(Ο άνθρωπος που γνώριζε πολλά)
του Alfred Hitchcock
Κατά τη διάρκεια ενός ιατρικού συνεδρίου στο Παρίσι, ο γιατρός Μπεν ΜακΚέννα (Τζέιμς Στιούαρτ), η σύζυγός του Τζο (Ντόρις Ντέι), πρώην τραγουδίστρια και ηθοποιός του θεάτρου, κι ο γιος τους Χανκ, αποφασίζουν να επισκεφτούν το Μαρακές, στο Μαρόκο. Όταν φτάνουν εκεί, ο Μπεν γίνεται μάρτυρας της δολοφονίας ενός γάλλου μυστικού πράκτορα που είναι μεταμφιεσμένος σε άραβα. Καθώς ο κατάσκοπος ξεψυχά, ψιθυρίζει στον ΜακΚένα το σχέδιο δολοφονίας ενός υψηλά ιστάμενου πολιτικού προσώπου, κατά τη διάρκεια ενός κονσέρτου στο Άλμπερτ Χολ του Λονδίνου. Για να μην διαρρεύσει όμως η πληροφορία στις αρχές, οι συνωμότες απαγάγουν τον μικρό γιο του ζευγαριού. Μετά τη δολοφονία του Μπερνάρ, ο Μπεν διστάζει να ειδοποιήσει τις αρχές, καθώς φοβάται για τη ζωή του παιδιού του. Μην έχοντας άλλη επιλογή, το ζευγάρι επιστρέφει στο Λονδίνο, προκειμένου να εντοπίσουν τους απαγωγείς και να σώσουν τη ζωή του Χανκ…
Η ταινία Ο άνθρωπος που γνώριζε πολλά αποτελεί ριμέικ της ομότιτλης ταινίας του 1934, σκηνοθετημένης επίσης από τον Χίτσκοκ. Στο βιβλίο με τίτλο «Hitchcock/Truffaut» (1967) το οποίο βασίζεται στη συζήτηση των δυο σκηνοθετών πάνω στο έργο του Χίτσκοκ, ο Τριφό σχετικά μ’ αυτή την ταινία τονίζει ότι η δεύτερη ταινία είναι σε πολλά σημεία ανώτερη του πρωτότυπου και ο Χίτσκοκ απαντά: «Ας πούμε ότι η πρώτη εκτέλεση αποτελεί το αποτέλεσμα της δουλειάς ενός ταλαντούχου ερασιτέχνη κι ότι η επανεκτέλεση είναι το έργο ενός επαγγελματία». Στην απόλυτη ωριμότητά του, ο Χίτσκοκ διασκευάζει με απαράμιλλη δεξιοτεχνία τη μεγαλύτερη επιτυχία της βρετανικής περιόδου του. Αν εξαιρέσουμε έναν κάποιο μελοδραματισμό (κυρίως λόγω της απαγωγής του μικρού παιδιού), ο οποίος κατά στιγμές ανακόπτει το στερεό αφηγηματικό ρυθμό, το χολιγουντιανό ριμέικ υπερτερεί σε χάρη, χιούμορ και σκηνοθετική βιρτουοζιτέ της πρωτότυπης ταινίας, ενώ διαθέτει και ένα κορυφαίο δείγμα του χιτσκοκικού σασπένς: τη σκηνή του κονσέρτου στο Άλμπερτ Χολ. Γράφει ο Μπάμπης Ακτσόγλου στο βιβλίο του για τον Χίτσκοκ (εκδ. Αιγόκερως): « Η σκηνή στο Άλμπερτ Χολ του Λονδίνου, είναι ίσως μια από τις καλύτερες που μας έδωσε ποτέ το χιτσκοκικό έργο και αναμφισβήτητα το πιο τέλειο παράδειγμα της μεγάλης μαεστρίας του Χίτσκοκ, τόσο από πλευράς δημιουργίας ατμόσφαιρας, όσο και τεχνικού περφεξιονισμού και σ’ αυτό συμβάλλει πολύ και η μουσική παρτιτούρα του Μπέρναρ Χέρμαν, ο οποίος διευθύνει την ορχήστρα. Ωστόσο, η ταινία έγινε ιδιαίτερα γνωστή για το τραγούδι της Ντόρις Ντέι ‘’Whatever Will Be, Will Be /Que Sera, Sera’’, που παίζει ένα ρόλο κλειδί στην εξέλιξη της πλοκής». Να σημειωθεί επίσης ότι για το «Que Sera, Sera», η ταινία βραβεύτηκε με Όσκαρ Πρωτότυπου Τραγουδιού.
Σκηνοθεσία: Άλφρεντ Χίτσκοκ Με τους: Τζέιμς Στιούαρτ, Ντόρις Ντέι, Ραλφ Τρούμαν, Μπέρναρντ Μάιλς Χώρα Παραγωγής: ΗΠΑ Έτος Παραγωγής: 1956 Διάρκεια: 120'
(δ.τ.)