Αμερικανιά στον κινηματογράφο, είναι εκείνη η υπερβολή συσσώρευσης και εναλλαγής θεαματικών εντυπώσεων που βασίζεται σε στερεότυπα αφηγηματικά μοτίβα (δοκιμασμένα κλισέ) και εφέ («αναλογικά» ή ψηφιακά) που στόχο έχουν τον εύκολο εντυπωσιασμό του θεατή. Μια μέθοδος, που χαρακτηρίζει κυρίως το αμερικάνικο mainstream σινεμά αλλά όχι μόνο, δια της οποίας εκβιάζεται και η πιο στοιχειώδης δραματουργική συνέχεια και λογική συνοχή της πλοκής... Αλλά άστο καλύτερα. Στον αστερισμό της «αμερικανιάς» που ζούμε όλοι μας πια, ποιος αντέχει να διαβάζει μακροσκελείς ορισμούς με απανωτές δευτερεύουσες προτάσεις; Ας αρκεστούμε σ' ένα απλό χαρακτηριστικό παράδειγμα: Αμερικανιά είναι αυτό που κάνει και αποθεώνει από την αρχή μέχρι το τέλος, ο Ταραντίνο στο Kill Bill, ενώ ταυτόχρονα το παρωδεί.
Φανερή αμερικανιά είναι εκείνη η «ανακολουθία» στην ταινία Ο τελευταίος σαμουράι, ανάμεσα στη σκηνή της πρώτης μάχης στο δάσος με τους σαμουράι, όπου ο (πώς τον λένε-τον ήρωα;) Τομ Κρουζ αντιμετωπίζει παλικαρίσια καμιά ντουζίνα και βάλε -και εξολοθρεύει μάλιστα μερικούς από τους πιο ικανούς-, με τη σκηνή της εκπαίδευσης του αργότερα, στην τέχνη της ξιφασκίας, όπου δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα ούτε με ένα σαμουράι για περισσότερο από μερικά δευτερόλεπτα. Γιατί; Μα γιατί έπρεπε να στηθούν δύο σκηνές - κλισέ (πρώτη: αψηφά το θάνατο σαν σαμουράι και δεύτερη: ας του μάθουμε να μάχεται σαν σαμουράι) και να τονιστούν, στην ακρότατη υπερβολή τους. Όχι μόνο για να είναι εντυπωσιακές αλλά και απόλυτα κατανοητές, ακόμη και από τον πιο ηλίθιο θεατή. Κι ας αναιρούν λογικά η μία την άλλη. Όπως λέει και μια ρήση των σόου-μπίζνες: «κανείς δεν έχασε ποτέ επενδύοντας σε έργα για ηλίθιους».
«Μυστική» αμερικανιά είναι εκείνη η «παράταιρη» σκηνή, στην ταινία Σκοτεινό ποτάμι, όπου ο Σον Πεν που μόλις πριν έχει αναγνωρίσει το πτώμα της αγαπημένης του κόρης, πίνει καφέ μαζί με τη γυναίκα του και τους δύο αστυνόμους. Κι ενώ (υποτίθεται ότι) πρόκειται για ένα λιγομίλητο πρώην κατάδικο και συντετριμμένο πατέρα, αρχίζει να φιλοσοφεί σαν διανοούμενος (πόσο διαφορετικά θα μπορούσαν να ήταν τώρα τα πράγματα, αν κάποτε δεν είχε συμβεί τυχαία εκείνο και τ' άλλο...) για να μας κάνει εντέλει μια σύντομη ανασκόπηση της ζωής του, τελείως κουλ, σαν να συζητά με αφορμή ένα τροχαίο ατύχημα. Μια σύμβαση μεν, αλλά -εκεί που είναι τοποθετημένη κι έτσι όπως είναι ερμηνευμένη- και μια αμερικανιά πρώτου βαθμού. Και υπάρχουν κι άλλες αμερικανιές, λιγότερο φανερές, σε αυτήν την ταινία περιωπής (των 4 ή 5 αστέρων).
Αμερικανιές γενικώς στον αμερικάνικο κινηματογράφο, υπάρχουν πολλές. Η συνταγή όμως (της επιτυχίας) είναι μία. Συνήθως οι 100% αμερικανιές, όπου κυριαρχούν οι πιο θεαματικές απιθανότητες στις σκηνές δράσης (βασισμένες στα ψηφιακά εφέ) πάνε πολύ καλά στις εισπράξεις, Οι κατά 50% αμερικανιές, είναι συνήθως υποψήφιες για τα Όσκαρ. Οι ολίγον αμερικανιές συνήθως συμμετέχουν στα Ευρωπαϊκά φεστιβάλ. Οι καθόλου αμερικανιές (ή αντιαμερικανιές) όπως π.χ. Ο ελέφαντας του Γκας Βαν Σαντ, κερδίζουν σ' αυτά φεστιβάλ και κάποια πρώτα βραβεία. Αλλά μετά δεν έχουν συνήθως καθόλου καλή πορεία στις αίθουσες, ούτε στις ΗΠΑ ούτε σε χώρες με «αντιαμερικάνικη» παράδοση, όπως η δική μας. Διότι (δηλωτικά) μπορεί να είμαστε όλοι «αντιαμερικάνοι» αλλά κινηματογραφικά, μεγαλώνουν συνεχώς νέες γενιές που συνήθως λατρεύουν τις αμερικανιές (ειδικά τις ολίγον καλλιτεχνίζουσες).
Σωτήρης Ζήκος