του Clint Eastwood
(οι δηλώσεις του σκηνοθέτη)
(...) Δεν σκόπευα να ασχοληθώ άλλο με την υποκριτική. Αυτή η ταινία όμως, είχε έναν ήρωα στην ηλικία μου και ο ρόλος έμοιαζε κομμένος και ραμμένος στα μέτρα μου, άσχετα αν αποδείχθηκε τελικά ότι δεν ήταν. Και μου άρεσε το σενάριο. Είχε ανατροπές και εκπλήξεις και κάποιες πολύ αστείες στιγμές.
(...)Ο Γουόλτ έχει μοχθήσει στη ζωή του και οι γιοι του θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι αρκετά επιτυχημένοι. Έχει χάσει τη γυναίκα του, έχει αποξενωθεί από τα παιδιά του, τα οποία έχουν μεγαλώσει, έχουν φύγει και τον έχουν αφήσει πίσω τους γιατί κατά κάποιο τρόπο αποτελεί για αυτά τροχοπέδη. Προς υπεράσπισή τους βέβαια, θέλω να πω ότι ο Γουόλτ δεν είναι και ο πιο εύκολος άνθρωπος. Είναι εριστικός και φυσικά παλαιών αρχών, οπότε δεν μπορεί να ανεχθεί ούτε εγκρίνει τα σκουλαρίκια και τη συμπεριφορά των εγγονιών του.
(...) Πιθανότατα υπάρχουν πολλοί λόγοι που ο Γουόλτ αντιμετωπίζει αρνητικά τον ιερέα, ο σημαντικότερος όμως είναι ότι είναι ακόμα παιδαρέλι. Κοπιάζει να πείσει τον Γουόλτ να εξομολογηθεί. Εκείνος όμως, τον αντιμετωπίζει σαν έναν τύπο που μόλις βγήκε από την ιερατική σχολή, έχοντας ένα βιβλίο με "οδηγίες για καλούς χριστιανούς". Αυτό λοιπόν, δεν βοηθά να προαχθεί η σχέση και καταλήγει μονόδρομος. Ο "padre" όπως τον αποκαλεί, είναι αποφασισμένος να καταφέρει αυτό που επιδιώκει, αλλά στο τέλος, ο Γουόλτ θα κάνει αυτό που εκείνος θέλει.
(...) [Οι Χμονγκ] Έχουν δική τους θρησκεία και γλώσσα και θεωρούν ότι δεν κατάγονται από κανέναν. Πολλοί από αυτούς έχουν ζήσει απίστευτες δυσκολίες μετά τον Πόλεμο του Βιετνάμ. Τα πράγματα για αυτούς δεν ήταν ιδιαίτερα ευχάριστα κι έτσι η Λουθηρανική Εκκλησία και πολλοί ανεξάρτητοι οργανισμοί έδωσαν πραγματικό αγώνα για να τους φέρουν στις ΗΠΑ.
(...) Η γειτονιά του Χάιλαντ Παρκ έχει αλλάξει πολύ. Κάποτε ήταν μια μεγάλη γειτονιά ανθρώπων που δούλευαν στην αυτοκινητοβιομηχανία – οικογένειες που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συνδέονταν με την αυτοκινητοβιομηχανία την εποχή που αυτή μεσουρανούσε. Τα εργοστάσια πλέον δεν δουλεύουν όπως δούλευαν, αλλά αυτοί που έρχονται για να μείνουν στην περιοχή ζουν αρκετά άνετα. Το Χάιλαντ Παρκ έχει περάσει δύσκολες εποχές, αλλά ζουν πολλοί καλοί άνθρωποι στην περιοχή.
(...) [Σχετικά με τους συνεργάτες του] Εγώ γνωρίζω καλά τη δουλειά τους κι αυτοί τη δική μου, έτσι δεν χρειάζονται πολλές εξηγήσεις. Όλα γίνονται γύρω από έναν βασικό άξονα: τον περιορισμό των πολλών και περιττών συζητήσεων. Όταν γυρίζεις μια ταινία έχει de facto πολλές συζητήσεις, δεν χρειάζεσαι περισσότερες για να κάνεις ακόμα πιο δύσκολο και περίπλοκο το εγχείρημα. Δεν είμαι από αυτούς που αρέσκονται να επιδεικνύουν πόση μαγεία υπάρχει στη δημιουργία μιας ταινίας. Αν υπάρχει η όποια μαγεία, αυτή πρέπει να είναι σε δεύτερο πλάνο. Το βασικό είναι να κάνουν όλοι καλή δουλειά και να συμμετέχουν. Είναι μια διασκεδαστική διαδικασία. Όταν θα πάψει να είναι διασκεδαστική, τότε θα πάψετε να με βλέπετε να ασχολούμαι με αυτήν.
(...) [Σχετικά με την μουσική] Για κάθε ταινία ακούς διαφορετικούς ήχους. Μετά κάθεσαι και δουλεύεις αυτές τις βασικές μελωδίες στο πιάνο, τις γράφεις ή τις ενορχηστρώνεις. Κάποιες φορές το αναθέτω σε κάποιον άλλο, κάποιες άλλες το κάνω μόνος μου. Δεν υπάρχει κάποιος κανόνας. Απλά αρκεί όταν ακούσεις τη μουσική, να νιώσεις ότι είναι η κατάλληλη.
(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)