ακεραιότητας του κάθε χαρακτήρα, της ηθικής του καθενός, το «δίκιο» ή το «άδικό» του – όλα τοποθετούνται σε μια βάση όπου δεν μπορείς να αγγίξεις τίποτα, μπορείς όμως να δεις με καθαρότητα η οποία σου προσφέρεται γενναιόδωρα. Και να κρίνεις την παράβαση, με κάθε παράμετρο ή ελαφρυντικό της. Η προσφυγή σε ένδικα βοηθήματα, στην τελική, είναι η πύλη αναγκαστικής εξόδου κινδύνου από τον λαβύρινθο και την οριστική κατάρρευση του οικοδομήματος, που παρουσιάζει ανεπανόρθωτες ρωγμές. Η ηρωίδα είναι δικηγόρος, συνήγορος κακοποιημένων ανήλικων ατόμων. Ο επίσης ανήλικος προγονός της όμως, πόσο υπήρξε κακοποιημένος από την ίδια γυναίκα, η οποία συνεχίζει να υπερασπίζεται το δίκαιο των ανήλικων πελατών της, των προστατευόμενών της;
Η ταινία της Μπρεγιά δεν ενδιαφέρεται να δώσει λύσεις σε καυτά ερωτήματα, προσκολλάται πάνω στο ζητούμενο και το δείχνει με αμείλικτο τρόπο, μαδώντας το στην κυριολεξία. Ως διπλούς πέλεκυς θα μπορούσε να εκληφθεί η ταινία της: Ακύρωση και επικύρωση του λάθους. Άρνηση και αποδοχή της ανθρώπινης αδυναμίας. Επιβράβευση και καταβαράθρωση της ανεξέλεγκτης επιθυμίας. Ενοχοποίηση και αθωότητα. Ποινή και απαλλαγή. Ο θεατής αποφασίζει κατόπιν σκέψεως, με βάση το θυμικό ή όσα επιτάσσει το νευρικό του σύστημα… Ή απλώς αφήνεται να παρασυρθεί από ένα δυνατό ρεύμα αμφιβολιών και μυστηρίου. Στον κυκλώνα των αντιφατικών συναισθημάτων σχετικά με την ανθρώπινη περιπέτεια…Ο έρωτας, πράγματι, παραείναι σκοτεινή υπόθεση, κι ο κινηματογράφος, ούτως ή άλλως, δεν υπάρχει στον κόσμο για να λύνει τα αινίγματα. Απλώς παίζει κι αυτός, μαζί τους. Και το χαίρεται!
(Πρώτη δημοσίευση ανάρτηση στο facebook)