(Μεγαλώνοντας)
του Richard Linklater
boyhood.jpg

Παρακολουθώντας, εκ του σύνεγγυς, τον κεντρικό ηθοποιό του να μεγαλώνει, ο Richard Linklater σ’ αυτήν την ταινία δημιουργεί κάτι περισσότερο από μια καταγραφή της πορείας προς την ενηλικίωση.
Η ταινία στηρίζεται σ’ ένα πειραματικής διάθεσης «παιχνίδι» του σκηνοθέτη της: από το 2002 έως το 2013, κάθε χρόνο, συναντιόταν με τους βασικούς ηθοποιούς του και σκηνοθετούσε ένα μικρό επεισόδιο. Βασικό πρόσωπο των επεισοδίων αυτών ήταν πάντα ο ηθοποιός του Ellar Coltrane και κεντρικός άξονας ήταν πάντα η οικογενειακή του ζωή. Ο Richard Linklater τον παρακολουθεί από την ηλικία των 8 χρονών έως την ηλικία των 20, επί 12 χρόνια. Ό,τι αφηγείται μέσα από αυτά τα επεισόδια είναι βέβαια μια μυθοπλασία. Μια μυθοπλασία, όμως, που παρουσιάζει τις ταραχώδεις διακυμάνσεις στην οικογενειακή ζωή του μικρού του ήρωα, αλλά και τη προσωπική του διαδρομή προς την ενηλικίωση.
Το διαζύγιο των γονιών, ο δεύτερος γάμος της μητέρας, η σχέση με τη μεγαλύτερη αδελφή, ο απών πατέρας και οι ξαφνικές επισκέψεις του, οι συναισθηματικές περιπέτειες της μητέρας, η είσοδος στην εφηβεία, ο δεύτερος γάμος του πατέρα, η αποφοίτηση από το σχολείο κ.λπ.: αυτά είναι κάποια από τα επεισόδια της αφήγησης. Στο φόντο αυτών των επεισοδίων, παρατηρούμε όχι μόνο ένα πανόραμα των ηθών και των αλλαγών στην ποπ –λαϊκή κουλτούρα των ΗΠΑ, αλλά και μια υπόμνηση των κοινωνικών αλλαγών που συμβαίνουν στον τόπο που διαδραματίζεται η ταινία: στις ΗΠΑ και το Τέξας. Ο Harry Potter και το Twilight, η θρησκεία, η ροκ μουσική και η οπλοκατοχή, ο πόλεμος στο Ιράκ- Αφγανιστάν, ο τρόπος ζωής στα ανώνυμα προάστια των αμερικάνικων πόλεων, τα μπιλιάρδα και το Facebook, οι παράνομοι μετανάστες: βλέπουμε στο φόντο μια κοινωνία να αναπνέει και να αλλάζει.
Όπως είναι προφανές, από τον τρόπο που έχει γυριστεί, αυτή η επεισοδιογραφικής δομής ταινία δεν χαρακτηρίζεται από συνεκτικότητα στην αφήγηση της, ούτε από ιδιαίτερες αφηγηματικές- δραματικές εντάσεις. Ωστόσο, παρόλα αυτά, ο θεατής γίνεται μάρτυρας ενός γεγονότος σπάνιου για το σινεμά και γι’ αυτό εξαιρετικού: παρακολουθεί, μέσα στον κινηματογραφικό χρόνο των 3 ωρών που διαρκεί η ταινία, τον βασικό ήρωα (αλλά και τα δευτερεύοντα πρόσωπα της δραματικής πλοκής) να μεγαλώνουν 12 χρόνια. Δεν είναι μόνο το σώμα του ήρωα που αλλάζει με τρόπο αληθινά δραματικό –οι αγωνίες τού να μεγαλώνεις και τού να αλλάζεις-, αλλά και τα πρόσωπα και σώματα των περιφερειακών χαρακτήρων. Οι ρυτίδες στο πρόσωπο των δύο ηθοποιών που υποδύονται τους γονείς - Patricia Arquette και Ethan Hawke - είναι πραγματικές, και όχι αποτέλεσμα κινηματογραφικού μακιγιάζ (makeup). Ωστόσο, για τον ενήλικα θεατή, που τελεί υπό τον τρόμο που φέρει το πέρασμα του χρόνου, αυτό το, ασήμαντο σε μια πρώτη προσέγγιση, γεγονός κρύβει μια μελαγχολική διάσταση: τα ίχνη του χρόνου που βλέπουμε στην ταινία είναι πραγματικά και γι’ αυτό η αλήθεια τους συγκλονιστική. Είναι η ταινία, εντέλει, μια μαρτυρία -έκθεση των αλλαγών που το πέρασμα του χρόνου φέρνει τόσο στον νεαρό ήρωα, όσο και στους ενήλικες. Αλλαγών -άλλοτε αδιόρατων και άλλοτε όχι-, καθώς ζούμε την καθημερινή μας ζωή, αλλά τόσο πραγματικών και σημαδιακών, στα σώματα και τις ψυχές…

Δημήτρης Μπάμπας