Ο Max Linder/ Μαξ Λίντερ γεννήθηκε στις 16 Δεκέμβρη του 1883 και πέθανε στο Παρίσι στις 30 Οκτώβρη του 1925.
Όχι μόνο πρωτοπόρος της τέχνης του slapstick, ο Γάλλος Max Linder θεωρείται και ως ο πρώτος διεθνής σταρ του σινεμά, άμεσα αναγνωρίσιμος καθ’ όλη τη δεκαετία του 1910. Τα χαρακτηριστικά του: το μεταξωτό ημίψηλο καπέλο του, το περιποιημένο κομψό μουστάκι και το μπαστούνι. Σε αντίθεση με τους κωμικούς που θα τον ακολουθήσουν –και οι οποίοι υποδυόταν αλήτες, χόντρους ή πετρωμένα πρόσωπα-, η περσόνα του Linder χαρακτηριζόταν από μια εγκάρδια κοσμικότητα, ανάμεικτη με μια πρόσχαρη αυτοκυριαρχία καθώς αντιμετωπίζει τα εμπόδια της αστικής ζωής.
Μεγάλη κωμική προσωπικότητα της εποχής πριν το 1914, θεωρείται από τον ίδιο τον Τσάπλιν/ Charlie Chaplin σαν δάσκαλος του. Στο βιβλίο του A Republic of Images, ο Alan Williams σημειώνει ότι, «Αν και που επέκτεινε και ανέπτυξε το κωμικό πρόσωπο του Max Linder, ο Chaplin θα δανειστεί σχεδόν χωρίς αλλαγές τις συγκρατημένες, μινιμαλιστικές μεθόδους με τις οποίες ο Linder χρησιμοποιεί το κινηματογραφικό μέσο».
Το κανονικό του όνομα ήταν Γκαμπριέλ Μαξιμιλιάν Λεβιέλ (Gabriel-Maximilien Leuvielle) καθώς το Max Linder ήταν το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο. Ο Linder φοίτησε στο Ωδείο του Μπορντό και ξεκίνησε την καλλιτεχνική σταδιοδρομία του ερμηνεύοντας δευτερεύοντες ρόλους στο θέατρο. Το 1904 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και τον επόμενο χρόνο εμφανίστηκε στον κινηματογράφο σε ταινίες μικρού μήκους του Σαρλ Πατέ/ Pathé. Το 1908, μετά την αναχώρηση του Αντρέ Ντιντ για την Ιταλία, ο Λίντερ αφιερώθηκε αποκλειστικά στην κινηματογραφική κωμωδία, ερμηνεύοντας με πρωτοποριακό τρόπο και εξαιρετική εκφραστικότητα ιδιαίτερα σύνθετους χαρακτήρες.
Μεταξύ 1911 και 1914, ο Linder είχε αγγίξει το απόγειο της δημοτικότητάς του, καθώς υπήρξε ο πιο υψηλά αμειβόμενος ηθοποιός και σκηνοθέτης του κόσμου.
Το 1916 μετανάστευσε στην Αμερική, όπου όμως δεν κατόρθωσε να επιβληθεί ως ηθοποιός, μολονότι εκεί σκηνοθέτησε και ερμήνευσε την πιο αξιόλογη ταινία του, με τίτλο Seven Years Bad Luck / «Επτά χρόνια γρουσουζιά» (1921).
Οι κινήσεις του Max Linder είχαν την χάρη των Γάλλων και το κομψό ντύσιμό του -ημίψηλο καπέλο, μπαστούνι και φράκο με ριγέ παντελόνι-, ολοκλήρωναν την εικόνα του λιμοκοντόρου με τη μελαγχολική αξιοπρέπεια. Στις ταινίες του ο Linder περιφρόνησε τα εφέ και χρησιμοποίησε ελάχιστα την καταδίωξη και την τουρτομαχία. Με προέλευση το βουλεβαρδιέρικο θέατρο, πέρασε στη μεγάλη οθόνη μια καινούρια αντίληψη στο χώρο της κωμωδίας, που διαμορφώθηκε μέσα από την αριστοκρατική εμφάνιση και τη ψυχολογική παρατήρηση των καταστάσεων, με άκρως επιτυχημένο σκιτσάρισμα.
Ο René Clair σημειώνει για τον Max Linder: «Κομψευόμενος άντρας, κυνηγός γυναικών, προικοθήρας, αθλητικός τύπος όλων των ειδών, ταυρομάχος, καβαλάρης, ξιφομάχος, φροντίζοντας να διατηρήσει την αξιοπρέπεια του ακόμα και στις χειρότερες ατυχίες αυτός ο κωμικός αστός, παρά τα ημίψηλα καπέλα του, τις γραβάτες του, το μπαστούνι του και τα βερνικωμένα μποτάκια του, συγγενεύει με τον Ντ' Άρτανιάν των Τριών Σωματοφυλάκων»
Το 1925 βρέθηκε νεκρός σε ξενοδοχείο του Παρισιού. Σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή, αυτοκτόνησε μαζί με τη γυναίκα του. Τα έργα του παρέμειναν στην αφάνεια έως την δεκαετία του 1960, οπότε αναγνωρίστηκε η καλλιτεχνική του αξία παγκοσμίως.
Το 1963 η κόρη του, Μοντ, παρουσίασε μια ενδιαφέρουσα ανθολογία ταινιών του, με τίτλο En compagnie de Max Linder/ Συντροφιά με τον Μαξ Λίντερ.
Εμφανίστηκε σε περισσότερες από 400 ταινίες κατά τη διάρκεια του 1905-1925, οι περισσότερες εκ των οποίων ήταν κωμωδίες μικρού μήκους. Από αυτές, 212 ταυτοποιήθηκαν μέχρι σήμερα. Έχει πρωταγωνιστήσει σε 212 ταινίες, έχει σκηνοθετήσει 102 ταινίες, έγραψε 99 σενάρια, και ήταν παραγωγός 2 ταινιών.
(πηγή δελτίο τύπου, ιστότοπος tcm.com. επιμέλεια Δ.Μ.)