mark-donskoy.jpg

Σκηνοθέτης και σεναριογράφος της χρυσής εποχής του σοβιετικού σινεμά, ο Μαρκ Ντονσκόι/ Mark Donskoy γεννήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 1901 στην Οδησσό και αρχικά  σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Συμφερούπολης.
«Ως παιδί είχα δύο πάθη: τον αθλητισμό και το θέατρο», αναφέρει ο σκηνοθέτης. «Στο υπόγειο, όπου ζούσε, ο φίλος μου (σ.τ.ε. ο πατέρας του ήταν τσαγκάρης) , οργανώναμε κάθε Κυριακή παραστάσεις.» Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου, ο Ντονσκόι υπηρέτησε στον Κόκκινο Στρατό και βρέθηκε δέκα μήνες σε αιχμαλωσία. «Οι δέκα αυτοί μήνες ήταν ίσοι με δέκα χρόνια», - έγραψε πολλά χρόνια αργότερα , ο Ντονσκόι.
Το ταξίδι του στον κινηματογράφο άρχισε με το σενάριο «Το τελευταίο προπύργιο» - από την ιστορία της παρανομίας της Κριμαίας. Ο Μαρκ έφερε το σενάριο του στη Μόσχα, το οποίο και αξιοποιήθηκε αμέσως. Σκηνοθέτης της ταινίας θα ήταν ο Βσεβολόντ Μεγιερχολντ. Ο Ντονσκόι εργάστηκε για έξι χρόνια σε στούντιο του Λένινγκραντ – στην αρχή ως βοηθός σκηνοθέτη και βοηθός μοντάζ και αργότερα άρχισε να σκηνοθετεί ο ίδιος.
Την παγκόσμια αναγνώριση του Ντονσκόι έφερε η τριλογία του «Τα παιδικά χρόνια του Μαξίμ Γκόρκι», που αποτελούσε την αυτοβιογραφική παραγωγή του ίδιου του συγγραφέα «Παιδική ηλικία» (1940). «Στα ξένα χέρια» (1939)  και «Τα πανεπιστήμιά μου» (1940). Όπως έγραψε ένας από τους κριτικούς «κάνοντας τα έργα για τον Γκόρκι, ο σκηνοθέτης έμαθε την τέχνη της διείσδυσης στο βάθος του ανθρώπινου χαρακτήρα, τις αρχές τις τέχνης και την αλήθεια της ζωής». Την ποίηση για την αδικημένη ζωή, την μεταπήδηση από την περιγραφή της καθημερινότητας της ζωής στα ύψη της ρομαντικής αντίληψης της πραγματικότητας. Η εσωτερικότητα του μοντάζ, το βάθος της σκηνής εμφανίζονται στον Ντονσκόι ταυτόχρονα με τον Ρενουάρ μέχρι τον Ουέλς. Ο σκηνοθέτης «γράφει με την κάμερα» και γίνεται ο μυθιστοριογράφος του Γκόρκι. Η τέχνη του Ντονσκόι είναι δημιουργία βασιζόμενη στην εμπιστοσύνη στον άνθρωπο. «Εμείς – γράφει ο σκηνοθέτης – μπορούμε να αγαπάμε, γιατί είμαστε πιστεύουμε πως κάθε ανθρώπινο ον έχει στην ψυχή του μεγάλη καλοσύνη… το μόνο που χρειάζεται είναι να μπορείς να την ανοίξεις».
Στη διάρκεια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου σκηνοθετεί τέσσερις ταινίες: «Πως δενόταν το ατσάλι» (1942, του Οστρόβσκι), τη νουβέλα «Μαγιάκ» μαχητικό κινηματογραφικό ημερολόγιο (1942) «Ουράνιο τόξο» (1944 βασισμένο στο μυθιστόρημα του Βασιλέφσκι - βραβείο Εθνικού Συμβουλίου Κριτικών Κινηματογράφου ΗΠΑ 1946) και «Οι αδούλωτοι» (1945, βασισμένο στο μυθιστόρημα του Γορμπάτοβ, βραβείο Φεστιβάλ Βενετίας 1946). Η ταινία «Ουράνιο τόξο» θα αποτελέσει μια από τις κορυφές στιγμές δημιουργικότητας του Ντονσκόι. Ηρωική φιγούρα μιας απλής Ουκρανής γυναίκας – παρτιζάνας, καθώς και  οι εκφραστικές φιγούρες των συγχωριανών της, προσέδωσαν ένα επικό εύρος αναπνοής στο φιλμ με χαρακτηριστικά λαϊκής τραγωδίας.
steel.jpgΓια τη δημιουργία των σκηνών, ο Ντονσκόι χρησιμοποίησε τα προσωπικά του βιώματα, από  την απελευθέρωση από τους Γερμανούς στα περίχωρα της Μόσχας και μιλώντας με τον κόσμο που ήταν υπό πολιορκία.
Κοιτάζοντας το φιλμ ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ρούζβελτ έστειλε στο όνομα του σκηνοθέτη τηλεγράφημα, όπου του έγραφε: «Καταλάβαμε την ταινία και χωρίς μετάφραση… Θα τη δείξουμε στον αμερικάνικο λαό με το μεγαλείο που της αρμόζει…».
 Το 1947, ο Ντονσκόι σκηνοθέτησε την ποιητική ταινία «Τη δασκάλα του χωριού» με την Βέρα Μαρετσκα στον κεντρικό ρόλο. Ο Ντονσκόϊ έγραφε «Με την ταινία αυτή ήθελα να μιλήσω για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, για την ομορφιά της ζωής και ότι η λέξη «ζωή» σημαίνει αγαπώ τη ζωή «ζωή σημαίνει εργάζομαι για την ευτυχία των άλλων».
Ακολουθεί η ταινία «Ο Αλιτέτ πάει στα βουνά» (1950 βασισμένο στο μυθιστόρημα του Σεμιούσκιν), στην οποία αναδεικνύεται το ταλέντο του οπερατέρ Σεργκέι Ουρουσέβσκι.
Το αμέσως επόμενο διάστημα ο Ντονσκόι καταπιάνεται πάλι με τα έργα του Γκόρκι. Για πολλά χρόνια ονειρευόταν να κάνει μια ταινία βασισμένη στο μυθιστόρημα του η «Μάνα».
Όταν γυριζόντουσαν οι τελευταίες σκηνές της ταινίας ο σκηνοθέτης πήρε μια επιστολή από το Λονδίνο, όπου τον ενημέρωναν ότι στο φεστιβάλ κινηματογράφου του Εδιμβούργου, η τριλογία για τον Μαξίμ Γκόρκι πήρε βραβείο «Ρίτσαρντ Ούινινγκον». Το 1956 η Ουνέσκο διένειμε κατάλογο με τους 28 καλύτερους σκηνοθέτες, όπου ο Μαρκ Ντονσκόι φιγουράρει κοντά στους ιδρυτές του σοβιετικού κινηματογράφου Αϊζενστάιν, Πουντόβνικ και Ντοβζένκο.
Ο Φιλιπ Οντίκε έγραφε για τον Ντονσκόι: «Μικρόσωμος, ευκίνητος, νευρικός, ο Μαρκ Ντονσκόι κοκκινίζει και γελάει, απαγγέλει και διαμαρτύρεται, κουνάει απειλητικά το δάχτυλο, και μετά ξαφνικά κλείνεται σε μια περίεργη σιωπή, σε βαθιά μελαγχολική σιωπή. Και μετά και πάλι ανεβάζει τον τόνο της φωνής του τονίζοντας δραματικά τις λέξεις, μιλάει για τη Χιροσίμα, για την ατομική βόμβα, για το τέλος του κόσμου, και καταλήγει με λεπτές χειρονομίες να περιγράφει προσωπικές ιστορίες.» Ο Μαρκ Ντονσκόι είναι ολόκληρος μια παράσταση , μα και ο ίδιος το πιστεύει… «εγώ λέει είμαι μια μεγάλη ορχήστρα, όπου παίζουν ήπια βιολιά άλλα και σκληρά κοντραμπάσα». Με τη σύζυγό του Ιρίνα, επίσης σεναριογράφο, ο Ντονσκόι γράφει σενάρια βασιζόμενα στις ιστορίες που έλεγε ο Κουτσιουμπίνσκι. Έτσι γεννήθηκε η ταινία «Με ακριβή τιμή», η οποία αργότερα μετονομάστηκε στη Γαλλία «Το άλογο που κλαίει». Εκεί υπάρχει μια σκηνή όπου ένα άσχημο αδύνατο, αλλά στο παρελθόν πανέμορφο άσπρο άλογο κλαίει σαν άνθρωπος επειδή το πρόσβαλε χτυπώντας το ο αφέντης του.
raduga.jpgΓια αρκετά χρόνια ο Ντονσκόι δούλευε την ιδέα της ταινίας όπου έπρεπε να ακουστούν τα λόγια του Ιούλιου Φουτζικ «Τα παιδιά είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας». Η ταινία «Γεια σας παιδιά» (1962), είναι μια αλληγορία. Όλοι οι άνθρωποι είναι τα παιδιά της γης, όλοι απειλούνται με την καταστροφή από την ατομική βόμβα. Το φιλμ τιμήθηκε με το «βραβείο Ειρήνης». Ο Ντονσκόι παρουσίασε την ταινία «Γεια σας παιδιά» στην Ιαπωνία. Στη Χιροσίμα επισκέφτηκε το νοσοκομείο όπου βρισκόντουσαν τραυματίες από την ατομική βόμβα. «Ήμουν σοκαρισμένος από το θέαμα – έγραφε – αυτών των ανθρώπων και σαν καλλιτέχνης και σαν άνθρωπος καταδίκασα το γεγονός και έδωσα το λόγο της τιμής μου ότι ποτέ δεν θα πάψω να αγωνίζομαι ενάντια στην απειλή ενός πυρηνικού πολέμου».
Το 1960, ο Ντονσκόι, ασχολείται με το μυθιστόρημα «Η καρδιά της μάνας» (1967) και την «Η πίστη της Μάνας» (1967) που το αφιέρωσε στη μητέρα του Λένιν Μαρία Αλεξάντροβνά Ουλιάνοβα.
Το 1974 θα κλείσει την τριλογία για τις γυναίκες που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη ζωή του Ι.Β. Λένιν με την ταινία «Νάντια Κρούπσκαγια».
Ο σκηνοθέτης σε όλη του τη ζωή ασχολήθηκε με μεγάλη ευλάβεια με το έργο του Γκόρκι. Η τελευταία του ταινία «Η οικογένεια Ορλοβ» (1978) ήταν μια σύντομη αφήγηση του συγγραφέα. Στις 6 Μάρτη 1981 ο Ντονσκόι έκλεινε τα 80 του χρόνια, ενώ σε δύο εβδομάδες μετά τα γενέθλιά του, στις 21 Μάρτη πέθανε.

(πηγή δ.τ.)