«Φοβάμαι ότι θα πεθάνω πριν προλάβω να γράψω όλες τις ιδέες μου...»
ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ
(…) Πιστεύω ότι για κάποιο λόγο ο κόσμος απολαμβάνει να ταυτίζει τη δουλειά πολλών ηθοποιών με την προσωπική τους ζωή. Ίσως κάποιοι να απογοητεύονταν, αν γνώριζαν τον Τζον Ουέιν για παράδειγμα κι εκείνος δεν ανταποκρινόταν στην εικόνα που ο κόσμος είχε συνηθίσει να βλέπει στον κινηματογράφο. Τόσα χρόνια επαναλαμβάνω στον κόσμο ότι δεν υπάρχει και τόσο μεγάλη αντιστοιχία του εαυτού μου στην οθόνη και του εαυτού μου στην πραγματική μου ζωή, αλλά για κάποιο λόγο δεν θέλουν να το ξέρουν αυτό. Νομίζω ακόμα ότι μειώνει την ευχαρίστηση που αποκομίζουν απ’ την ταινία κι έτσι με ακούν και γνέφουν συγκαταβατικά, αλλά δεν με πιστεύουν. Στην πραγματική μου ζωή δεν είμαι ο χαρακτήρας που είμαι στις ταινίες. Είμαι αρκετά ικανός, δουλεύω πολύ σκληρά, είμαι πειθαρχημένος, ζω μια μεσοαστική ζωή. Δουλεύω το πρωί, τρώω μεσημεριανό, παίζω κλαρινέτο, πηγαίνω στον κινηματογράφο, τρώω σε εστιατόρια και βλέπω μπάλα στην τηλεόραση ή στο γήπεδο.
Στις ταινίες οι χαρακτήρες που υποδύομαι είναι τόσο υπερβολικοί, που στο τέλος δεν έχουν καμία σχέση μ’ εμένα. Είναι έντονα νευρωτικοί, είναι μανιακοί ή γεμάτοι περίεργες παρορμήσεις, δεν αποτελούν ρεαλιστικές απεικονίσεις. Επίσης, τα γεγονότα που παρουσιάζονται στις ταινίες και θεωρούνται αυτοβιογραφικά, δεν είναι στην πραγματικότητα. Όταν έκανα τον «Νευρικό Εραστή», όλοι νόμιζαν ότι μεγάλωσα κάτω από ένα τρενάκι του λούνα- παρκ, αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια, δεν γνώρισα την Νταϊάν Κίτον και δεν χωρίσαμε μ’ αυτόν τρόπο. Και το «Μανχάταν» δεν ήταν αληθινή ιστορία, ούτε κι «Η Χάνα και οι Αδελφές της».
Αυτά είναι δημιουργήματα της φαντασίας και πολλές φορές έχω γράψει το σενάριο σε συνεργασία με κάποιον άλλον. Και κάποιο από το υλικό , που παρουσιάζεται φυσικά διογκωμένο, πολλές φορές προέρχεται από εμπειρίες του συνεργάτη μου. Κι έτσι δεν είναι και τόσο αυτοβιογραφικό. Είχα τη θεωρία ότι,, όταν βλέπει κανείς έναν κωμικό, τον Τσάρλι Τσαπλιν για παράδειγμα, ο διαχωρισμός είναι εμφανέστατος, μπαίνει μέσα στο κοστούμι του. Το ίδιο και ο Groucho Marx κι ο WC Fields, μπαίνουν στο κοστούμι τους, το μουστάκι, το καπέλο και το παλτό. Αλλά εγώ φοράω στην οθόνη τα ρούχα που φοράω και στην κανονική μου ζωή, ίσως να προέρχεται κι από ‘κει η ταύτιση. Σας ορκίζομαι, όμως, ότι δεν είμαι καθόλου έτσι.
ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Η συγγραφή είναι υπέροχη γιατί δεν χρειάζεται ποτέ να...βγεις απ’ το σπίτι. Και δε χρειάζεται να κάνεις το τεστ της αλήθειας όταν γράφεις. Όταν γράφω στο σπίτι, η ταινία είναι πάντα αριστουργηματική σ’ αυτό το επίπεδο. Γράφω κι είναι τέλεια και σκαρφίζομαι πράγματα και ο προϋπολογισμός δεν έχει καμία σημασία σ’ εκείνη τη φάση κι αυτό είναι τέλειο. Κι ύστερα πρέπει να γυριστεί η ταινία. Η πραγματικότητα εισβάλλει σταδιακά στη ζωή σου κι αυτό που είχε δημιουργηθεί στο μυαλό σου ως Πολίτης Κέιν, Κλέφτης Ποδηλάτων ή Άγριες Φράουλες καταντά να είναι μια επονείδιστη καταστροφή και τότε προσεύχεσαι να μη γίνεις ρεζίλι. Εγκαταλείπεις όλα τα μεγαλεπίβολα σχέδιά σου κι εύχεσαι να μη γελοιοποιηθείς στο τέλος. Υπ’ αυτή την έννοια η συγγραφή είναι μια πάρα πολύ ευχάριστη διαδικασία.
Για μένα προσωπικά- επειδή το κάνω εγώ ο ίδιος- το μοντάζ μιας ταινίας είναι διασκεδαστικό. Επεξεργάζομαι την ταινία στον υπολογιστή κι όταν έχω τελειώσει, πηγαίνω στο δωμάτιό μου όπου έχω πάρα πολλούς δίσκους- τζαζ, κλασική και λαϊκή μουσική. Κι όλ’ αυτά τα έχω στη διάθεσή μου. Δεν χρειάζεται να έχω μουσικό συνθέτη. Αν πάρω συνθέτη, τότε αυτός γράφει μουσική και έρχεται και παίζει στο πιάνο δίπλα στη σκηνή και αν εμένα δεν μ’ αρέσει αυτό που κάνει, αυτός αισθάνεται άσχημα και εγώ έχω ενοχές που δεν θα τον χρησιμοποιήσω και αυτό δεν είναι ωραίο. Γι’ αυτό προτιμώ να παίρνω μουσική είτε από τον Cole Porter, είτε από τον Louis Armstrong, είτε από τον Bach, είτε από τον Mozart, είτε από τον Duke Ellington, να τη βάζω στην ταινία και να παρατηρώ αν ταιριάζει ώστε να τη χρησιμοποιήσω, κι αν δεν μου κάνει, τη βγάζω και βάζω άλλη. Έχω έναν τεράστιο όγκο εξαιρετικής μουσικής στη διάθεσή μου και είναι φοβερά ευχάριστο όταν μια μουσική ταιριάζει σε μια ταινία και είναι εντυπωσιακό το πόσο πολλά της προσδίδει και τι συναισθηματική ώθηση, κατά μία έννοια.
ΙΔΕΕΣ
Είναι ευτύχημα στη ζωή μου το ότι υπάρχει ένα πράγμα που μπορώ να κάνω! Παράτησα το σχολείο, δεν ήμουν καλός μαθητής, δεν είχα καμιά ιδιαίτερη κλίση. Για κάποιο λόγο από τότε που ήμουν παιδί μπορούσα να κάνω ιστορίες, να λέω έξυπνα ανέκδοτα και το έκανα συνέχεια. Πια, όταν περπατάω στο δρόμο ή όταν τρώω, μου έρχονται ιδέες και τις σημειώνω όπου βρω, σε σπιρτόκουτα, σε πετσέτες και τις αποθηκεύω. Ο κόσμος με ρωτά αν έχω σκεφτεί ότι μια μέρα μπορεί να στερέψω από ιδέες, αλλά εγώ αισθάνομαι το αντίθετο- ότι θα πεθάνω πριν προλάβω να γράψω όλες τις ιδέες μου…
Όταν έγραφα για την τηλεόραση, πριν αρκετά χρόνια, συνηθίζαμε να ασχολούμαστε από τη Δευτέρα το πρωί και το Σάββατο το βράδυ είχε μια ζωντανή εκπομπή και έπρεπε να έχουμε ιδέες έτοιμες. Μπορούσα να κάθομαι μόνος μου σ’ ένα δωμάτιο και να κατεβάζω ιδέες. Είναι το μόνο πράγμα που μπορώ να κάνω. Δεν μπορώ να το ερμηνεύσω, είναι σαν να σου κάνουν δώρο ένα άλογο και συ να το κοιτάς στα δόντια!
Απλά έχω την ικανότητα να το κάνω. Δεν πρόκειται για μεγαλειώδεις ιδέες- δεν είναι Σαιξπηρικές ή Τσεχωφικές- αλλά είναι αρκετές ώστε να μου επιτρέπουν να ζω καλά.
STAND- UP COMEDY
Το απολάμβανα. Στην αρχή είχα πολύ τρακ και τον πρώτο χρόνο η ένταση ήταν φοβερή, πράγμα που δεν με άφηνε να το απολαύσω στο έπακρο. Αλλά, τελικά το ευχαριστήθηκα. Το μόνο που δεν μου άρεσε ήταν το εξαντλητικό ωράριο. Έπαιζα δύο παραστάσεις τις καθημερινές και τρεις το Σαββατοκύριακο. Αυτό σήμαινε, ότι έπρεπε να δουλεύω εφτά βραδιές την εβδομάδα. Και κάθε τρεις εβδομάδες έπρεπε να ταξιδεύω σ’ άλλη πολιτεία, και μπορούσαν να περάσουν έξι μήνες και να μην κάνω ούτε ένα ρεπό. Αυτό ήταν εξαντλητικό κι αποχαυνωτικό.
Αλλά η άμεση επαφή με το κοινό, ειδικά αφότου έχεις αποκτήσει λίγη εμπιστοσύνη στον εαυτό σου, είναι πολύ ευχάριστη, κάτι που δεν έχεις στον κινηματογράφο. Στην ταινία έχεις την ευχέρεια να κάνεις κάτι μια φορά και να σου βγει καλό και μετά να μην χρειάζεται πια να είσαι εκεί- κι ενώ θα είσαι στο σπίτι σου, θα παίζεται σ όλο τον κόσμο. Αυτό σου προσφέρει πολύ μεγάλη ευχαρίστηση, αλλά υπάρχει κάτι στην επαφή με το κοινό που είναι ιδιαίτερα απολαυστικό.
ΠΡΟΒΕΣ
Δεν κάνω καθόλου πρόβες. Αυτό είναι μέρος μιας μεθόδου που έχω αναπτύξει και λειτουργεί για μένα. Άλλοι κάνουν πρόβες. Έχω παίξει σε ταινίες με τον Πολ Μαζούρσκι, που κάνει εξαντλητικές πρόβες, σημαδεύει ακόμα και το πάτωμα με ταινίες και περπατά ακριβώς πάνω στα σημάδια. Εγώ, αντίθετα, υπάρχουν μέρες που δεν ξέρω καν τι θα γυρίσω. Μου αρέσει να είμαι φρέσκος. Ο βοηθός σκηνοθέτη μου δίνει μια λίστα με σκηνές που πρέπει να γυρίσω, στήνω τη σκηνή και ύστερα φωνάζω τους ηθοποιούς και λέω: εσύ πρέπει να περπατήσεις και να κάνεις αυτό, εσύ εκείνο κι εσύ έλα εδώ. Τις περισσότερες φορές το κάνουν, άλλες πάλι γελούν και τους φαίνεται αστείο κι άλλες ρωτούν αν μπορούν να περπατήσουν αλλού κι εγώ λέω, ναι.
Τραβάω πολλά μεγάλα πλάνα. Δεν τραβάω πολλά κοντινά. Προσπαθώ να γυρίσω όλη τη σκηνή με ένα πλάνο αν είναι δυνατόν.
[Αποσπάσματα από τη συνέντευξη του Woody Allen στον Geoff Andrew στις 27 Σεπτεμβρίου 2001]
(πηγή δελτίο τύπου)