(Το τέρας)
του Hirokazu Kore-eda
(κριτική: Μαρία Γαβαλά)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2324_monster.jpg

Κάθε φορά που βλέπω ταινία του Hirokazu Kore-eda, το μυαλό μου πάει στον Nagisa Oshima, και ειδικά σε μία συγκεκριμένη ταινία του, το "Σόνεν", 1969. Ελληνικός τίτλος "Το αγόρι". Φυσικά και αναγνωρίζω τις πασιφανείς διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στους δύο δημιουργούς. Στον Όσιμα, ένα δεκάχρονο αγόρι, δασκαλεμένο μεθοδικά απ’ τους γονείς του, βρίσκει τον τρόπο να βγάζει λεφτά, μέσω εκβιασμού, πέφτοντας στις ρόδες αυτοκινήτων, ενώ οι γονείς του απαιτούν χρήματα από τους οδηγούς. Η απατεωνιά ως μέσον επιβίωσης, η εκμετάλλευση παιδιών, αλλά και το εφιαλτικό σενάριο της γονεϊκής εγκατάλειψης ή αμέλειας, (βλ. και τα "Κανείς δεν ξέρει", 2004, ή τους "Κλέφτες καταστημάτων", 2018, ή το "Τυχερό αστέρι", 2022, του Κορε-έντα) συνδέονται άρρηκτα με τη μοίρα ανήλικων θυμάτων, που ρίχνονται απροστάτευτα στον λάκκο του θηριοτροφείου της ζωής. Γίνονται το μέσον παγίδευσης κακοποιημένων παιδιών, ενώ η οθόνη, με τη σειρά της, δηλώνει ανίσχυρη να δώσει σαφείς απαντήσεις και οριστικές προτάσεις για επίλυση του προβλήματος. Σε αυτό, μοιάζει να συμφωνούν απόλυτα και οι δύο δημιουργοί. Οι κοινωνίες δείχνουν ανώριμες, ανήλικες, στο να προστατέψουν και να διασώσουν την αθωότητα της παιδικής ηλικίας. Σε ένα σύμπαν/τσίρκο τεράτων, τα παιδιά υπάρχει περίπτωση να ξεφύγουν και να μη γίνουν, με τη σειρά τους, και αυτά τέρατα; Τα ίδιο ερώτημα, μιας βασανιστικής/εξαντλητικής φιλμικής ανάκρισης ξεδιπλώνεται και στην τελευταία ταινία του Κορε-έντα, το «Τέρας», 2023.
      Όλα όσα συμβαίνουν στην ταινία περικλείονται σε τρεις ασφυκτικά απομονωμένους χώρους, κεκλεισμένων – αυστηρά –  των θυρών: Το κελί της καρδιάς της μάνας που «πονά» για το παιδί της. Το κελί του τυπολατρικού,υποκριτικού και βίαιου σχολικού περιβάλλοντος, που έχει χάσει εντελώς τον μπούσουλα. Και το κελί της ανυπότακτης επιθυμίας ( της μεταξύ τους έλξης) δύο αγοριών, η οποία θα μετατραπεί σε ανάγκη, και η οποία αναζητεί καταφύγιο προστασίας και διάσωσης, κυρίως στη φύση, αναζητώντας παράλληλα και την λυτρωτική Εδέμ της. Ανάμεσα στα τρία κελύφη, στα τρία  κουκούλια, δεν μεσολαβεί παρά μια σκληρή όσο κι ανούσια καθημερινότητα, καμουφλαρισμένη πίσω από το σιδηρούν προσωπείο της αγριότητας, του κομφορμισμού και της βαριεστημένης ανεκτικότητας – απ’ όπου όμως απουσιάζουν, με φονικές συνέπειες, τόσο το πρότυπο του πατέρα (στο ένα παιδί), όσο και η φιγούρα της μάνας (στο δεύτερο παιδί).  Άρα η μεταξύ τους ομο-ερωτική έλξη αποτελεί τη μοναδική δικλίδα ασφαλείας, σε έναν κόσμο που είναι έτοιμος, και που του αξίζει, να πιάσει φωτιά, σαν χάρτινος πύργος που δεν μπορεί να φιλοξενήσει ούτε καν την προσπάθεια για μια αξιοπρεπή ανθρώπινη συστέγαση, συνύπαρξη, κυρίως ανήλικων ατόμων και των υποτιθέμενων κηδεμόνων τους. Άρα η επιθυμία, η ανάγκη, και η εξέγερση του ανήλικου ζεύγους είναι μονόδρομος.
     Θαυμαστά πυκνό και λεπτοδουλεμένο σενάριο (δικαίως τιμημένο στις Κάννες) και μια εκτέλεση από τον Κορε-έντα που στρέφει την πλάτη σε όλες αυτές τις «ευκολίες», με τις οποίες το σινεμά (ή ένα μεγάλο μέρος του) των ημερών μας προσπαθεί να εντυπωσιάσει, να κολακέψει και να δελεάσει τους θεατές του. Απόλυτα κατανοητή η αφήγηση, μες στη δαιδαλώδη πολυπλοκότητά της, κερδίζει τον απόλυτο θαυμασμό μας. Δημιουργοί, όπως ο Κορε-έντα, δεν θα αφήσουν ποτέ το σινεμά να πέσει στις ξέρες. Σίγουρα πράγματα!
    
(Πρώτη δημοσίευση ανάρτηση στο facebook)