(Ο φοιτητής)
του Santiago Mitre
elestudi.jpg

Πορτραίτο ενός χαρακτήρα που βυθίζεται μέσα στον κυνισμό και τη συναισθηματική απάθεια της πολιτικής, η ταινία είναι επιπλέον και μια σκιαγράφηση των μηχανισμών και των βυζαντινισμών που (αναπόφευκτα;) τη συνοδεύουν.
Ο Roque (τον ρόλο υποδύεται ο Esteban Lamothe), ένας πρωτοετής φοιτητής, καταφθάνει από την επαρχία στην πρωτεύουσα για σπουδές. Μέσα από τη σχέση με τις γυναίκες (μια συμφοιτήτριά του, αλλά και μια καθηγήτρια) θα γνωρίσει τον πολύχρωμο κόσμο των φοιτητικών παρατάξεων. Περιπλανώμενος μέσα στο διαρκώς μεταβαλλόμενο και λαβυρινθώδες τοπίο της πολιτικής, ο Roque θα ζήσει κάτι που θα μπορούσε να περιγραφεί και ως μια συγκλονιστική εμπειρία ζωής…
Η ταινία του πρωτοεμφανιζόμενου Santiago Mitre αναπτύσσεται υπό τη σκέπη δύο επιρροών. Η πρώτη είναι αυτή του Pablo Trapero, συνεργάτης του οποίου υπήρξε ο Mitre στο σενάριο των ταινιών Leonera (2008) και Carancho (2010): η σχεδίαση του κεντρικού χαρακτήρα είναι πολύ κοντά στα γεμάτα ηθικές αμφισημίες, αντιφάσεις και αντιθέσεις πορτραίτα του σημαντικού αλλά υποτιμημένου αργεντίνου σκηνοθέτη. Ενώ η δεύτερη επιρροή είναι λογοτεχνική: είναι το γαλλικό μυθιστόρημα του 19ου αιώνα και τα έργα των Γκι ντε Μοπασάν (ο Φιλαράκος ) και Ονορέ ντε Μπαλζάκ (ο χαρακτήρας του Λυσιέν ντε Ρυμπαμπρέ στις Χαµένες ψευδαισθήσεις και στο Μεγαλεία και δυστυχίες των κουρτιζάνων) –μυθιστορήματα που κατέγραφαν τη μετεωρική άνοδο νεαρών προσώπων μέσα στη σύγχρονη αστική μητρόπολη. Ενώ κάποιες αναλογίες μπορεί να ανιχνευθούν και με τη διαδρομή που διανύει ο κεντρικός χαρακτήρας στο μυθιστόρημα του Γκυστάβ Φλωμπέρ, Η αισθηματική αγωγή.
Κάμερα στο χέρι με χρήση τηλεφακού, κάτι που κάνει τα πρόσωπα να είναι σχεδόν έγκλειστα και συχνά να ασφυκτιούν μέσα στο κινηματογραφικό κάδρο: αυτό είναι το σκηνοθετικό μοτίβο της ταινίας. Χρησιμοποιώντας το ρεαλιστικό ύφος στην σκηνοθετική οπτική του, ο Santiago Mitre παρακολουθεί και καταγράφει με τρόπο εξαντλητικό τις περιπλανήσεις του κεντρικού χαρακτήρα μέσα σ’ αυτό το «οργιαστικό, κοινωνικό δάσος με τον δαιμονικό χαρακτήρα» που συνιστά το τοπίο της φοιτητικής πολιτικής.
elestud2.jpg
Η (πολιτική) αγωγή
Ο ήρωας θητεύει σ’ ένα τρόπο κοινωνικής και πολιτικής ζωής, και γι’ αυτό η ταινία θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως η (πολιτική) αγωγή του: Η (φοιτητική) πολιτική και οι περιπλοκές της, ένα σύστημα δεσμών και σχέσεων και οι διαρκώς μεταβαλλόμενες ισορροπίες, οι μηχανορραφίες και οι βυζαντινισμοί των μηχανισμών, οι τακτικές και οι στρατηγικές, οι υστεροβουλίες και οι προδοσίες, η χειραγώγηση και η απουσία μιας ηθικής στάσης. Το τοπίο για τον έλληνα θεατή δείχνει ανατριχιαστικά οικείο, και η αίσθηση της πολιτικής (που αναδύεται από την ταινία) απωθητική.
Μέσα σ’ αυτό το τοπίο, η πληθώρα και ο πλεονασμός (πολιτικού) λόγου, που χαρακτηρίζει την αφήγηση, δεν έχει καμία απολύτως δραματουργική ή αφηγηματική αξία: ο πολιτικός λόγος είναι μέρος του σκηνικού της ταινίας -μια κοινωνική σύμβαση άνευ (δραματουργικής) σημασίας. Ό,τι έχει σημασία είναι οι σχέσεις και οι δεσμοί (συναισθηματικοί και όχι μόνο) μεταξύ των προσώπων, οι ισορροπίες, οι αρμονίες και δυσαρμονίες των σχέσεων.  
Ο Santiago Mitre δεν κοιτάζει μ’ ένα ηθικό βλέμμα τον ήρωα του, δεν τον κρίνει, αλλά παρακολουθεί την περιπλάνηση, τις συναναστροφές του, τη μετεωρική του άνοδο, αλλά και την ηθική έκπτωσή του, την καταβύθιση του σ’ αυτό το σύμπαν του κυνισμού και της συναισθηματικής απάθειας που συνιστά η πολιτική. Ό,τι εμφανίζεται στα μάτια του θεατή είναι το πορτραίτο ενός προσώπου εξαρτημένου από την πολιτική και τις ηθικές παρεκτροπές της (τη δίψα για εξουσία και κοινωνική άνοδο).
Γι’ αυτό η τελευταία σκηνή της ταινίας –που σημαδεύεται από το ηχηρό «Όχι» του ήρωα- θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως μια στιγμή, όπου ο ήρωας, κουρασμένος από το άγος της πολιτικής (και των εξαρτήσεων της), δηλώνει την ατομικότητα του, τον απογαλακτισμό του: δηλαδή την απόφασή του να υπάρξει ως άτομο, και όχι ως σημείο ενός πολιτικού τοπίου, μέρος σ’ ένα σύστημα σχέσεων.

Δημήτρης Μπάμπας