του John Madden
Κεφαλονιά του 1940 και τα ιταλικά στρατεύματα αποβιβάζονται στο νησί. Ο ντόπιος πληθυσμός δυσφορεί, ενώ οι ίδιοι οι ιταλοί στρατιώτες δείχνουν να αντιμετωπίζουν τον πόλεμο σαν γιορτή. Αναμεσά τους, ο νεαρός λοχαγός Κορέλι, ένας άνθρωπος που αγαπά τη ζωή και τη μουσική, με ιδιαίτερη αγάπη στο μαντολίνο του, ερωτεύεται την κόρη του γιατρού του νησιού, την όμορφη Πελαγία. Εκείνη, αν και στην αρχή μοιάζει να τον αποστρέφεται, στο τέλος θα υποκύψει στη φινέτσα του νεαρού Ιταλού, μόνο που υπάρχουν δύο μεγάλα προβλήματα : ο αρραβωνιαστικός της Πελαγίας, Μαντράς και η σκληρή πραγματικότητα του πολέμου, που κάποια στιγμή φτάνει στο νησί.
Το φιλμ βασίζεται στο βιβλίο το Κρυφό Ημερολόγιο του λοχαγού Κορέλλι του Louis de Bernieres, ένα βιβλίο που έκανε πάταγο στην Αγγλία, παρέμεινε στη λίστα των best sellers για δύο χρόνια και υπολογίζεται ότι 1 στα 20 νοικοκυριά της Βρετανίας το έχει στη βιβλιοθήκη του. Οι παραγωγοί της ταινίας χτένισαν όλα τα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου προκειμένου να βρουν την ιδανική τοποθεσία για τα γυρίσματα. Τελικά, η αύρα της Κεφαλονιάς, και ιδιαίτερα της Σάμης, τους έπεισε ότι το φιλμ έπρεπε να γυριστεί στο ίδιο νησί που ενέπνευσε τον Bernieres να γράψει το βιβλίο.Τι να πρωτοσχολιάσει κανείς σ'αυτήν την ταινία; Ότι υποτίθεται πως μιλάει για το β παγκόσμιο πόλεμο και πόλεμο δεν βλέπουμε παρά μόνο στο τελευταίο μισάωρο; Ότι αναπαράγει τα γνωστά στερεότυπα ιταλός στρατιώτης, latin lover, με έφεση στη μουσική και όχι στον πόλεμο που ερωτεύεται ελληνίδα; Ότι οι έλληνες αντάρτες είναι αμόρφωτοι και άξεστοι - η περίπτωση του Μαντρά είναι ενδεικτική - και γι'αυτό τους κλέβουν οι κουλτουριάρηδες ιταλοί τα κορίτσια; Ή μήπως ότι οι έλληνες αντάρτες είναι και δολοφόνοι, αφού στην ταινία κρεμάνε την καλύτερη φίλη της Πελαγίας, επειδή φλέρταρε με έναν γερμανό; Πολλοί θα ισχυριστούν ότι το φιλμ επικεντρώνεται στο love story του Κορέλι και της Πελαγίας, ενώ ο πόλεμος είναι μόνο το ντεκόρ. Σωστά, μόνο που ούτε χημεία δείχνουν να έχουν οι δύο πρωταγωνιστές, ούτε η Cruz έχει ιδιαίτερο ταλέντο, ο δε Nicolas Cage είναι μάλλον πιο γλυκαντερός από ποτέ. Από κεφαλλονίτικες μαντολινάτες ελάχιστα πράγματα - κρίμα ο τίτλος δηλαδή - οι ρυθμοί αργοί σε βαθμό υπνηλίας και η σκηνοθεσία του John Madden τελείως flat. Ξεχωρίζει μόνο η φωτογραφία, αν και σου δίνει την εντύπωση ότι μάλλον δεν αξιοποιήθηκαν όλες οι ομορφιές του νησιού, όπως θα περίμενε κανείς. Ο ίδιος ο διευθυντής φωτογραφίας John Toll ομολογεί ότι η ομορφιά του νησιού ήταν ένα πρόβλημα, αφού το ζητούμενο ήταν ο ρεαλισμός και όχι ο συναισθηματισμός, ενώ τα κτίσματα της κατοχικής περιόδου που βλέπουμε είναι όλα κατασκευασμένα από την αρχή αφού καταστράφηκαν από το σεισμό του 1953. Το ενοχλητικότερο στοιχείο της ταινίας είναι αναμφίβολα η φαεινή ιδέα του σκηνοθέτη να βάλει τους ηθοποιούς να μιλούν σπαστά αγγλικά προκειμένου να θυμίζουν Έλληνες, κάτι που κάνει τα, ούτως ή άλλως, νυσταλέα 127 λεπτά που διαρκεί το φιλμ ακόμα πιο βασανιστικά. Και μια καλοπροαίρετη απορία μας : Το Μαντράς είναι ελληνικό όνομα; Αν τώρα σας πούμε ότι μπροστά στο Μαντολίνο του Λοχαγού Κορέλι, η Υπολοχαγός Νατάσσα του Νίκου Φώσκολου είναι κινηματογραφικό αριστούργημα μάλλον δεν θα το πιστέψετε
Όσον αφορά τους άλλους πρωταγωνιστικούς ρόλους, ο πάντα εξαιρετικός John Hurt υποδύεται τον πατέρα της Πελαγίας, ο Christian Bale τον Μαντρά, ενώ στο ελληνικό cast συμμετέχουν ο Γ. Σκιαδαρέσης, ο Τ. Παλαντζίδης, ο Γ. Κοτανίδης, η Β. Μαραγκάκη, ο Α. Χειλάκης, η Α. Κράλλη, ο Μ. Γιαννάτος, ο Α. Αντωνίου, ο Δ. Καμπερίδης και βέβαια η Ε. Παπά στο ρόλο της μητέρας του Μαντρά.
Μαίρη Δισερή