του Martin Scorsese
gangs2.jpg

1846. Η Νέα Υόρκη είναι μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Ανατολικής Ακτής των ΗΠΑ, η πύλη εισόδου για τα κύματα των ευρωπαίων μεταναστών που κατακλύζουν την αμερικάνικη ήπειρο. Σε μια συνοικία της μια σύγκρουση συμμοριών έχει μια αιματηρή κατάληξη. Δεκαέξι χρόνια μετά, ένας νέος καταφθάνει στο Μανχάταν: είναι αποφασισμένος να εκδικηθεί τον θάνατο του πατέρα του. Υπεύθυνος γι' αυτόν υπήρξε ένας τοπικός αρχηγός συμμορίας, ο διαβόητος Μπίλ ο Χασάπης. Ηγέτης μιας συμμορίας που μάχεται τους μετανάστες, ελέγχει όλες τις παράνομες δραστηριότητες (πορνεία, ναρκωτικά, ληστείες, τυχερά παιχνίδια) της περιοχής, ενώ επιπλέον είναι σύμμαχος & συνεργάτης των διεφθαρμένων πολιτικών.
Αφήνοντας πίσω του τα γεμάτα αντιφάσεις και περίπλοκες πορτραίτα του υποκόσμου (όπως η ταινία GoodFellas) ο Μάρτιν Σκοτσέζε, επισκέπτεται μια ταραχώδη περίοδο της αμερικάνικης ιστορίας: τότε που η άφιξη των μεταναστών Ιρλανδών και καθολικών στο θρήσκευμα αντιμετωπίζονταν με αποκαλύπτει εχθρότητα από τους "γηγενείς" λευκούς Αμερικανούς. Η αντίθεση ανάμεσα στον νεαρό ήρωα που αναζητά εκδίκηση και τον διαβολικά κακό αρχηγό της συμμορίας βρίσκεται στο κέντρο της δραματικής πλοκής. Σκοτεινή και αναμφίβολα ενοχλητική για το αμερικάνικο κοινό -όχι η "γη της ελευθερίας" αλλά ο τόπος της βίας- η ταινία εστιάζει στο φαινόμενο της βίας: Υπήρξε ένας από τους παράγοντες που διαμόρφωσαν αντιλήψεις και ισορροπίες στο εσωτερικό της κοινωνίας. Ο πόλεμος -θρησκευτικός, ταξικός και φυλετικός- και η άρνηση του ’λλου υπήρξαν δύο παράμετροι που γέννησε την σημερινή Αμερική. Η ακριβής λεπτομερειακή αναπαράσταση μιας εποχής, το χιούμορ αλλά και οι αιματηρές σκηνές βίας, η ενέργεια και το πάθος που χαρακτηρίζου το σκηνοθετικό ύφος και μια κρυφή αίσθηση αποστασιοποίησης καθορίζουν την τελική εικόνα.
Δ.Μ.

Οι δηλώσεις των συντελεστών
Ο Martin Scorsese δηλώνει στις σημειώσεις για την παραγωγή και στο Sight & Sound (January 2003) σχετικά με την ταινία:  "Από τότε που ήμουν παιδί και μεγάλωνα στο Κάτω Μανχάταν μού άρεσαν οι ιστορίες της παλιάς Νέα Υόρκης. Κάθε μέρα καθώς εξερευνούσα τους δρόμους της γειτονιάς μου σιγά-σιγά ανακάλυπτα ίχνη μιας εκπληκτικής αλλά σχετικά άγνωστης περιόδου της πόλης και της ιστορίας της χώρας μας. Η δεκαετία του 1860 είναι γεμάτη από απίστευτες ιστορίες της εργατικής τάξης, από τα κύματα των μεταναστών που κατάκλυζαν τους δρόμους και τα στενά, από διεφθαρμένους πολιτικούς, από τους θρύλους του υποκόσμου που πάλευαν για την εξουσία. Ήταν ιστορίες στις οποίες δοκιμάστηκε η Αμερική και όλα αυτά που αντιπροσώπευε. Αυτές οι ιστορίες είναι οι ρίζες μας.
(...…) Αυτό που γοητεύει σ' αυτή την εποχή της μεγάλης μετανάστευσης είναι το πώς αυτή δοκίμασε τις αξίες και τις αρχές της Αμερικής, στην οποία υποτίθεται ότι οι μετανάστες ενσωματωνόταν. Είναι ενδιαφέρον ότι αυτή η χώρα (οι ΗΠΑ) δεν διαμορφώθηκε με την επικράτηση της επανάστασης του 1783. Αρχισε να διαμορφώνεται μόνο μετά το τέλος του εμφυλίου, το 1865. Αυτό που βλέπουμε στην ταινία είναι μια Αμερική σε κατάσταση σύγκρουσης στις αρχές του 1860.
Θα μπορούσα να πω ότι αυτό που η ταινία Gangs of New York προσπαθεί να δείξει κυρίως είναι ότι ιστορικά οι ΗΠΑ είναι μια χώρα ανοιχτή στον καθένα. Έτσι δημιουργήθηκαν. Η ιδέα του melting-pot άρχισε να εμφανίζεται με την άφιξη των Ιρλανδών το 1840. Όμως αυτοί οι άνθρωποι μιλούσαν κέλτικα και οι προτεστάντες Αμερικανοί θεωρούσαν ότι αυτοί είχαν δεσμούς με τον Πάπα.
(...…) Η ταινία επιπλέον αναφέρεται κυρίως στην γένεση των σύγχρονων ΗΠΑ. Κατά κάποιο τρόπο θέλει επίσης να μιλήσει για το τι αυτή η χώρα θα γινόταν κάποτε -ένα ζήτημα το οποίο προκαλεί συγκρούσεις. Και όλα αυτά εν μέσω κλίματος ακραίας βίας …γιατί χωρίς καμιά αμφιβολία ο 19ος αιώνας ήταν η πιο βίαιη εποχή στην ιστορία των ΗΠΑ."
gangs1.jpg
Ο Daniel Day Lewis σε δηλώσεις του στον The Observer (8-12-02) επισημαίνει: “Ο χαρακτήρας που υποδύομαι, ο Μπίλ ο Χασάπης, δεν απολογείται, δεν ζητά συγγνώμη γι’ αυτό που είναι. Αν τον δούμε από μια ευρύτερη οπτική γωνία, το πρόσωπο αυτό δεν έχει σχέση με την οργή: έχει σχέση με την πληγή της δυσαρέσκειας, της μνησικακίας. Κάτι καρκινώδες. Μισεί τους ανθρώπους που φθάνουν στην χώρα. Πιστεύω ότι αυτό υπάρχει στον πυρήνα του. Και η προδοσία. Δεν είχα καμιά αμφιβολία για να τον υποδυθώ. Θεώρησα ότι είναι κάποιος με τον οποίο θα μ΄ άρεσε να ζήσω για λίγο”.

Ο Leonardo DiCaprio δηλώνει στο bbc.co.uk: “[Η εποχή που διαδραματίζεται η ταινία] Ήταν μια μοναδική στιγμή στην ιστορία. Ένα κομμάτι της ιστορίας μας, για το οποίο ποτέ δεν μάθαμε κάτι. Η Αμερική τότε έλεγε “στείλτε μας τους πεινασμένους, στείλτε μας φτωχούς” και μετά αυτοί που ερχόταν καταδιώκονταν. [Η ταινία] Αφηγείται την ιστορία σ’ ένα πρώτο επίπεδο. Ποτέ δεν το είχα συνειδητοποιήσει: εκείνη την εποχή η Νέα Υόρκη ήταν χαμόσπιτα και καλύβια”.


Σχετικά με την ταινία
Η ταινία απασχόλησε τον σκηνοθέτη της για πάνω από 30 χρόνια. Αφετηρία υπήρξε η ανάγνωση του ομώνυμου βιβλίου του Herbert Asburg (1891-1963). Δημοσιογράφος και ιστορικός της ζωής των κατώτερων στρωμάτων, ο συγγραφέας αφηγήθηκε σ' αυτό την ζωή των πρώτων γκάνγκστερ στην Νέα Υόρκη. Το βιβλίο εκδόθηκε το 1928 και ήταν μια ανορθόδοξη ιστορία της σκοτεινής πλευράς της πόλης. Γνώρισε την αποδοχή συγγραφέων όπως ο Χόρχε Λούις Μπόρχες, ο οποίος στην Παγκόσμια Ιστορία της Ατιμίας (1935) κάνει αναφορά σ' αυτό και συγκεκριμένα στο πρόσωπο του Monk Eastman.
O Scorsese και ο σεναριογράφος του Jay Cocks επέλεξαν από την πληθώρα των προσώπων που αναφέρονται σ' αυτό τον Μπίλ τον Χασάπη (στο βιβλίο αναφέρεται με το όνομα William Poole) και γύρω απ' αυτό το υπαρκτό πρόσωπο δημιούργησαν μια σειρά φανταστικά πρόσωπα και καταστάσεις. Στο τελικό αποτέλεσμα όμως μπορούμε να αναγνωρίσουμε την πιστότητα μιας ιστορικής αναπαράστασης, αφού η ταινία καταγράφει με ακρίβεια την ατμόσφαιρα της εποχής, την εξαθλίωση, την ηθική παρακμή και την θύελλα της οργής που μαινόταν στα παραπήγματα και στους λασπωμένους δρόμους μιας μέλλουσας μεγαλούπολης. Όπως αναφέρει σε μια δήλωση του ο Vic Armstrong -σκηνοθέτης των σκηνών δράσης-, η ταινία είναι "ο Κάρολος Ντίκενς στην Νέα Υόρκη με μια δόση από Mad Max".
Η ταινία γυρίστηκε στα στούντιο της Ιταλικής Cinecitta και το μοντάζ της υπήρξε πραγματικά μαραθώνιο: από το Μάιο του 2001 ο σκηνοθέτης προσπαθούσε να τιθασεύσει το υλικό του.
Η ταινία επρόκειτο να κάνει την πρεμιέρα της το τέλος του 2001, όμως η 11η Σεπτεμβρίου και ο κίνδυνος να προκαλέσει ανεπιθύμητους συσχετισμούς με το θέμα της ταινίας ήταν υπεύθυνες για την αναβολή.

GANGS OF NEW YORK
Σκηνοθεσία: Martin Scorsese
Σενάριο: Jay Cocks, Steven Zaillian, Kenneth Lonergan βασισμένο σε μια ιστορία του Jay Cocks
Φωτογραφία: Michael Ballhaus
Μουσική: Howard Shore
Μοντάζ: Thelma Schoonmaker
Ηθοποιοί: Leonardo DiCaprio, Daniel Day-Lewis, Cameron Diaz, Jim Broadbent, John C. Reilly, Henry Thomas, Brendan Gleeson , Liam Neeson
Διάρκεια: 168'