(Ένας ελέφαντας στέκεται ακίνητος)
του Hu Bo
η κριτική του Θόδωρου Σούμα
Ο Χου Μπο έφτιαξε μια ταινία δυσανάγνωστη, σκοτεινή, ομιχλώδη κι υπερβατική και όχι ορθολογιστική και ξεκάθαρη, χωρίς ευδιάκριτες νοερές και λογικές αφηγηματικές γραμμές. Η πνιγηρή, φλου ατμόσφαιρα του φιλμ λούζεται στην ομίχλη, στο ημίφως και το ζόφο. Τα πρόσωπα ξεχωρίζουν δύσκολα στους κακοφωτισμένους χώρους, ο ρυθμός είναι αργός και ιερατικός. Η μακρόσυρτη, βαριά ταινία του παράταιρου, μα ιδιοφυούς Χου Μπο είναι σκοτεινή, μελαγχολική, σκληρή και συνάμα τρυφερή και παθιασμένη. Ένας κόσμος απόγνωσης, υφέρπουσας βίας, φόβου κι ελπίδας, όπου συγκρούονται τέσσερις γενεές, από τον παππού, τους γονείς, τους μαθητές ως τη μικρούλα εγγονή. Οι νέοι συγκρούονται με τους μεγάλους. Ψυχολογική κι ηθική καταπίεση, παρακμή και έρεβος σε μια υπνωτισμένη πολίχνη του Βορρά, που η οικονομική καπιταλιστική ανάπτυξη περνά από δίπλα της. Ένα δυστοπικό σύμπαν, ένας κόσμος ηθικής φθοράς και κρίσης αξιών, όπου κυριαρχούν ο εγωισμός, η πικρία και η επιβουλή των άλλων. Οι άνθρωποι, μέσα σε ένα βάλτο φθοράς κι ανέχειας, περιθωριοποιημένοι και καταπιεσμένοι αποσυνάγωγοι, διατηρούν με το ζόρι την αξιοπρέπεια και τη ζωτικότητά τους.
Ο αδικοχαμένος, εικοσιεννιάχρονος, Κινέζος σκηνοθέτης γύρισε το Ένας ελέφαντας στέκεται ακίνητος το 2018, διασκευάζοντας μια νουβέλα του. Πρόκειται για ένα ζοφερό, υπαρξιακό και συνάμα κοινωνικό, μνημειώδες φιλμ-ποταμό. Μια πεσιμιστική, ελεγειακή, μεγαλεπήβολη ταινία μυθοπλασίας, με απελπισμένους μα μαχητικούς χαρακτήρες, σε αδιέξοδο, που αναζητούν τη διαφυγή. Χαρακτήρες τους οποίους ο Χου Μπο βλέπει με αγάπη και τους τοποθετεί στέρεα, από μυθοπλαστική άποψη, στη μικροκοινωνία της ιστορίας.
Το Ένας ελέφαντας στέκεται ακίνητος είναι το πρώτο και τελευταίο, μεγάλου μήκους φιλμ του εμπνευσμένου, ταλαντούχου, Κινέζου σκηνοθέτη (έχει γυρίσει και δύο μικρού μήκους). Αυτοκτόνησε πέρυσι, 29 ετών, φορτωμένος με πολλά προβλήματα σχετικά με την προσωπική του ζωή (χρέη, αλκοόλ, ψυχολογικά προβλήματα, ναρκωτικά) και με τις έντονες πιέσεις των Κινέζων παραγωγών σχετικά με τη διάρκεια και το μοντάζ του φιλμ και τη μετ' εμποδίων δυνατότητα διανομής της τετράωρης ταινίας του...
Η φυγή από το σκοτεινό εφιάλτη της ταινίας είναι το ταξίδι, η αναζήτηση του αλλού, του επέκεινα. Ο σοφότερος γέρος δηλώνει στους νέους, στο τέλος, πως εκεί που θέλουν να πάνε δεν θα βρουν κάτι διαφορετικό, πως με τα χρόνια έμαθε πως η καλύτερη λύση είναι να μείνουν εδώ που βρίσκονται και να κοιτάζουν απέναντι με την ελπίδα πως εκεί είναι καλύτερα. Να μάθουν να ζουν με αυτό που έχουν εδώ (βουδιστική ιδέα). Η αλήθεια όμως ήταν διαφορετική, στα ξένα Φεστιβάλ και στη Δύση, με τη βοήθεια ορισμένων εξαιρετικών σκηνοθετών, του Ούγγρου Μπέλα Ταρ και του Ταϊβανέζου Χου Χσιάο Χσιεν, η ταινία του Χου Μπο προωθήθηκε, γνώρισε μεγάλη επιτυχία και αγαπήθηκε πολύ, μα μετά την αυτοκτονία του. Δυστυχώς δεν πρόλαβε να χαρεί τη διεθνή αναγνώριση και επιτυχία του...
Ο ερωτύλος, υποδιευθυντής καθηγητής πρεσβεύει παρόμοιες απαισιόδοξες απόψεις: Η καθημερινή ρουτίνα δεν αλλάζει, η κοινωνία δεν θα αλλάξει. Διότι όταν γεννιέται ο άνθρωπος του κολλάει αμέσως, σταθερά, η υπαρξιακή αγωνία. Όταν μετακινείσαι σε νέο τόπο γεννιούνται νέες αγωνίες. Μα και άλλοι, ο συμπαθής αρχηγός της συμμορίας και ο πρωταγωνιστής μαθητής μάς λένε πως ο κόσμος είναι αηδιαστικός, η ζωή τους ένας σκουπιδοντενεκές και πως δεν έχει νόημα να είναι κανείς χρήσιμος ή να προσποιείται πως ζει μια μεσοαστική ζωή. Οι διάλογοι του Χου Μπο είναι λιτοί, καθημερινοί και μεστοί. Ας μην ξεχνάμε πως το φιλμ σφραγίζεται από δύο αυτοκτονίες, στην αρχή και στο τέλος του.
Η αφηγηματική μέθοδος του Χου Μπο συνίσταται στο να περνά συνεχώς από τον ένα ήρωα στον άλλο, ακολουθώντας κυρίως την αναζήτηση του νεαρού, μαθητή φονιά από τον αρχικακοποιό, αδελφό του σκοτωμένου. Προχωρώντας έτσι, ο Χου Μπο οδηγείται στην κορύφωση της δυνατής, αιματηρής σύγκρουσης των δύο νεαρών φίλων και συμμαθητών με τον αρχικακοποιό και τη συμμορία του, μέχρι να οδηγηθούμε στην προσπάθεια απόδρασης των τεσσάρων, σχετικά θετικών ηρώων προς το Μαντζουλί...
Έχουμε, άρα, ένα ανεπανάληπτο, φιλόδοξο και μαζί ταπεινό, δύσκολο φιλμ, δυσπρόσιτο κι ασαφές στα μάτια του βολεμένου, όχι ψαγμένου θεατή. Ένα σινεμά κοινωνικό, ανθρωποκεντρικό μα και χωροκεντρικό, με την έννοια πως εστιάζει κινηματογραφικά τόσο στα πρόσωπα των ανθρώπων όσο και στους χώρους, εσωτερικά στενών, μίζερων διαμερισμάτων, λαϊκές πολυκατοικίες, βρώμικους δρόμους, βιομηχανικούς χώρους, παλιά, φθαρμένα και ψηλά, καταπιεστικά κτήρια.
Το Ένας ελέφαντας που στέκεται ακίνητος είναι ταινία χαμηλού προϋπολογισμού. Η πρωτότυπη σκηνοθεσία και το ευφάνταστο ντεκουπάζ πλάνων χαρακτηρίζουν τη μελετημένη κατασκευή του φιλμ. Ο Χου Μπο πολύ συχνά χρησιμοποιεί πολύπλοκα κι ακριβή μονοπλάνα, με βάθος πεδίου, μέσα στο οποίο εστιάζει άλλοτε στον κοντινό μας ηθοποιό και άλλοτε στον μακρινό. Άλλοτε σε αυτόν που μιλά και άλλοτε σε αυτόν που ακούει. Η μονομερής αυτή εστίαση γίνεται όταν το φως είναι λιγοστό και γι' αυτό το βάθος πεδίου περιορισμένο. Στα φωτεινότερα εξωτερικά πλάνα το νετ, το εστιασμένο βάθος πεδίου είναι ευρύτερο. Γενικά το φως είναι φυσικό, χωρίς πρόσθετους φωτισμούς και άρα τα εσωτερικά είναι σκοτεινότερα, πιο μίζερα και καταθλιπτικά. Η φωτογραφία είναι μουντή, επικρατεί το μούχρωμα. Η ψηφιακή κάμερα στο χέρι, με steadicam, συχνά παρακολουθεί κάποιον πρωταγωνιστή, συνήθως οπισθοχωρώντας ενώ ο ηθοποιός προχωρά προς αυτή ή ακολουθώντας τον πίσω από την πλάτη του. Τα πλάνα είναι αρκετές φορές ελαφρά κοντρ πλονζέ τοποθετώντας, από πιο χαμηλά, τους ήρωες σε ένα κάποιο ύψος, ίσως με κάποιο σεβασμό. Άλλοτε τραβάνε τους ηθοποιούς από το ίδιο ύψος, το ύψος του κεφαλιού τους. Το εκτός κάδρου πεδίο έχει έντονη βαρύτητα και σημασία, έτσι που τα πλάνα του σκηνοθέτη αποκόπτουν και δείχνουν ένα κομμάτι του χώρου λόγω των συνεχών, αργών τράβελινγκ της κάμερα. Σημαντικό ρόλο παίζουν κι οι εκτός κάδρου, εκτός πεδίου ήχοι.
Ο χρόνος της ταινίας ρέει αργά σαν τον βιώμενο χρόνο της καθημερινότητας, είναι βραδύς και ιερατικός. Η σκηνοθεσία είναι αργή και τελετουργική, υπερβατικού χαρακτήρα. Γι' αυτό το ξεχωριστό φιλμ του Χου Μπο έχει μια υπερβατική, σχεδόν μεταφυσική αύρα...