της Lendita Zeqiraj
(κριτική: Καλλιόπη Πουτούρογλου)
Στις πλαγιές μιας ορεινής περιοχής ο εννιάχρονος Αγά, ανήσυχο αγρίμι αλλά και υπάκουος όταν πρέπει, μεγαλώνει σε ένα απομονωμένο αγροτόσπιτο της κοσοβάρικης υπαίθρου, με την κρυφή ελπίδα να συναντήσει κάποτε τον εξαφανισμένο στον πόλεμο πατέρα του. Την ίδια ώρα στην αυλή του σπιτιού ένας θορυβώδης κύκλος γυναικών διαφορετικής ηλικίας -ανάμεσά τους και η μητέρα του - αστειεύονται , λογοφέρνουν έντονα, εξομολογούνται, διαπληκτίζονται. Δεν μαθαίνουμε ποτέ τη σχέση τους, ούτε πώς έφτασαν ως εκεί. Οι γυναίκες, πέρα από τα μικρά μυστικά τους, έχουν κάτι κοινό που τις συνδέει και που ξεδιπλώνεται σταδιακά για να αποκαλυφθεί στο τέλος.
Το Aga’s House, πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της Lendita Zeqiraj (μετά τη βραβευμένη της μικρού μήκους Fence, 2018) ακολουθεί τυπικά τους κώδικες ενός δράματος ενηλικίωσης, με άξονα τη δράση του μικρού της ήρωα και με φόντο το πολεμοχαρές ακόμα περιβάλλον μιας ειρήνης που προσπαθεί να βρει τα βήματά της. Η πληθωρική παρουσία των γυναικών ωστόσο επισκιάζει την ιστορία ενηλικίωσης του μικρού Αγά, η οποία λειτουργεί μόνο περιφερειακά. Στην πραγματικότητα η ταινία είναι το πορτρέτο μιας κοινότητας γυναικών που έχουν κακοποιηθεί βάναυσα (με διαφορετικούς τρόπους η κάθε μία) και έχουν εξοριστεί από την εστία τους. Θύματα του πολέμου, του αλληλοσπαραγμού και των πατριαρχικών καταλοίπων παλεύουν τώρα να επιβιώσουν ενώνοντας τις δυνάμεις τους, πιο δυναμικές από ποτέ, ένα είδος womanpower στην ερημιά των ταραγμένων Βαλκανίων.
Ό,τι διακρίνει την ταινία από ανάλογες του είδους δεν είναι τόσο η πλοκή, ούτε οι μικρές ανατροπές της, όσο η αφηγηματική ένταση που πηγάζει από τον τρόπο κινηματογράφησης αυτών των γυναικών. Η νευρώδης κίνηση της κάμερας καθώς προσπαθεί να εγκλωβίσει τα πρόσωπα και τα σώματά τους σε ασφυκτικά κοντινά πλάνα, οι ρεαλιστικοί και παιγνιώδεις διάλογοι που τις μεταμορφώνουν από φοβισμένα θύματα σε χαρακτήρες ζωντανούς και σύνθετους με όλες τις αντιφάσεις, το φως, τα χρώματα, οι σκιές που τις περιβάλλουν, οι θαρρετές γεμάτες αναίδεια φωνές και το τραγούδι τους , παρά τον κατακερματισμό τους δημιουργούν μια πολύχρωμη τοιχογραφία αντίστασης στον φόβο αλλά και στην απομόνωση που τους επιβάλλει το νέο τους σπίτι.
Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 2024